Ο Φιλίπ Αγκιόν, 56 ετών, τα τελευταία χρόνια έχει την έδρα του στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης ενώ είναι καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ. Ο Αγκιόν θεωρείται διεθνώς αυθεντία στη θεωρία της ανάπτυξης και επομένως ήταν λογικό ο Ολάντ, ο οποίος είχε υποσχεθεί αναπτυξιακή πολιτική προτού εκλεγεί, να ζητήσει τις προτάσεις του. Κατά την προεκλογική περίοδο ο Αγκιόν συμβούλευε ανεπίσημα τον γάλλο πρόεδρο και τώρα, μετά τη νίκη του, εξακολουθεί να διατηρεί επαφή μαζί του. Ως συγγραφέας του βιβλίου «O νέος ρόλος του κράτους. Για μια ανανεωτική σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Πόλις) ο γάλλος καθηγητής έχει τη δυνατότητα να υποστηρίξει τη στρατηγική του προέδρου, που θέλει να ανανεώσει τον ευρωπαϊκό σοσιαλισμό, με τον ίδιο τρόπο που ο Αντονι Γκίντενς είχε επηρεάσει τον Τόνι Μπλερ.

Ποιες συγκεκριμένα ήταν οι προτάσεις σας στον πρόεδρο Ολάντ;

«Οταν μίλησα με τον Ολάντ, πρότεινα μέτρα όπως το πακέτο των 120 δισ. για την ανάπτυξη. Είχα πει ότι θα ήταν καλό να αξιοποιηθούν τα δομικά κεφάλαια και ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, και να αυξηθεί το κεφάλαιο του EIP (Πρόγραμμα Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας). Συγκεκριμένα πρότεινα τη χρησιμοποίηση των δομικών κεφαλαίων για κοινωνικές αλλαγές. Σε περίπτωση που μια χώρα θέλει να αλλάξει το συνταξιοδοτικό ή να κάνει πιο ευέλικτη την αγορά εργασίας της, τα κεφάλαια αυτά θα πρέπει να βοηθήσουν κατά τη μετάβαση. Οσο για το EIP και τα ομόλογα έργων, πρότεινα να κατευθυνθούν σε τομείς όπως η ενέργεια και η τεχνολογία που είναι αναπτυξιακοί».

Σε τι κατάσταση είναι τώρα η ευρωζώνη;
«Η Γερμανία και η Γαλλία πλέον καταλαβαίνουν ότι χωρίς περισσότερη πολιτική ενοποίηση το ευρώ δεν θα επιβιώσει. Αποφύγαμε τώρα τα χειρότερα, αλλά αυτή δεν είναι μια ισορροπία που μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα. Ή αποφασίζεις ότι διατηρείς μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου χωρίς το ευρώ, όπως θα ήθελε η Βρετανία, ή προχωρείς προς την πολιτική ενοποίηση. Δεν υπάρχει μισή λύση. Η Γερμανία επιμένει – και έχει δίκιο -σε μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση. Το επόμενο βήμα μετά την ενιαία επιτήρηση θα πρέπει να είναι μια ευρωπαϊκή επιτροπή που θα είναι υπεύθυνη για τη νομισματική πολιτική και τους προϋπολογισμούς των χωρών».

Η στάση της Γερμανίας τα τελευταία δύο χρόνια έχει βλάψει την ευρωπαϊκή υπόθεση;
«Η Γερμανία στην αρχή ήταν θυμωμένη με την Ελλάδα. Αισθανόταν ότι η κατάσταση ήταν σαν τον μύθο του Ντε Λαφοντέν, με το τζιτζίκι και το μυρμήγκι, όπου ο ένας δούλευε ενώ ο άλλος χόρευε. Ηθελαν να τιμωρηθεί η Ελλάδα και αυτό καθυστέρησε αρκετά τα πράγματα. Οι Γερμανοί όμως θέλουν την ενοποίηση και θέλουν να επιβραβεύσουν την καλή συμπεριφορά, όπως αυτή της Ιταλίας. Επιβλήθηκαν υπερβολικά αυστηρά μέτρα στην Ελλάδα αυτά τα δύο χρόνια και αυτό ήταν και από τη μεριά της Γαλλίας. Τώρα όμως πάμε σε πιο λογική, εποικοδομητική κατεύθυνση, και νομίζω ότι είναι έτοιμοι να διαπραγματευθούν με τον Σαμαρά και να του κάνουν τη ζωή πιο εύκολη, αν δουν ότι είναι σοβαρός».

Οι διαφορές Γαλλίας – Γερμανίας είναι ιδεολογικές, μεταξύ σοσιαλιστών και συντηρητικών, ή εθνικές;
«Στη διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας ο Σαρκοζί ήθελε να παρουσιάζει τον Ολάντ ως σοσιαλιστή παλαιάς κοπής. Ο Ολάντ, από την άλλη, δεν ήθελε να παραδεχθεί ότι αυτά που έκανε ο Σαρκοζί ήταν σωστά και υπερέβαλλε μιλώντας για επαναδιαπραγμάτευση. Εγώ ήξερα ότι δεν εννοούσε την πλήρη αναδιαπραγμάτευση αλλά τη συμπλήρωση της συνθήκης με ένα πακέτο ανάπτυξης. Πριν από τις εκλογές όμως υπάρχει πάντα αυτή η έντονη πόλωση. Γι’ αυτό και οι Γερμανοί αισθάνονταν ότι δεν θα μπορούσαν να συνεργαστούν μαζί του. Ο Σαρκοζί και η Μέρκελ τα συμφωνούσαν μεταξύ τους και μετά ουσιαστικά τα επέβαλλαν στις άλλες χώρες. Ο Ολάντ ήθελε τον διάλογο με τις χώρες, να είναι ο ενδιάμεσος ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο. Είναι θέμα πολιτικού ύφους και όχι ιδεολογίας. Η Γερμανία επιμένει σε περισσότερο έλεγχο και η Γαλλία θέλει αυτός ο έλεγχος να συνοδεύεται από περισσότερη αλληλεγγύη. Δεν βλέπω τις θέσεις τους να είναι τόσο διαφορετικές».

Ευρωομόλογα θα υπάρξουν ποτέ;
«Οταν υπάρξει πολιτική ένωση, θα υπάρξουν και ευρωομόλογα. Είναι σημαντικό να υπάρχει αυτός ο στόχος, αλλιώς πώς θα συμφωνήσουν οι λαοί σε περισσότερη ένωση; Πρέπει να υπάρχει ένα καρότο, όπως είναι και το ευρώ. Η ΕΕ ως ενιαία οντότητα έχει λιγότερο χρέος από την Αμερική ή την Ιαπωνία, οπότε έχει μεγαλύτερη δυνατότητα δανεισμού που μπορεί να κατευθύνει προς την ανάπτυξη. Οταν υπάρξει η τραπεζική ένωση με την επιτροπή που θα εγκρίνει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, θα μπορέσει να υπάρξουν και τα ευρωομόλογα, αλλά το τοποθετώ χρονικά σε μία δεκαετία και όχι σε δύο-τρία χρόνια».

Ποια είναι η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική πρόταση για την έξοδο της Ευρώπης από την ύφεση;
«Πιστεύω στο τρίγωνο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της ανάπτυξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η δικαιοσύνη κάνει τις προσπάθειες πειθαρχίας περισσότερο αποδεκτές από τον λαό. Οταν έχεις πειθαρχία, μπορείς να έχεις και ανάπτυξη, όπως ξέρουν καλά στη Σκανδιναβία. Αν, π.χ., στην Ιταλία δεν έκαναν τίποτε για να φορολογήσουν τους πλούσιους, θα ήταν δύσκολο να κάνουν τις μεταρρυθμίσεις και να δεχθεί ο λαός τις αλλαγές. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι, επειδή το φορολογικό δεν είναι όπως πρέπει, δεν υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη. Ετσι, π.χ., οι δημόσιοι υπάλληλοι νιώθουν ότι πληρώνουν για όλους τους άλλους. Τότε διατρέχει η κοινωνία τον κίνδυνο ενδυνάμωσης των ακραίων κινημάτων όπως βλέπετε στη χώρα σας».

Ποιους στρατηγικούς στόχους προτείνετε στην Ελλάδα για τους επόμενους μήνες;
«Πιστεύω ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επαναδιαπραγματευθεί για να κερδίσει περισσότερο χρόνο. Αλλά θα πρέπει να δείξετε ότι είστε έτοιμοι να εφαρμόσετε τις μεταρρυθμίσεις. Ενα πράγμα που μπορείτε να κάνετε είναι να φορολογήσετε την περιουσία. Εχει γίνει αλλού. Το θέμα είναι ότι με ένα αδύναμο κράτος δεν είσαι σίγουρος πως αυτός που θα στείλεις για να συλλέξει τον φόρο δεν θα δωροδοκηθεί. Δεν ξέρω πώς μπορεί να λυθεί το πρόβλημα, αν μπορεί να σας βοηθήσουν η ΕΕ και το ΔΝΤ με τεχνογνωσία. Βέβαια θα πρέπει να συνοδευθεί και από αλλαγές στη Δικαιοσύνη, ώστε τέτοιες περιπτώσεις να αντιμετωπίζονται γρήγορα».

Τι πιστεύει ένας σοσιαλιστής
«Ηθελα να προτείνω έναν νέο Τρίτο Δρόμο»

Στο βιβλίο σας ουσιαστικά προτείνετε ένα νέο μοντέλο σοσιαλδημοκρατίας. Σε τι πιστεύει σήμερα ένας σοσιαλιστής;

«Ηθελα να προτείνω έναν νέο Τρίτο Δρόμο. Ο Τόνι Μπλερ στο πρόσφατο παρελθόν είχε καταλάβει ότι το παλαιό κράτος πρόνοιας δεν μπορούσε να συνεχιστεί και ήθελε μια κοινωνία όπου το κράτος θα έπαιζε άλλον ρόλο. Αμέλησε όμως τον παράγοντα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δεν έκαναν σημαντικές φορολογικές αλλαγές στη Βρετανία του Μπλερ για να μειώσουν την ανισότητα. Καταλαβαίνω ότι ο Μπλερ δεν ήθελε να γυρίσει στα χρόνια πριν από τη Θάτσερ, όταν τα συνδικάτα είχαν τη δύναμη να παραλύσουν τη χώρα. Από την άλλη όμως, στη Σκανδιναβία και στη Γερμανία έχουν υψηλό επίπεδο κοινωνικού διαλόγου μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, πράγμα που τους επιτρέπει να έχουν πολλή ευελιξία στην αγορά εργασίας. Επίσης δεν προώθησε το κράτος ως στρατηγικό επενδυτή. Δεν μπορείς να έχεις καθαρές κεϊνσιανές πολιτικές πλέον, δεν μπορείς να φορολογείς και να ξοδεύεις χωρίς προτεραιότητες. Για να μπορεί το κράτος να χρηματοδοτεί την Παιδεία και την Υγεία, θα πρέπει να έχει ισορροπημένο προϋπολογισμό. Επειδή μια καινοτόμος αγορά εργασίας έχει και μεγαλύτερη κινητικότητα, το κράτος θα πρέπει να διευκολύνει τη μετάβαση από τη μία δουλειά στην άλλη με εκπαίδευση. Οταν το κράτος είναι στρατηγικό και επιλέγει τις επενδύσεις του, θα πρέπει να ελέγχεται. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να υπάρχουν ανεξάρτητα media και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Αλλιώς η επιλογή των επενδύσεων μπορεί να είναι αποτέλεσμα διαφθοράς και πίεσης των λόμπι. Οταν ζεις σε μια κοινωνία καινοτομίας και κινητικότητας, χρειάζεσαι ένα στρατηγικό κράτος. Αυτό δεν μπορεί να είναι το μινιμαλιστικό κράτος του Κάμερον, το οποίο δεν κάνει επενδύσεις και απλώς επιβάλλει τον νόμο και την τάξη».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ