Η τοποθέτηση του κ. Μιχ. Χρυσοχοΐδη στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, του κ. Γ. Μπαμπινιώτη στο υπουργείο Παιδείας και της κυρίας Αννας Διαμαντοπούλου στο υπουργείο Ανάπτυξης την περασμένη εβδομάδα δεν ήταν απλώς ένας διορθωτικός ανασχηματισμός. Για πολλά στελέχη των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων ήταν η πρώτη «πρόβα συγκυβέρνησης» σε πραγματικές πολιτικές συνθήκες για την περίπτωση που στις επερχόμενες εκλογές δεν αναδειχθεί αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Κορυφαίοι πολιτικοί παράγοντες υποστηρίζουν πλέον και δημοσίως ότι το πολιτικό σύστημα έχει αλλάξει ήδη σημαντικά μετά τη συγκατοίκηση του ΠαΣοΚ και της ΝΔ στην κυβέρνηση Παπαδήμου και θα αλλάξει πολύ περισσότερο μετά τις εκλογές, όποιο κι αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα. Με βάση λοιπόν το δεδομένο αυτό ο Πρωθυπουργός λέγεται ότι δεν επέλεξε απλώς τρεις υπουργούς που διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία αλλά τρία πρόσωπα που θα μπορούσαν να παραμείνουν στη θέση τους και μετά τις εκλογές στην περίπτωση μετεκλογικής συνεργασίας.

Ταυτόχρονα είναι σαφές ότι ο κ. Παπαδήμος έκανε τρεις επιλογές που εκπέμπουν αξιοπιστία όχι μόνο στην ελληνική κοινωνία αλλά και στο εξωτερικό. Ο κ. Χρυσοχοΐδης επέστρεψε για δεύτερη φορά στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, όπου το έργο του αποτελεί το διαβατήριό του και για τη συνεργασία με όλες τις διωκτικές αρχές του εξωτερικού. Η κυρία Διαμαντοπούλου αναλαμβάνει το υπουργείο Ανάπτυξης με όπλα της τη θητεία της επιτρόπου και τη φιλία της με τον πρωθυπουργό της Ιταλίας για να επιτύχει την ταχεία απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων και να δομήσει τους σχετικούς μηχανισμούς που δεν κατόρθωσαν να συγκροτήσουν οι προκάτοχοί της. Και ο κ. Μπαμπινιώτης αποτελεί τον πρεσβευτή της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό αλλά και τον καταλληλότερο ίσως για να επιβάλει τη μεταρρύθμιση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ωστόσο όλα θα εξαρτηθούν από τις εκλογές και την ανάγκη συνεργασίας που είναι πολύ πιθανόν να προκύψει ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Οπωσδήποτε σε περίπτωση μη ανάδειξης αυτοδύναμης κυβέρνησης θα επανέλθει στο προσκήνιο η «λύση Παπαδήμου» αλλά και γενικότερα η επιλογή ενός τεχνοκράτη πρωθυπουργού, όπως π.χ. ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλος, στην περίπτωση που το πρώτο κόμμα απορρίψει την επιλογή Παπαδήμου για να μην τον ισχυροποιήσει ακόμη περισσότερο και τον εγκαταστήσει μόνιμα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι με βάση τον νέο εκλογικό νόμο αποκλείεται κάθε πιθανότητα σχηματισμού κυβέρνησης χωρίς τη συμμετοχή του πρώτου σε ψήφους κόμματος, καθώς αυτό θα λάβει τη μερίδα του λέοντος από τη νέα Βουλή. Συνεπώς δεν έχουν κανένα νόημα οι συζητήσεις για την πιθανή συνεργασία του ΠαΣοΚ με τη Δημοκρατική Αριστερά αν το ΠαΣοΚ δεν είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές.
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του εκλογικού νόμου, το πρώτο σε ψήφους κόμμα διασφαλίζει αυτοδυναμία στη Βουλή σε κάθε περίπτωση εφόσον συγκεντρώσει ποσοστό άνω του 40,4%. Στην πραγματικότητα όμως θα πρέπει να θεωρεί βέβαιη την αυτοδυναμία και με ποσοστό άνω του 39,5% αφού είναι σχεδόν αδύνατον να συγκεντρωθούν όλες οι ψήφοι από κόμματα που θα μπουν στη Βουλή. Οσο περισσότερες είναι οι ψήφοι που θα πάνε σε κόμματα που δεν θα εισέλθουν στο Κοινοβούλιο τόσο λιγότερο ποσοστό απαιτείται για την αυτοδυναμία.
Για παράδειγμα, αν οι ψήφοι σε κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής ξεπεράσουν το 3% του συνόλου, τότε η αυτοδυναμία διασφαλίζεται και με ποσοστό 39,2% . Αν οι ψήφοι των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής υπερβούν το 5% του συνόλου, τότε η αυτοδυναμία διασφαλίζεται και με 38,4%.
Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τον νέο εκλογικό νόμο (Παυλόπουλου) που τίθεται για πρώτη φορά σε εφαρμογή, «στο αυτοτελές κόμμα που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων στο σύνολο της Επικράτειας παραχωρούνται, επιπλέον των εδρών που λαμβάνει, πενήντα (50) ακόμη έδρες, οι οποίες προέρχονται από εκλογικές περιφέρειες στις οποίες έχουν παραμείνει αδιάθετες έδρες μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 8 (πρώτη κατανομή).

Εισήγηση του ΚΠΕΕ για την αναθεώρηση


Είκοσι πραλλαγές στο Σύνταγμα

Η ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού που θα διαμορφωθεί μετά τις εκλογές περνά και μέσα από τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, η οποία είναι βέβαιον ότι θα ξεκινήσει αμέσως μετά τη συγκρότηση της νέας Βουλής με πρωτοβουλία των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων.
Ηδη από τις επόμενες ημέρες το Κέντρο Πολιτικής Ερευνας και Επικοινωνίας – το παλαιότερο think tank – που λειτουργεί στην Ελλάδα και πρόσκειται στη ΝΔ θα αναρτήσει στον διαδικτυακό ιστότοπό του 20 προτάσεις για την τροποποίηση του Συντάγματος που αναφέρονται στην αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Οπως πληροφορείται «Το Βήμα», στις αλλαγές αυτές συμφωνεί η ηγεσία της ΝΔ αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής και αναμένεται να κυριαρχήσουν στον διάλογο που θα ξεκινήσει αμέσως μετά τις εκλογές.
Μεταξύ των προτάσεων αυτών περιλαμβάνονται:
Αυστηρά 5ετής κοινοβουλευτική θητεία
Προτείνεται σταθερή κοινοβουλευτική θητεία με διάλυση της Βουλής μόνον εφόσον το εγκρίνουν τα 2/3 των μελών του Κοινοβουλίου, κατά τα πρότυπα της ρύθμισης που εισήχθη πρόσφατα και στο βρετανικό κοινοβούλιο. Κατά πάσα πιθανότητα, η θητεία που θα προταθεί θα είναι πενταετής. Εχει επίσης προταθεί, αν κατά τη διάρκεια της πενταετίας προκηρυχθούν για οποιονδήποτε λόγο πρόωρες εκλογές, η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές να έχει θητεία μόνο για το υπόλοιπο της πενταετίας.
Εποικοδομητική πρόταση δυσπιστίας
Κατά το γερμανικό πρότυπο, η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης (άρθρο 34, παρ. 2 του ισχύοντος Συντάγματος) προτείνεται να κατατίθεται μόνο αν περιλαμβάνει πρόταση νέου πρωθυπουργού.
Εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας
Προτείνονται αλλαγές έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η εκλογή Προέδρου στην τρίτη ψηφοφορία με απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών ή η παράταση της θητείας του απερχόμενου προέδρου, π.χ. για ένα έτος, με απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών.
Επαναφορά της ενισχυμένης αναλογικής
Οπως αναφέρει η πρόταση του ΚΠΕΕ, «οι πρόσφατοι εκλογικοί νόμοι (από τη δεκαετία του ’90 και μετά) έχουν νοθεύσει την αρχική φιλοσοφία της ενισχυμένης αναλογικής, αφού ενισχύουν την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του πρώτου κόμματος σχεδόν αποκλειστικά εις βάρος του δευτέρου και όχι των μικροτέρων. Αυτό αποτελεί παράγοντα αστάθειας του κομματικού συστήματος. Πρέπει ως εκ τούτου να εξετασθεί η αποκατάσταση της αρχικής λειτουργίας των εκλογικών συστημάτων αυτού του τύπου που, σε μια προσπάθεια δημιουργίας σταθερών μεγάλων κομμάτων με κυβερνητική προοπτική, ευνοεί όχι μόνο το πρώτο αλλά όλα τα μεγάλα κόμματα εις βάρος των μικρών κομμάτων (τα οποία γίνονται αντιληπτά ως οιονεί κόμματα διαμαρτυρίας ή των άκρων).

Αύξηση του αριθμού των βουλευτών
Σε αντίθεση με τις προτάσεις βουλευτών και κομμάτων για μείωση του αριθμού των βουλευτών από 300 σε 200, το ΚΠΕΕ προτείνει αύξησή τους με την αιτιολογία ότι θα αυξανόταν η εκπροσώπηση απομακρυσμένων περιοχών και θα μειωνόταν η εξάρτηση των πολιτικών από τα ΜΜΕ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ