Ο φόβος της διάχυσης της συριακής κρίσης κυριαρχεί στους υπολογισμούς όλων των παικτών στο μεσανατολικό παζλ. Και αυτός είναι που καθοδηγεί τις κινήσεις τους, ιδιαίτερα δε εκείνες των ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί θέλουν να αποφύγουν βεβιασμένες κινήσεις εκ μέρους της Αγκυρας, εξού και οι στενές διαβουλεύσεις μαζί της σε όλα τα επίπεδα. Και παράλληλα, επιδιώκουν να σφραγίσουν την περιφέρεια της Συρίας συντονίζοντας όλες τις γειτονικές χώρες (μεταξύ των οποίων και το Ιράν) για να ελεγχθούν οι επιπτώσεις, αλλά και συνομιλώντας απευθείας με τη Μόσχα. Η τελευταία παραμένει αμετακίνητη, αλλά αποφεύγει να δικαιολογήσει γεγονότα όπως η πρόσφατη επίθεση.
Κρίσιμος για τον συντονισμό αυτό είναι ο ρόλος του Καΐρου. Ο νέος πρόεδρος της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι έριξε τον κύβο κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Τεχεράνη όταν ζήτησε ουσιαστικά την αποχώρηση του Μπασάρ αλ Ασαντ. Ηδη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ συναντήθηκαν οι υπουργοί Εξωτερικών Τουρκίας, Αιγύπτου, Σαουδικής Αραβίας και Ιράν για συζητήσεις επί του συριακού προβλήματος.
Το τραγικό περιστατικό με τον θάνατο πέντε τούρκων πολιτών από όλμο που έπεσε από τη Συρία στην πόλη Ακτσάκαλε την Τετάρτη και την απάντηση του τουρκικού πυροβολικού έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου ότι ο έλεγχος μπορεί να χαθεί. Διπλωματικές πηγές πάντως, τόσο από την Ευρώπη όσο και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τονίζουν ότι η Τουρκία δεν επιθυμεί σε αυτή τη φάση τουλάχιστον να κλιμακώσει την κατάσταση με μια εισβολή.
Οι ίδιοι κύκλοι σημειώνουν ότι δεν υπάρχει προφανής λόγος για τον οποίο το συριακό καθεστώς να επιθυμεί να σύρει την Αγκυρα σε πολεμική σύρραξη αυτή τη στιγμή. Η άποψη πολλών διπλωματών είναι ότι η επίθεση της Τετάρτης ήταν μάλλον λάθος εκτίμηση. Και αυτό καθώς οι δυνάμεις του Ασαντ διεξάγουν επιχειρήσεις χτυπώντας αδιάκριτα. Αυτό που επισημαίνεται είναι η σαφής προσπάθεια της Δαμασκού να ρίξει τους τόνους, ζητώντας συγγνώμη στην Τουρκία μέσω του ΟΗΕ.
Παράλληλα, ευρωπαϊκές πηγές σημειώνουν πως παρ’ ότι η Αγκυρα θέλει να επιδείξει σκληρή στάση, δεν ετοιμάζει επέμβαση ευρείας κλίμακας. Δεν λείπουν εκείνοι που πιστεύουν ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επεδίωξε την ψήφο της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης ώστε να δοθούν ευρείες εξουσίες στην κυβέρνηση να στείλει στρατό σε «ξένες χώρες» για να απαντήσει σε εκείνους που τον κατηγορούν ότι είναι μαλθακός έναντι της Δαμασκού.
Ωστόσο, η συνέπεια της πρόσφατης επίθεσης είναι ότι η Τουρκία και οι δυτικές χώρες θα προσπαθήσουν να το αξιοποιήσουν προκειμένου να μεταφέρουν ξανά την πίεση στη Ρωσία στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το επιχείρημα είναι απλό: όσο συνεχίζονται οι συγκρούσεις στη Συρία, οι αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις για την περιοχή της Μέσης Ανατολής διευρύνονται. Ηδη ο ΟΗΕ κάνει προβλέψεις για 750.000 πρόσφυγες ως τα τέλη του 2012 με βασικά θύματα τον Λίβανο και την Ιορδανία.
Επιπλέον, και όσο και αν δεν αρέσει σε ορισμένους, οι συζητήσεις για πιθανή στρατιωτική επέμβαση ίσως ξεκινήσουν σχετικά σύντομα – πίσω από κλειστές πόρτες. Δεν μπορεί να αποκλειστεί μελλοντικά το ενδεχόμενο η Αγκυρα να επιδιώξει τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας και διαύλων ανθρωπιστικής βοήθειας στο συριακό έδαφος. «Αν αυτό γίνει, τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει το ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα από άποψη εναέριας υποστήριξης;» αναρωτιούνται ορισμένοι.
Στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο όλοι θέλουν να αποφύγουν αυτή τη συζήτηση και άλλωστε τα όσα διημείφθησαν το βράδυ της Τετάρτης στις Βρυξέλλες, μετά τη συριακή επίθεση, στηρίχθηκαν στο Αρθρο 4 και όχι στο Αρθρο 5. Αυτό μοιάζει με τεχνική λεπτομέρεια αλλά δεν είναι, διότι το δεύτερο θα υποχρέωνε τη Συμμαχία να εξετάσει τη συνδρομή της σε επίθεση εναντίον κράτους-μέλους. Η Αγκυρα όμως σταδιακά «χτίζει» το περιβάλλον ώστε, εφόσον χρειαστεί, μια επέμβαση να έρθει ομαλά. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Ερντογάν θα συναντηθεί την επόμενη Κυριακή 14 Οκτωβρίου με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν με το Συριακό στην κορυφή της ατζέντας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ