Για την ανύψωση του ηθικού των ευελπίδων που απογοητεύονται από τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας ακούστηκε «διασκευασμένος» ο χουντικός ύμνος στο αμφιθέατρο της Σχολής Ευελπίδων, ανήμερα την επέτειο του Πολυτεχνείου. Αυτή ίσως να ήταν και η κυριότερη δικαιολογία που προέβαλε ο Αρχηγός της Σχολής, εύελπις της ΙV τάξης Χρήστος Π. Φαραντάτος, ο οποίος αθωώθηκε με ψήφους 3 προς 2 από το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της Σχολής. «Εκείνη την ημέρα και μόλις αποχώρησαν οι αξιωματικοί μίλησα για λίγο στους ευέλπιδες, περνώντας ένα μήνυμα ενότητας και ανύψωσης του ηθικού, και τους προέτρεψα να μην απογοητεύονται από τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας και να δείχνουν κατανόηση για τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει στη λειτουργία της η Σχολή, καθώς και για την ανάγκη ενότητας λαού και Στρατού» είπε στην απολογία του ο αρχηγός της Σχολής.

Ο τεταρτοετής εύελπις είχε παραπεμφθεί, με πόρισμα, στο Πειθαρχικό με το ερώτημα της αποπομπής του για «ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα και την αξιοπρέπεια του ευέλπιδος συμπεριφορά και βαρύ πταίσμα περί την πειθαρχία», επειδή αμαύρωσε την επέτειο του Πολυτεχνείου, όπως σημείωσε και ο πρόεδρος του Πειθαρχικού.

Ο εγκαλούμενος Αρχηγός της Σχολής ούτε αποπέμφθηκε ούτε καν τιμωρήθηκε, εμφανίστηκε αμετανόητος και εξέφρασε επιπλέον και τη λύπη του για τα πειθαρχικά μέτρα που είχαν ληφθεί εναντίον του.
«Δεν υποστηρίζουμε τη χούντα»
Στην απολογία του ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου (παρουσία και των δικηγόρων του) ο Αρχηγός της Σχολής είπε:
«Πράγματι, στις 17 Νοεμβρίου 2011, μετά την επίσημη οργανωμένη εκδήλωση στο αμφιθέατρο της Σχολής για την επέτειο της 17ης Νοεμβρίου, σημειώθηκε από πρωτοετείς ευέλπιδες η απαγγελία ενός τραγουδιού για τον Νοέμβριο του Πολυτεχνείου, το οποίο είχα διασκευάσει ο ίδιος. Αν για την πράξη μου αυτή έχω ευθύνη ως Αρχηγός, κάλεσα την ίδια ημέρα το βράδυ τους επιλοχίες και των δέκα λόχων και τους είπα, αν τυχόν έφερα κάποιους από τους ευέλπιδες σε δύσκολη θέση, να διαβιβάσουν σ’ αυτούς ότι ζητάω «συγγνώμη». Αλλά η πρόθεσή μου δεν ήταν σε καμία περίπτωση αυτή. Πρόθεσή μου ήταν να δείξω ότι όλος ο Στρατός και ο λαός και οι ευέλπιδες είναι ενωμένοι και ήθελα να περάσω το μήνυμα ενότητας για τις δύσκολες καταστάσεις που περνάει η χώρα μας, ότι πιστεύουμε στο δημοκρατικό πολίτευμα και φυσικά ουδεμία εκδήλωση υπήρξε υπέρ της χούντας, δεν υποστηρίζουμε τη χούντα, δεν είμαστε χουντικοί και πιστεύουμε στο δημοκρατικό πολίτευμα». Οταν ο νεαρός εύελπις ρωτήθηκε αν θα ξαναέκανε το ίδιο, απάντησε απλώς πως «δεν θα έστελνα τον πρωτοετή να βρει το τραγούδι» και δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι θα διασκεύαζε και πάλι το ίδιο τραγούδι, μόνο και μόνο, όπως είπε, «για να δώσω ενωτικό, πατριωτικό και δημοκρατικό μήνυμα και ταυτόχρονα θα αποδομούσα τη δικτατορία».
Η όλη ιστορία ωστόσο ήταν μέρες πριν καλά προετοιμασμένη, όπως αποδεικνύεται και από την απολογία του Αρχηγού: «Οταν πλησίαζε η ημέρα του Πολυτεχνείου, έβλεπα στο Internet διάφορα βίντεο και άρθρα και blogs τα οποία μιλούσαν για την επέτειο του Πολυτεχνείου που ερχόταν. Τυχαία έπεσε το μάτι μου στους στίχους του «ύμνου της 21ης Απριλίου», όπως αναφερόταν. Εκεί επειδή έβλεπα διάφορα σχόλια κυρίως νέων να στρέφονται κατά του Στρατού και όχι μόνο κατά χουντικών, συνέλαβα την ιδέα να συνεισφέρω στον εορτασμό τροποποιώντας τους στίχους του συγκεκριμένου τραγουδιού».
«Ζήτησα από τον πρωτοετή Φ. να μου βρει το τραγούδι. Στις 16 Νοεμβρίου βρήκα το τραγούδι και τροποποίησα σε πολλά σημεία τους στίχους του, φτιάχνοντας ουσιαστικά ένα νέο ποίημα, πατριωτικό και ενωτικό. Το αναμορφωμένο αυτό ποίημα δεν είχε καμία αναφορά σε Απρίλη και χούντα, αλλά στον Νοέμβριο, έκανε λόγο για ενότητα και για τις αξίες της πατρίδας μας, της ελευθερίας και της εθνικής ομοψυχίας. Το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου έδωσα το ποίημα αυτό στους πρωτοετείς της III Διμοιρίας του 10ου Λόχου, με εντολή να το μάθουν για την επόμενη ημέρα». Την «μπούρδα» που, όπως αναφερόταν στο πόρισμα, χαρακτήρισε τον εορτασμό για το Πολυτεχνείο τη δικαιολόγησε ως εξής: «Οταν ανέβηκα στο βήμα του αμφιθεάτρου πήρα μέτωπο προς τους ευέλπιδες και ως εκ τούτου η οθόνη προβολής ήταν στην πλάτη μου. Επειδή με ενοχλούσε/τύφλωνε το φως του μηχανήματος προβολής, είπα προς τους χειριστές να το κλείσουν, χρησιμοποιώντας τη φράση «κλείστε αυτή την μπούρδα». Με τη φράση μου αυτή αναφερόμουν στο μηχάνημα».Εν συνεχεία ζήτησε «συγγνώμη», όχι για την πράξη του, αλλά «για τη δυσχερή θέση στην οποία άθελά μου περιήλθε η Σχολή ύστερα από δημοσιεύματα συγκεκριμένης εφημερίδας. Μια ενέργειά μου η οποία έγινε με τις αγνότερες προθέσεις κάποιοι κακόβουλοι προσπάθησαν να την εκμεταλλευθούν για να πλήξουν το κύρος της Σχολής» είπε.
Ο πρόεδρος όμως του Πειθαρχικού έθεσε το παρακάτω ερώτημα: «Υπάρχει λόγος ο εγκαλούμενος να αποπεμφθεί από τη σχολή διότι στο πέρας της επετειακής ομιλίας για την εξέγερση του Πολυτεχνείου διέταξε πέντε ευέλπιδες 1ης τάξεως όπως ανέβουν στο βήμα και τραγουδήσουν μη προβλεπόμενο άσμα, το οποίο συνιστά ασυμβίβαστη συμπεριφορά προς την ιδιότητα και την αξιοπρέπεια του ευέλπιδος. Ενήργησε χωρίς να έχει τη σχετική προς τούτο άδεια και έδωσε διαταγές σε υφισταμένους του άσχετες προς την Υπηρεσία».
Το σκεπτικό της απαλλαγής
Παρά ταύτα για επτά λόγους της πλειοψηφίας από τους οποίους ο κυριότερος είναι ότι του καταλογίζεται «επιπολαιότητα» και ότι «δεν έλαβε υπόψη τους κινδύνους παρανοήσεως του τροποποιημένου ύμνου, με αποτέλεσμα να τύχει παρεξηγήσεως», και ότι «προέβη σ’ αυτήν την πράξη χωρίς δόλο», ο Αρχηγός της Σχολής αθωώθηκε. Μάλιστα αναφέρεται ότι «δεν παραβιάστηκε ο Οργανισμός της Στρατιωτικής Σχολής (ΣΚ 5-53), σύμφωνα με τον οποίο παραπέμπεται ο εγκαλούμενος και η ποινή της αποπομπής του από τη Σχολή είναι δυσανάλογη σε βαρύτητα, λαμβανομένου υπόψη και του νεαρού της ηλικίας».

Το κατηγορητήριο
«Συμπεριφορά ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ευέλπιδος»

Τα δύο μέλη του Πειθαρχικού (ο διοικητής της Σχολής και ο ένας αντισυνταγματάρχης) που μειοψήφησαν με την αθώωσή του θεωρούν ότι ο εγκαλούμενος «επέδειξε ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα και την αξιοπρέπεια του ευέλπιδος – και ειδικότερα του Αρχηγού των Ευελπίδων – συμπεριφορά, διότι παρέβη διατάξεις τόσο του Γενικού Κανονισμού της Υπηρεσίας στον Στρατό όσο και του Οργανισμού της Σχολής» και πρότειναν την αποπομπή του από τη Σχολή για τους παρακάτω λόγους:
* Η ενέργεια του εγκαλουμένου δεν ήταν προϊόν αυθορμητισμού και επιπολαιότητας της στιγμής αλλά μια επιμελώς προπαρασκευασμένη ενέργεια με συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο διαμορφώνοντας κατάλληλα και το ακροατήριο (με την αποχώρηση των αλλοδαπών και των Ελληνοκυπρίων).
* Το πολιτικό περιεχόμενο της πράξης αποδεικνύεται αφενός διότι το κοινό συνειδητοποίησε αμέσως το γεγονός που φαίνεται από τον προβληματισμό, την αναταραχή, την αμηχανία, τον φόβο, τα αισθήματα απορίας και ντροπής μεταξύ των ευελπίδων, όπως προκύπτει από το πόρισμα του στρατιωτικού εισαγγελέα, αφετέρου από τη «συγγνώμη» που ζήτησε ο εγκαλούμενος το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου απ’ όλους τους ευέλπιδες.
* Από το περιστατικό εκτέθηκε η Σχολή αλλά και ο Στρατός γενικότερα στα μάτια μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας μέσω αρνητικής δημοσιότητας που δόθηκε στο γεγονός από μεγάλη μερίδα ΜΜΕ της χώρας και του εξωτερικού.
* Το άσμα το οποίο τραγούδησαν οι ευέλπιδες δεν προβλέπεται από τους κανονισμούς περί στρατιωτικών ασμάτων.
* Ο στρατιωτικός οφείλει να αποφεύγει κάθε πράξη που θα μπορούσε να εκθέσει τον Στρατό.
* Ο στρατιωτικός κανονισμός (ΣΚ 20-1) τιμωρεί την πολιτική δραστηριότητα και ιδιαίτερα την άσκηση πολιτικής επιρροής από κάθε στρατιωτικό. Τιμωρεί κάθε πράξη που προσβάλλει την πειθαρχία και την υπηρεσιακή τάξη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ