«Δεν δέχομαι μια πολιτική που μας επιβλήθηκε και ήταν λάθος να τη συνεχίσουμε, γιατί το λάθος είναι ακόμα μεγαλύτερο» δήλωσε η βουλευτής του ΠαΣοΚ κυρία Βάσω Παπανδρέου στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, όπου συνεχίζεται η συζήτηση επί του νέου μνημονίου. Η πρώην υπουργός του ΠαΣοΚ άσκησε ευθεία κριτική για το νέο δανειακό πρόγραμμα, αν και απέφυγε να δηλώσει ρητώς τι θα πράξει στην καθοριστική ψηφοφορία της Κυριακής.

Ωστόσο, τα επιχειρήματά της δεν άφηναν περιθώρια για παρερμηνείες ως προς την αρνητική στάση της έναντι των νέων δεσμεύσεων που αναλαμβάνει η χώρα, αμφισβητώντας πλήρως την επίσημη κυβερνητική «γραμμή» περί διάσωσης της χώρας και αποφυγής της χρεοκοπίας. «Το δημόσιο χρέος δεν μπορεί να μειωθεί με προγράμματα λιτότητας και ύφεσης. Σε καμία χώρα του κόσμου δεν συνέβη αυτό», σημείωσε, προσθέτοντας ότι «το μνημόνιο-2 ακολουθεί την ίδια συνταγή με το μνημόνιο-1 που δεν πέτυχε». «Η συνταγή ήταν λάθος και η υλοποίησή της είχε πολλές αδυναμίες», είπε.

«Δεν βγαίνει»

Κατά την κυρία Παπανδρέου «αν κάποιος χρωστά λίγα και δεν μπορεί να τα πληρώσει έχει πρόβλημα, αν όμως χρωστά πολλά, τότε το πρόβλημα το έχει ο δανειστής του». Και όπως είπε «αυτή την αρχή την έχουμε ξεχάσει». «Δεν βγαίνει», σημείωσε χαρακτηριστικά, υπενθυμίζοντας ότι από το 2010 είχε ταχθεί υπέρ του «κουρέματος».

«Αν είχαμε πάει τότε στο κούρεμα θα ήταν καλύτερα, αλλά κατηγορηθήκαμε για αντεθνική συμπεριφορά», ανέφερε με έμφαση και επισήμανε: «Αν πούμε ότι δεν πληρώνουμε το ομόλογο του Μαρτίου, θα τρέξουν όλοι για να βρουν λύση του προβλήματος. Πιστεύω ότι οι ευρωπαίοι ως δανειστές καλά κάνουν και αγοράζουν χρόνο. Το κάνουν για να διασώσουν τις τράπεζές τους. Δεν δέχομαι όμως μια πολιτική που μας επιβλήθηκε και ήταν λάθος να τη συνεχίσουμε γιατί το λάθος είναι ακόμα μεγαλύτερο. Μας οδηγεί στην έξοδο».

Μάλιστα τόνισε ότι «το (δανειακό) πρόγραμμα είναι πάρα πολύ δύσκολο, διότι πρέπει να είναι αποτρεπτικό το “κούρεμα” για τις άλλες χώρες», ενώ εξήγησε: «Δεν θα είχα αντίρρηση να μας “τιμωρήσουν” καθώς φέρουμε μεγάλη ευθύνη, αλλά αν υπήρχε αποτέλεσμα». Πάντως η κυρία Παπανδρέου παραδέχθηκε ότι σε αντίρρηση με το πρώτο μνημόνιο, τώρα είναι η «πρώτη φορά που έγινε ουσιαστική και επίπονη διαπραγμάτευση, αλλά νομίζω ότι έγινε σε λάθος βάση».

«Δεν μπορούν να μας βγάλουν από το ευρώ»

«Είμαστε πάλι μπροστά σε ένα δίλημμα: χρεοκοπία ή το νέο δανειακό πρόγραμμα. Κάθε φορά η χώρα βρίσκεται σε χειρότερη κατάσταση και νέα αδιέξοδα», πρόσθεσε, παρατηρώντας ότι «κάθε φορά οι στόχοι που έμπαιναν αντικειμενικά δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν».

Μάλιστα εκτίμησε ότι «νομικά δεν υπάρχει δυνατότητα να μας βγάλουν από το ευρώ, αλλά αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να μας στριμώξουν για να πούμε ότι φεύγουμε». «Αλλά και αυτό δεν μπορούν να το κάνουν τώρα, διότι αν φύγει η Ελλάδα υπάρχει ο κίνδυνος της μετάδοσης», συνέχισε η κυρία Παπανδρέου, λέγοντας ότι αν μας πιέσει η ΕΚΤ δηλώνοντας ότι δεν δέχεται τα δικά μας ομόλογα, τα οποία είναι «σκουπίδια», θα πρέπει τότε να πει ότι δεν δέχεται ούτε τα ιταλικά, ούτε τα ισπανικά, ούτε τα πορτογαλικά ομόλογα. «Μια νομισματική ένωση όσο προβληματικό και αν είναι ένα μέλος της, δεν μπορεί να διαλυθεί έτσι εύκολα», συμπέρανε.

«Μας οδηγούν στη χρεοκοπία»

Κατά την εκτίμησή της «το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί αντικειμενικά διότι ήδη από τον πρώτο μήνα του 2012 έχουμε πέσει έξω». «Όλοι γνωρίζουν ότι οι δεσμεύσεις δεν μπορούν να υλοποιηθούν», πρόσθεσε.

Η κυρία Παπανδρέου τάχθηκε υπέρ των μεταρρυθμίσεων: «Έχουμε καθυστερήσει. Πρέπει να αλλάξουμε. Αλλά δεν είναι δυνατόν να συνεχίζουμε σε μια πολιτική όταν γνωρίζουμε ότι οδηγεί σε αδιέξοδο», σημείωσε και τάχθηκε υπέρ ενός νέου σχεδίου Μάρσαλ, αφού, όπως είπε, «το “κούρεμα” δεν μας λύνει το πρόβλημα». «Σε λίγο θα αναγκαστούμε να πάμε και σε νέο “κούρεμα”», συμπλήρωσε, ενώ κατηγόρησε την «οικονομική ελίτ αυτού του τόπου, η οποία προσπαθεί να μεταθέσει τα βάρη στην άλλη πλευρά».

Και κατέληξε: «Είναι η τελευταία μας δυνατότητα να διαπραγματευτούμε αποτελεσματικά αν θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ. Δεχόμενοι (το νέο πρόγραμμα) θα οδηγηθούμε στην έξοδο από το ευρώ, αλλά όταν αυτό συμφέρει τους ευρωπαίους».

Ενστάσεις βουλευτών

Εν τω μεταξύ, τις επιφυλάξεις τους έως και τις κάθετες αντιρρήσεις τους διατύπωσαν και άλλοι βουλευτές του ΠαΣοΚ. Η κυρία Έλενα Παναρίτη σε φορτισμένο ύφος, τόνισε ότι «ή θα χρεοκοπήσουμε σήμερα με δική μας θέληση ή θα χρεοκοπήσουμε σε τρεις μήνες και θα μας σέρνουν στα δικαστήρια του Λουξεμβούργου και θα έχουμε γίνει ρόμπα».

«Αφού είμαστε μια χώρα που έχει το μέγιστο οικονομικό πρόβλημα στην Ευρώπη, θα ζητούσα την ίδια αντιμετώπιση που είχε η Γερμανία η οποία προκάλεσε και τον Α’ και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», πρόσθεσε, ενώ αναφερθείσα στις απαιτήσεις μέτρων ύψους 300 εκατ. ευρώ, πρότεινε να εγγυηθεί η ΕΕ ότι θα εξασφαλίσει τα σύνορά μας για δέκα χρόνια και εμείς να μηδενίσουμε το εξοπλιστικό κονδύλι. «Ποιος είναι αυτός που θα υπογράψει αυτό το χαρτί; Όλα αυτά από κάτω λένε Παρίσι, Βρυξέλλες. Συντάχθηκε κάτι από αυτά στην Ελλάδα;», διερωτήθηκε.

Νωρίτερα, ο κ. Δ. Κουσελάς είχε επισημάνει ότι «η διαπραγμάτευση έγινε με την πλάτη στον τοίχο». «Λείπει η νομιμοποιητική βάση στο πλαίσιο της οποίας ελήφθησαν τα μέτρα. Είναι πολύ δύσκολο να ψηφίσω μια σειρά από διατάξεις. Υπάρχουν και θετικά, αλλά υπάρχει και σειρά ακραίων διατάξεων που αφορούν τον ιδιωτικό τομέα, τα εργασιακά και θα μας κάνουν μια βαλκανική χώρα», είπε, κάνοντας γνωστό ότι θα ψηφίσει κατά συνείδηση.

Ο κ. Αν. Μακρυπίδης διατύπωσε τις ενστάσεις του για τα εργασιακά. «Δεν υπάρχει πρόταση τεκμηριωμένη και με προοπτική», είπε, ενώ τάχθηκε κατά της απόσυρσης των 15.000 δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και των 150.000 απολύσεων έως το 2015.

Ο κ. Χρ. Μαγκούφης δήλωσε ότι δεν θα υπερψηφίσει εάν προηγουμένως δεν υπάρξουν αλλαγές στα εργασιακά.