Στην αντεπίθεση περνά η Ιπποκράτους για την κριτική που δέχεται ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ. Eυ. Βενιζέλος σε σχέση με το χειρισμό της λίστας Λαγκάρντ. Σε υψηλούς τόνους καταγγέλλει τις «κραυγαλέες υποκριτικές αντιδράσεις» και την πολιτική χυδαιότητα από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, που υπαινίχθηκε, όπως αναφέρεται σε non paper της Ιπποκράτους ότι στοιχεία της λίστας μπορεί να έχουν χρησιμοποιηθεί προεκλογικά για άσκηση πιέσεων ή εκβιασμών.
Αναλυτικά, η άτυπη ενημέρωση από την πλευρά του ΠαΣοΚ αναφέρει τα εξής:
1. H δήλωση του κ. Βενιζέλου σε σχέση με την περιβόητη λίστα Ελλήνων καταθετών στην Ελβετία προκάλεσε κραυγαλέα υποκριτικές αντιδράσεις. Iσως κάποιοι ενοχλήθηκαν από το γεγονός ότι η παρέμβασή του δεν αφήνει να επικρατήσει η θεωρία ότι το υλικό αυτό «χάθηκε».
2. Είναι πολιτική χυδαιότητα να υπαινίσσεται ο ΣΥΡΙΖΑ ότι μπορεί να έχουν χρησιμοποιηθεί και μάλιστα προεκλογικά, στοιχεία από το υλικό αυτό για την άσκηση πιέσεων ή εκβιασμών.
3. Μόλις ο κ. Βενιζέλος διαπίστωσε μετά την επιστροφή του από τις Βρυξέλλες ότι και ο σημερινός επικεφαλής του ΣΔΟΕ και ο σημερινός επικεφαλής της ΕΥΠ δήλωσαν ότι δεν έχουν στη διάθεσή τους το υλικό αυτό, ανεξάρτητα από τη νομική φύση του υλικού αυτού, θεώρησε θεσμική υποχρέωσή του να στείλει αμέσως στον Πρωθυπουργό όποιο υλικό του είχε παραδώσει ατύπως ο κ. Διώτης για να τεκμηριώσει τη νομική του εκτίμηση περί της αδυναμίας νόμιμης επεξεργασίας του υλικού.
4. Για τον κ. Βενιζέλο ήταν αυτονόητο ότι το υλικό αυτό, ανεξάρτητα από τον τρόπο που αποκτήθηκε και ανεξάρτητα από το ότι δεν μπορούσε να καταστεί αντικείμενο νόμιμης επεξεργασίας, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τη νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων, είναι πηγή πληροφοριών για κάθε διωκτική αρχή που έχει και χρησιμοποιεί κάθε είδους πληροφορίες, ακόμα και ανώνυμες ή έμμεσες, στο πλαίσιο πάντα βέβαια της νομιμότητας.
5. Το υλικό που είχε στα χέρια του ο κ. Βενιζέλος είναι αυτό που του παρέδωσε ο κ. Διώτης. Κανείς δεν μπορούσε να υποθέσει ότι αυτό δεν είχε διατηρηθεί στον ΣΔΟΕ με την έννοια της πηγής αξιοποίησης πληροφοριών
6. Σε όσους θέτουν το δήθεν ερώτημα γιατί ο κ. Βενιζέλος δεν παρέδωσε το υλικό που είχε παραλάβει ατύπως από τον κ. Δίωτη όταν απεχώρησε από το Υπουργείο Οικονομικών, η απάντηση είναι:
Οταν ο κ. Βενιζέλος απεχώρησε από το ΥΠΟΙΚ τον Μάρτιο του 2012, άφησε στη θέση του ως επικεφαλής του ΣΔΟΕ τον κ. Διώτη που είχε στη διάθεσή του το κρίσιμο υλικό και το είχε αξιολογήσει κάνοντας τη διάκριση ανάμεσα στη νόμιμη επεξεργασία (δηλαδή στη χρήση του με βάση τους κανόνες περί νόμιμων αποδεικτικών μέσων και τους κανόνες περί προστασίας προσωπικών δεδομένων) και την αξιοποίηση πληροφοριών από το ΣΔΟΕ ως διωκτική αρχή για τον εντοπισμό περιπτώσεων φοροδιαφυγής.

Υπηρεσία αρμόδια για τον σκοπό αυτό είναι το ΣΔΟΕ που προφανώς ενημερώνει τον εκάστοτε υπουργό.
Το υλικό που είχε παραδώσει ατύπως ο κ. Διώτης δεν αποτελούσε αντικείμενο επεξεργασίας, ούτε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατ’ οποιονδήποτε τρόπο από τον εκάστοτε υπουργό. Ούτε είχε εισαχθεί επισήμως στο γραφείο του υπουργού, ως υπηρεσιακή μονάδα. Διατηρήθηκε στην κατάσταση που παραδόθηκε στο προσωπικό γραφείο του κ. Βενιζέλου και έτσι η χώρα δεν εκτίθεται με τη θεωρία που κάποιοι φαίνεται να προτιμούν ότι το υλικό αυτό «χάθηκε».

7. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή των διαπραγματεύσεων με την Ελβετία για μία ολοκληρωμένη διακρατική σύμβαση που θα επέτρεπε την πλήρη φορολόγηση όλων των ελληνικών καταθέσεων στην Ελβετία.

Είναι γνωστό ότι η Ελβετία καταγγέλλει τις χώρες που χρησιμοποιούν στοιχεία υποκλοπής για τις καταθέσεις στις τράπεζες της και δεν συνάπτει διακρατικές συμβάσεις μαζί τους. Στα δε σχέδια διακρατικών συμβάσεων που συνάπτει η Ελβετία, επιμένει να περιληφθεί και να γίνει δεκτή από τη συμβαλλόμενη χώρα ρήτρα μη χρήσης προϊόντος υποκλοπής.

Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που έδωσε στις 12/9/2012 ο νυν υφυπουργός Οικονομικών κ. Μαυραγάνης σε ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ:

«Η τήρηση του τραπεζικού απορρήτου θεσπίζεται στην Ελβετία με ομοσπονδιακό νόμο συνταγματικά κατοχυρωμένο υπό την απειλή νομικών κυρώσεων. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτά τα στοιχεία που περιέχονται στους εν λόγω ψηφιακούς δίσκους δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, καθώς έχουν ήδη χαρακτηριστεί από ελβετικής πλευράς ως προϊόντα βιομηχανικής κατασκοπείας, βάσει του παραπάνω νόμου, για την απόκτηση των οποίων έχουν εκδοθεί μάλιστα και εντάλματα σύλληψης».

8. Σε όσους θέτουν το δήθεν ερώτημα γιατί ο κ. Βενιζέλος έσπευσε να συμφωνήσει με την άποψη του κ. Διώτη πως δεν είναι δυνατή η νόμιμη επεξεργασία και χρήση του υλικού παρότι υπάρχουν και άλλες νομικές απόψεις, η απάντηση είναι:
Το ελληνικό Σύνταγμα είναι απολύτως σαφές σε σχέση με την απαγόρευση χρήσης αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί παράνομα (άρθρο 19 παρ. 3) και σε σχέση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9Α) επί της οποίας εποπτεύει και η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Στόχος, άλλωστε, ήταν η ουσιαστική αξιοποίηση πληροφοριών και όχι το άνοιγμα μιας αδιέξοδης νομικής συζήτησης για το πώς αποκτήθηκε και πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί νόμιμα το υλικό αυτό.
Στόχος ήταν επίσης η αξιοποίηση των πληροφοριών να μην παρεμποδίσει, λόγω της επίσημης επίκλησης της «λίστας», τη διαπραγμάτευση Ελλάδας – Ελβετίας για τη σύναψη διακρατικής σύμβασης που θα οδηγήσει στην πλήρη φορολόγηση όλων των καταθέσεων Ελλήνων πολιτών στην Ελβετία.
9. Παρότι κάθε έννομη τάξη έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο τα ιταλικά, όσο και τα γαλλικά δικαστήρια απαγόρευσαν στις φορολογικές αρχές των χωρών τους τη χρήση της λεγόμενης λίστας Φαλτσιάνι με ονόματα καταθετών των χωρών αυτών.

Χαρακτηριστικές είναι οι αποφάσεις των ιταλικών δικαστηρίων (Tribunale) του Pinerolo της 4/10/2011 και του Como της 14/11/2011, καθώς και του γαλλικού Ακυρωτικού της 1/2/2012.


10. Σε όσους φαντάζονται εύκολα και μεγάλα φορολογικά έσοδα από τη φορολόγηση καταθέσεων στην Ελβετία με βάση τα στοιχεία της λεγόμενης λίστας, η απάντηση είναι:
Δεν χρειαζόταν να γίνει κάποια μη επιτρεπόμενη νομικά επεξεργασία του υλικού για να εστιάσει το ερευνητικό του ενδιαφέρον το ΣΔΟΕ σε όσους έχουν μεγάλες καταθέσεις στην Ελβετία και υπόκεινται σε φορολογική υποχρέωση στην Ελλάδα.
Για παράδειγμα, οι καταθέσεις των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και τα εισοδήματα από τη ναυτιλία δεν υπόκεινται σε φορολογική υποχρέωση στην Ελλάδα.
Το κυριότερο όμως είναι ότι προτεραιότητα των ελεγκτικών μηχανισμών του υπ. Οικονομικών ήταν η διεξαγωγή φορολογικών ελέγχων με βάση τις απολύτως νόμιμες και γνωστές στη Βουλή, με πρωτοβουλία του κ. Βενιζέλου, καταστάσεις όσων απέσυραν φορολογικά και γενικότερα νομικά αδικαιολόγητες καταθέσεις από τις ελληνικές τράπεζες από το 2009 και μετά. Τα ποσά αυτά ξεπερνούν τα 70 δις. ευρώ και μπορούν να αποφέρουν πραγματικά σημαντικά φορολογικά έσοδα, χωρίς να υπάρχει καμία νομική εμπλοκή ή ένσταση, λόγω της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που νομοθέτησε ο κ. Βενιζέλος. Τα 70 αυτά δισ. ευρώ καταθέσεων ως αντικείμενο ελέγχου είναι απείρως σημαντικότερο από τα ποσά που αθροίζονται στη λεγόμενη λίστα. Αλλωστε, από το 2009 και μετά οι καταθέσεις των Ελλήνων δεν οδεύουν προς την Ελβετία, αλλά σε άλλες χώρες με πρώτη το Ηνωμένο Βασίλειο.