Μπροστά σε ένα ιστορικό δίλημμα βρίσκονται οι ευρωπαίοι ηγέτες: να στηρίξουν την Ελλάδα, η οποία πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά βρίσκεται στο κόκκινο, ή να τη σπρώξουν στην «άβυσσο» σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους για την ευρωζώνη και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα; Το μεγάλο παζάρι στο παρασκήνιο για την τύχη της δόσης και την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μεταφέρεται τη Δευτέρα στο Eurogroup, όπου αναμένονται οι τελικές αποφάσεις.

Μια σύνθετη πολιτική απόφαση με την οποία θα απελευθερωθούν πόροι 44 δισ. ευρώ που εκκρεμούν από τη βοήθεια προς τη χώρα μας για το 2012 και η οποία ταυτόχρονα θα δίνει σήμα για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους κατά το ίδιο συμπτωματικά ποσό 44 δισ. ευρώ (πάνω από 20 μονάδες του ΑΕΠ) περιμένει η ελληνική κυβέρνηση από τη συνεδρίαση του Eurogroup της Δευτέρας (αναλυτικά στο γράφημα στη σελίδα δεξιά).

Οπως τονίζει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιάννης Στουρνάρας, βρισκόμαστε στο σημείο χωρίς επιστροφή –«Το κόστος της μη λύσης είναι τεράστιο για όλους» – και ελπίζει ότι οι διαφορές ΔΝΤ και Ευρωπαίων που εκφράστηκαν στις ανοιχτές και παρασκηνιακές συγκρούσεις της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ με τον πρόεδρο του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και τον γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα γεφυρωθούν έστω την ύστατη ώρα.
Ο έλληνας υπουργός προειδοποιεί ότι εδώ που φθάσαμε ή οι Ευρωπαίοι θα μας στηρίξουν εμπράκτως απελευθερώνοντας τις δόσεις της βοήθειας που εκκρεμούν από τη συμφωνία του Μαρτίου ή η Ελλάδα θα βυθιστεί παρασύροντας στη δίνη την ευρωζώνη.
«Ας αναλογιστούν όλοι τι κάνουν. Δεν είναι δυνατόν για κόστος που αναλογεί στο 0,1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης να δυναμιτίσουμε την Ευρώπη» τονίζει με έμφαση ο κ. Στουρνάρας.
Αυτή η σκληρή πραγματικότητα διαμορφώθηκε μετά το δραματικό αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης της περασμένης Δευτέρας, στο οποίο η εμμονή του ΔΝΤ για μείωση του χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020 –και όχι ένα ή δύο χρόνια αργότερα –και η απροθυμία των Βορείων να καλύψουν το κενό των 10-15 δισ. ευρώ μάς έβαλαν όλους σε περιπέτειες.
Στις πέντε τα ξημερώματα της περασμένης Τρίτης στο Eurogroup οι υπουργοί είχαν φθάσει στο σημείο μιας συμφωνίας που οδηγούσε στη μείωση του ελληνικού χρέους από το 144% του ΑΕΠ στο 128% του ΑΕΠ το 2020.
Δηλαδή, είχαν αποδεχθεί λύσεις που οδηγούσαν στην ελάφρυνση του χρέους κατά 32 δισ. ευρώ, ποσό που ισούται με το χρηματοδοτικό κενό που δημιουργούν η επιμήκυνση του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής και οι πρόσθετες ανάγκες από την αδυναμία υλοποίησης των αποκρατικοποιήσεων.
Οπως εξηγεί ο κ. Στουρνάρας, για να καλυφθεί η απόσταση που χωρίζει αυτό το σημείο από τον στόχο που έθετε το ΔΝΤ για μείωση του χρέους στο 120% του ΑΕΠ απαιτούσε και απαιτεί πρόσθετη χρηματοδότηση. Η πιο συντηρητική εκτίμηση είναι να βρεθούν άλλα 10 δισ. ευρώ (προφανώς για επαναγορά ομολόγων).
Σε πολιτικό επίπεδο όμως η Γερμανία και οι χώρες του Βορρά δεν ήταν διατεθειμένες να αυξήσουν τη χρηματοδότηση για την Ελλάδα για να ικανοποιηθεί η απαίτηση του ΔΝΤ και έτσι οι διαπραγματεύσεις διεκόπησαν.
Ο κ. Στουρνάρας όμως και ο στενός συνεργάτης του Πάνος Τσακλόγλου, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, έμειναν στις Βρυξέλλες εν όψει και της Συνόδου Κορυφής υποστηρίζοντας πλέον τις πολιτικές παρεμβάσεις που ανέλαβε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.Εμειναν στις Βρυξέλλες ως και την Παρασκευή, ενώ χθες επρόκειτο να γίνει τηλεδιάσκεψη των μελών του Euroworking G Group, δηλαδή των τεχνοκρατών.

Ο κ. Στουρνάρας μίλησε στο «Βήμα» λίγο προτού ξεκινήσει το ταξίδι της επιστροφής στην Αθήνα (σήμερα ταξιδεύει πάλι για τις Βρυξέλλες) προκειμένου να ξεκαθαρίσει τα πράγματα:
Μας είπε τα εξής:
1. Η Ελλάδα δεν έχει καμία εκκρεμότητα, όπως αναγνώρισαν επισήμως ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στο Συμβούλιο και ο επίτροπος Ολι Ρεν μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο.
2. Η τελική απόφαση είναι πολιτική, αφορά τους leaders με τους οποίους πλέον διαπραγματευόμαστε και μιλούν μεταξύ τους.
3. Το κόστος της μη λύσης είναι τεράστιο για όλους –όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά κυρίως για το μέλλον της ευρωζώνης.
Για την εικόνα της χώρας και την πρόοδο που έχει σημειωθεί είναι χαρακτηριστικό αυτό που είπε ο ιταλός υπουργός Οικονομικών Βιτόριο Γκρίλι, ότι «πριν από δύο μήνες η Ελλάδα ούτε αίτημα δεν μπορούσε να υποβάλει για να πάρει τη δόση. Πρέπει να δώσουμε λύση».
Και μας εξηγεί ότι σε τεχνικούς όρους αυτό που «λάτρεψε» η τρόικα και «μάγεψε» τους πολιτικούς, δηλαδή η διαφορά για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, είναι ένας αριθμός:
  • Π.χ., η υπόθεση για την εξέλιξη του ΑΕΠ, κάτι στο οποίο έπεσαν παταγωδώς έξω όλοι όσοι αναμείχθηκαν στα προηγούμενα μνημόνια.
  • Π.χ., η εκτίμηση για την απόδοση των μέτρων και το πρωτογενές πλεόνασμα που θα αυξηθεί θεαματικά μόλις η οικονομία γυρίσει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης.
Αρα η λύση είναι περισσότερο –αν όχι αποκλειστικά –πολιτική. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο σε επίπεδο κορυφής προτάθηκε στο ΔΝΤ να αποδεχθεί ως στόχο βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους τη μείωσή του στο 124% του ΑΕΠ το 2020, ζήτημα που εξετάζει η κυρία Λαγκάρντ εν όψει της αυριανής τελικής συνεδρίασης του Eurogroup.
Στην εμμονή του ΔΝΤ για δογματική σχεδόν προσήλωση στους δύο αριθμούς, δηλαδή να μειωθεί το χρέος στο 120% του ΑΕΠ και αυτό να συμβεί το 2020, αποδίδει ο πρώην πρωθυπουργός κ. Λουκάς Παπαδήμος τις δυσκολίες που ανέκυψαν. Ο ίδιος εκτιμά ότι οι πιθανότητες μιας λύσης τη Δευτέρα είναι τώρα μεγαλύτερες από την περασμένη εβδομάδα αλλά δεν πρόκειται για απλές αποφάσεις.
Αριθμοί και άνθρωποι
Ο δογματισμός της κυρίας Λαγκάρντ

Δικαιώνοντας τον «δογματισμό» της στην περιπετειώδη συνεδρίαση του Eurogroup η κυρία Λαγκάρντ μίλησε σκληρά λέγοντας ότι δεν θα επιτρέψει να τρωθεί η αξιοπιστία του ΔΝΤ και επέμεινε στη μείωση του χρέους ως το 2020. Τόνισε δε ότι μια καθυστέρηση ως το 2022 –που θα έλυνε αυτόματα το πρόβλημα –θα είναι ένα «βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση» και ότι το μήνυμα στις αγορές θα ήταν ότι η Ευρώπη δεν είναι σοβαρή για να κάνει ό,τι χρειάζεται. Βέβαια τα πράγματα αλλάζουν… Η ίδια υποστήριξε ότι απαιτείται η εκταμίευση της δόσης για την Ελλάδα πριν από το τέλος του έτους.
Στο εύλογο ερώτημα πώς το πρόγραμμα που συμφώνησε η τρόικα με το ΔΝΤ μόλις τον περασμένο Μάρτιο έπεσε τόσο έξω (24 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στο χρέος) η επίσημη δικαιολογία του ΔΝΤ είναι:
  • Εφταιξε ο πολύ γρήγορος ρυθμός δημοσιονομικής προσαρμογής.
  • Η σημαντική μείωση των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις.
  • Η πολιτική κρίση προκάλεσε μια αισθητά βαθύτερη ύφεση.
Για να δοθεί λύση στο ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους το ΔΝΤ υποστήριξε τη σύνθετη λύση «βαθιάς μείωσης» επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας και επαναγοράς ομολόγων, δεδομένου ότι οι τιμές τους είναι χαμηλές, και ακόμη τόνισε ότι η ΕΚΤ μπορεί να παραιτηθεί από τα κέρδη στις ελληνικές συμμετοχές.
Η EΚΤ έχει στην κατοχή της από παρεμβάσεις στη δευτερογενή αγορά περίπου 20 δισ. ευρώ που λήγουν ως το 2016.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ