Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των βουλευτών που παρακολούθησαν την Τετάρτη την κατάθεση του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, η εμφάνισή του αυτή σηματοδότησε το τέλος της πολιτικής του καριέρας.
Ετσι κι αλλιώς τα πράγματα ήταν δύσκολα για τον πρώην υπουργό Οικονομικών που δεν κατόρθωσε να σταθεροποιήσει την οικονομία της χώρας παρά τα επαχθή οικονομικά μέτρα που επέβαλε, αλλά μετά την ομολογία του ότι έχει χάσει το πρωτότυπο cd της περίφημης λίστας Λαγκάρντ υπέγραψε και την πολιτική του καταδίκη. Ο κ. Παπακωνσταντίνου έχει πλέον καταγραφεί στην ιστορία ως «ο υπουργός που έχασε τη λίστα με τους φοροφυγάδες».
Παράδειγμα προς αποφυγήν
Η περίπτωση Παπακωνσταντίνου θα πρέπει να διδάσκεται στις σχολές Πολιτικών Επιστημών ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Ξεκίνησε την πολιτική του πορεία με τις καλύτερες προϋποθέσεις και κατόρθωσε να αυτοκαταστραφεί μέσα σε μία τριετία επειδή υποτίμησε απαράβατους κανόνες της πολιτικής.
Στον κ. Παπακωνσταντίνου οφείλεται ένα μεγάλο τμήμα της θεαματικής ανόδου του ΠαΣοΚ στις εκλογές του 2009, αλλά στον ίδιο οφείλεται και η επίσης θεαματική κατάρρευση της κυβέρνησης Παπανδρέου μέσα σε 18 μήνες.
Αλλά ακόμη και οι φανατικότεροι επικριτές του για την πολιτική που ακολούθησε στο υπουργείο Οικονομικών δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι ο μεγαλύτερος πολέμιος των φοροφυγάδων όσο ήταν υπουργός θα δήλωνε κάποια στιγμή ότι δεν γνωρίζει πού βρίσκεται ένα σημαντικό ντοκουμέντο με στοιχεία φοροφυγάδων που έφτασε στα χέρια του.
«Δεν γνωρίζω πού βρίσκεται σήμερα το πρωτότυπο της λίστας. Την παρέδωσα σε κάποιο συνεργάτη μου και σήμερα δεν γνωρίζω πού βρίσκεται. Λυπάμαι που το λέω, αλλά αυτή είναι η αλήθεια» δήλωσε την περασμένη Τετάρτη στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και μετά τη δήλωσή του αυτή χαρακτηρίζουν ύποπτη τη συμπεριφορά του ακόμη και οι φανατικότεροι υποστηρικτές του.
Διότι αν η λίστα Λαγκάρντ είχε απλώς χαθεί ο κ. Παπακωνσταντίνου θα κατονόμαζε τον συνεργάτη στον οποίον την είχε παραδώσει. Αρα δύο τινά μπορεί να ισχύουν: ή ο κ. Παπακωνσταντίνου λέει αλήθεια και συνεπώς δεν ήξερε τι γινόταν στο υπουργείο του, το οποίο είχε εγκαταλείψει στη μοίρα άπειρων και ανίκανων συμβούλων του, ή ο κ. Παπακωνσταντίνου λέει ψέματα, κι επιχείρησε κάποιους να καλύψει.
Κατηγορία βαριά και προσώρας αστήρικτη
Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κυρία Ζωή Κωνσταντοπούλου άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι η ίδια (αλλά και πολλοί άλλοι βουλευτές) πιστεύει πως η λίστα δεν έφυγε ποτέ από τα χέρια του κ. Παπακωνσταντίνου. Ενημέρωσε τον Πρωθυπουργό και στη συνέχεια φρόντισε να την εξαφανίσει, επειδή σε αυτήν τη λίστα υπήρχαν ονόματα που δεν έπρεπε να αποκαλυφθούν, μια και προφανώς συνδέονται με κόμματα, αν όχι και με συγκεκριμένους πολιτικούς. Η κατηγορία αυτή είναι πολύ βαριά και απολύτως αστήρικτη, τουλάχιστον προς το παρόν. Θα τεκμηριωθεί μόνο όταν η γαλλική κυβέρνηση στείλει στη Δικαιοσύνη ένα νέο αντίγραφο, όπως της έχει ζητηθεί, και επιβεβαιωθεί ότι περιλαμβάνει πράγματι ονόματα που συνδέονται με κόμματα και πολιτικούς.
Ως τότε ο κ. Παπακωνσταντίνου δικαιούται να υποστηρίζει ότι όλα αυτά είναι κακοήθειες και συκοφαντίες, αν και κρατούν πλέον αποστάσεις από αυτόν όχι μόνο οι πρώην συνάδελφοί του, αλλά ακόμη και ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, ο οποίος τον διαδέχθηκε στο υπουργείο Οικονομικών.

Τα στοιχεία της λίστας
Δύο ερωτήματα ζητούν απάντηση

Ερωτήματα προκαλεί και η πρώτη ενέργεια που έκανε ο πρώην υπουργός Οικονομικών μόλις παρέλαβε την περίφημη λίστα. Αντί να παραδώσει ολόκληρη τη λίστα στο ΣΔΟΕ προς έλεγχο, απέστειλε μόνο μια λίστα 20 ονομάτων, τα οποία ο ίδιος επέλεξε, κρατώντας όλα τα υπόλοιπα μυστικά. Αυτή προφανώς δεν είναι η διαδικασία που θα ακολουθούσε ένας πολιτικός που δεν θα είχε προθέσεις συγκάλυψης της υπόθεσης και συσκότισης των ερευνών.
Ερωτήματα επίσης προκαλεί και το γιατί ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου θέλησε εξ αρχής να έχει ο ίδιος γνώση των συγκεκριμένων στοιχείων. Στη λίστα Λαγκάρντ υπήρχαν περί τις 2.000 αρχεία. Σε κάθε αρχείο περιλαμβάνονταν πληροφορίες για ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο: ονοματεπώνυμο, στοιχεία δικαιούχου, καταθέσεις για τη χρονική περίοδο ως το 2007.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου ζήτησε να έχει συνολική εικόνα των στοιχείων αυτών και όπως ανέφερε «από τα περίπου 2.000 αρχεία, σε πάνω από τα μισά δεν υπήρχαν αποτυπωμένες καταθέσεις τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο», ενώ «τα υπόλοιπα αρχεία είχαν ένα σύνολο καταθέσεων που υπερέβαιναν ελαφρά τα δύο δισ. δολάρια (περί το 1,5 δισ. ευρώ)».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ