Η Λευκωσία θα πρέπει να δεσμευτεί ότι θα παραχωρήσει στους Τουρκοκυπρίους το 20% των καθαρών εσόδων ή του φυσικού αερίου που θα εντοπιστεί στις έρευνες υδρογονανθράκων μέσα στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου.

Αυτό προτείνει με έκθεσή της, που τιτλοφορείται «Το δώρο της Αφροδίτης: Μπορεί το κυπριακό αέριο να δώσει ενισχύσει ένα νέο διάλογο;», η Διεθνής Ομάδα Κρίσεων (International Crisis Group – ICG). Η ICG, μία δεξαμενή σκέψης με ιδιαίτερη επιρροή διεθνώς και ιδιαίτερα στις Βρυξέλλες, καταθέτει μία σειρά μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ώστε η ανακάλυψη πλούσιων ενεργειακών πόρων να δώσει ώθηση στις διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού που βρίσκονται σε τέλμα.

Σε γενικές γραμμές, οι προτάσεις αυτές συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η προσπάθεια της Λευκωσίας να ασκήσει το κυριαρχικό δικαίωμα της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πόρων εντός της ΑΟΖ είναι υπαρκτό, αλλά την ίδια στιγμή αυτή η κίνηση είναι μονομερής και παραβιάζει τη δέσμευση για το διαμοιρασμό των φυσικών πόρων του νησιού. Αναγνωρίζει πάντως ότι η αντίδραση της Αγκυρας, ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο, υπήρξε προκλητική και εναντίον μίας πιθανής θετικής κατάληξης των διακοινοτικών συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού.

Τι ακριβώς προτείνει όμως η Διεθνής Ομάδα Κρίσεων;
1. Οι Ελληνοκύπριοι θα πρέπει να δεσμευτούν να μοιραστούν το 20% των καθαρών κερδών ή του φυσικού αερίου που θα βρεθεί με τους Τουρκοκυπρίους. Το μοίρασμα θα μπορούσε να γίνει μέσω ενός μηχανισμού υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και οι δύο πλευρές εμφανίζονται δημοσίως να δεσμεύονται για την επανένωση της νήσου. Ανάλογη δέσμευση για να δώσουν το 20% στους Ελληνοκυπρίους θα πρέπει να κάνουν και οι Τουρκοκύπριοι σε περίπτωση που οι γεωτρήσεις στη θαλάσσια περιοχή βορείως της Κύπρου (κατόπιν συνεργασίας του ψευδοκράτους με την Τουρκία) ευδοκιμήσουν.
2. Οι Ελληνοκύπριοι θα πρέπει να συμφωνήσουν με τους Τουρκοκυπρίους στη σύσταση μία διακοινοτικής συμβουλευτικής επιτροπής (με ad hoc μορφή) για να συζητηθούν θέματα ενέργειας και για να σχεδιαστεί η εγχώρια και βιομηχανική χρήση φυσικού αερίου σε όλο το νησί.
3. Η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να σταματήσουν να χρησιμοποιούν ρητορική απειλών και κινήσεις ναυτικών πλοίων εντός της ΑΟΖ της Κύπρου, ακόμη και αν αμφισβητούν τα όριά της. Επιπλέον, θα πρέπει να δεσμευτούν επισήμως να μην αναμιγνύονται (interfere) ή να κάνουν γεωτρήσεις για υδρογονάνθρακες σε θαλάσσια οικόπεδα που βρίσκονται σε αυτά τα ύδατα, συμπεριλαμβανομένου του οικοπέδου «Αφροδίτη» και περιοχών δυτικά της Κύπρου, ενώ εκκρεμεί μία ρύθμιση.

Καθίσταται σαφές πάντως ότι στις νότιες περιοχές έχει ήδη βρεθεί αέριο, ενώ στις βόρειες δεν έχουν καν ξεκινήσει έρευνες. Επομένως, από μία τέτοια κίνηση βγαίνει κατ’ αρχήν ωφελημένη η τουρκοκυπριακή πλευρά.

Οι αναλυτές της ICG πάντως προχωρούν ένα βήμα παραπέρα και αναφέρουν ότι εφόσον τα παραπάνω μέτρα υλοποιηθούν τότε η Τουρκία και η Κυπριακή Δημοκρατία θα μπορούσαν, πιθανότατα με τη διαμεσολάβηση ενός τρίτου μέρους, να συζητήσουν ενεργειακά θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, χωρίς αυτό να επηρεάζει τις συνομιλίες για το Κυπριακό υπό τον ΟΗΕ ή οποιαδήποτε επίσημη αναγνώριση που θα ακολουθήσει μία επίλυση του πολιτικού προβλήματος.

Μάλιστα, οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να εξετάσουν τη βιωσιμότητα της συνεργασίας για την εξαγωγή κυπριακού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω αγωγού που θα συνδέει το νησί με την Τουρκία. Η ICG εκφράζει άλλωστε την εκτίμηση ότι τα σχέδια για εξαγωγή του αερίου με LNG μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα κοστοβόρα.

Τέλος, η ICG επισημαίνει ότι η Τουρκία, η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία θα μπορούσαν, κατόπιν όλων αυτών, να συμφωνήσουν για την παραπομπή των διαφορών τους περί της οριοθέτησης ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή σε άλλο διαιτητικό δικαστήριο.