Με δυο επιστολές του, προς το οικονομικό περιοδικό Economist και τους Financial Times ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου διατυπώνει τις ενστάσεις του και παράλληλα προβαίνει σε διευκρινίσεις, αναφορικά με δημοσιεύματα που είχαν θέμα την εμπλοκή του στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.

Στην επιστολή του προς τον Economist ο κ. Παπακωνσταντίνου αναφέρει: «Στο άρθρο σας με τίτλο «A national sport no more» σωστά γράφετε ότι ως Υπουργός Οικονομικών ήμουν εκείνος που ζήτησε την αποκαλούμενη «λίστα Lagarde» με Έλληνες κατόχους τραπεζικών λογαριασμών σε Ελβετική τράπεζα, και παρέδωσα τους 20 μεγαλύτερους (που αποτελούσαν περίπου το ήμισυ του συνόλου των καταθέσεων) στο ΣΔΟΕ για μια πρώτη διερεύνηση.

Πράγματι διαπιστώθηκε ότι ήταν ύποπτοι φοροδιαφυγής, όπως αναφέρετε. Αλλά είναι εντελώς αναληθές ότι «ποτέ δεν ασχολήθηκα περαιτέρω με το θέμα». Ακριβώς το αντίθετο ισχύει, δεδομένου ότι έδωσα σαφείς οδηγίες προς την κατεύθυνση της διερεύνησης. Τις επανέλαβα κατά την παράδοση της πλήρους λίστας στο νέο επικεφαλής του ΣΔΟΕ (κάτι το οποίο επιβεβαίωσε κι ο ίδιος στην ακρόασή του στη Βουλή). Λίγο αργότερα έφυγα από το Υπουργείο μετά τον ανασχηματισμό του Υπουργικού Συμβουλίου.

Η πληροφορία συνεπώς ποτέ δεν «χάθηκε», όπως ισχυρίζεστε, καθώς παρέδωσα όλα τα στοιχεία στις αρμόδιες αρχές (και φυσικά έκτοτε έχουν διαρρεύσει και τα ονόματα έχουν δημοσιευθεί). Είναι σαφές βέβια ότι δεν έγινε σωστή διερεύνηση.

Η συζήτηση σχετικά με το χειρισμό της «λίστα Lagarde» επίσης σκιάζει το γεγονός ότι ήταν κατά τη διάρκεια της δικής μου θητείας ως Υπουργός Οικονομικών που η Ελλάδα επιτέλους άρχισε σοβαρά να αντιμετωπίζει την φοροδιαφυγή, με ποινές φυλάκισης για τους φοροφυγάδες, τη δήμευση της περιουσίας τους, με τη θέσπιση του Οικονομικού Εισαγγελέα, τη δημιουργία ειδικών φορολογικών δικαστηρίων, καθώς και με την πλήρη άρση του τραπεζικού απορρήτου.

Τα μέτρα αυτά βρήκαν σημαντική αντίσταση τότε και όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης και της Νέας Δημοκρατίας του κ. Σαμαρά, τα καταψήφισαν στη Βουλή. Είναι, ωστόσο οι αλλαγές που θεσμοθετήθηκαν τότε που έχουν οδηγήσει επώνυμους στη φυλακή για φορολογικές παραβάσεις – για πρώτη φορά στην Ελλάδα».

Η επιστολή προς τους FT

Στην επιστολή του προς τους Financial Times ο κ. Παπακωνσταντίνου επισημαίνει:

«Το άρθρο σας «Μαίνεται η θύελλα για την λίστα Λαγκάρντ» αναφέρεται ανακριβώς στα γεγονότα και στα μέτρα που έλαβα κατά τη διάρκεια της θητείας μου ως Υπουργός Οικονομικών ως προς τον χειρισμό της λίστας Ελλήνων πολιτών που διατηρούσαν καταθέσεις έως το 2007 σε συγκεκριμένη ελβετική τράπεζα, αποκαλούμενης ως «λίστας Λαγκάρντ».

Κατ΄αρχήν, παραλείπετε εντελώς να αναφέρετε το γεγονός ότι χάρη στη δική μου προσωπική πρωτοβουλία έλαβε η ελληνική Κυβέρνηση την πληροφορία αυτή. Εγώ ζήτησα τη λίστα και αυτή παραδόθηκε από τις γαλλικές αρχές στα τέλη του 2010 –φυσικά με τον όρο ότι η σχετική πληροφορία θα ήταν αντικείμενο χειρισμού από τις φοροελεγκτικές υπηρεσίες ανεπίσημα και με εμπιστευτικό τρόπο, όπως έπραξαν άλλες κυβερνήσεις για τους πολίτες άλλων χωρών στη λίστα. Πόσω μάλλον εν όψει των διαπραγματεύσεων που ξεκινήσαμε με τις Ελβετικές αρχές για διμερή συμφωνία παροχής πληροφοριών για όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία.

Στη συνέχεια αναφέρετε ότι «δεν έδωσα εντολή στο ελληνικό ΣΔΟΕ να προβεί σε πλήρη έρευνα». Αυτό είναι παντελώς αναληθές. Το έκανα, όχι μια αλλά πολλές φορές. Έδωσα αρχικά τους 20 μεγαλύτερους λογαριασμούς (που αντιστοιχούσαν περίπου στο ήμισυ του συνόλου των καταθέσεων) στον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ κ. Καπελέρη για πρώτο έλεγχο. Και του έδωσα εντολή για περαιτέρω έλεγχο όταν ανέφερε τις πρώτες διαπιστώσεις του περί αποκλίσεων μεταξύ δηλωθέντων εισοδημάτων και κεφαλαίων στο εξωτερικό. Αυτό έκανα και πάλι σε σύσκεψη που συγκάλεσα ακριβώς γι’ αυτόν το σκοπό, παρουσία διαφόρων προσώπων.

Έκανα και πάλι το ίδιο με το νέο επικεφαλής του ΣΔΟΕ κ. Διώτη, στον οποίο έδωσα τα πλήρη στοιχεία που παραλάβαμε (το επιβεβαίωσε ο ίδιος σε ακρόαση από τη Βουλή). Για την ακρίβεια, εκ του νόμου το ΣΔΟΕ θα πρέπει να ερευνά κάθε παρόμοια πληροφορία στο πλαίσιο των καθηκόντων του και δεν θα έπρεπε να περιμένει «πολιτικές εντολές» σχετικά. Και πώς εξάλλου θα μπορούσε η πληροφορία να έχει «αποκρυφθεί» όπως ισχυρίζεστε, όταν την παρέδωσα στις αρμόδιες υπηρεσίες, και φυσικά έκτοτε έχει διαρρεύσει και τα ονόματα έχουν δημοσιοποιηθεί; Σας υπενθυμίζω επίσης ότι με τον ανασχηματισμό στα μέσα Ιουνίου 2011 έφυγα από το Υπουργείο Οικονομικών.

Τέλος, βρίσκω πολύ αποπροσανατολιστικό ότι σε όλη αυτή τη δημόσια συζήτηση δεν έχει αναφερθεί καθόλου το γεγονός ότι ήταν κατά τη διάρκεια της δικής μου θητείας ως Υπουργός Οικονομικών που η Ελλάδα επιτέλους άρχισε σοβαρά να παίρνει μέτρα χωρίς προηγούμενο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, με την εισαγωγή πολύ αυστηρότερων ποινών, με ποινές φυλάκισης για τους φοροφυγάδες, τη δήμευση της περιουσίας τους, με θέσπιση του Οικονομικού Εισαγγελέα, εξοντωτική φορολόγηση των offshore, καθώς και την πλήρη άρση του τραπεζικού απορρήτου. Τα μέτρα αυτά συνάντησαν σημαντικές αντιδράσεις τότε και στη Βουλή όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης και της Νέας Δημοκρατίας του κ. Σαμαρά, τα καταψήφισαν. Είναι, ωστόσο, εξαιτίας αυτών των αλλαγών που θεσμοθετήθηκαν τότε που σήμερα βλέπουμε επιτέλους επώνυμους να οδηγούνται στη φυλακή για φορολογικές παραβάσεις, όπως και τη διερεύνηση για φορολογικές παραβάσεις των 54.000 Ελλήνων που έστειλαν χρήματα στο εξωτερικό, από την έναρξη της κρίσης».