Τη στρατηγικής σημασίας συνεργασία με την Ελλάδα σε πολλούς τομείς επιβεβαίωσε ο Εχούντ Μπάρακ κατά τη συνάντηση που είχε το απόγευμα της Τετάρτης με τον κ. Στ. Δήμα. Ο ισραηλινός υπουργός Αμυνας είχε συνομιλία διαρκείας περίπου 45 λεπτών με τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών και μάλιστα εφ’ όλης της ύλης.

Στο τραπέζι έπεσε και το ζήτημα της ενεργειακής συνεργασίας, χωρίς όμως οι άνδρες να υπεισέλθουν σε λεπτομέρειες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επέδειξε ο κ. Μπάρακ για την πορεία της οικονομικής κρίσης και τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ).

Ο ισραηλινός υπουργός Αμυνας επεσήμανε μάλιστα την ανάγκη να υπάρξουν άμεσα ξένες επενδύσεις, επαναλαμβάνοντας το ενδιαφέρον ισραηλινών επιχειρήσεων να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα. Ο κ. Μπάρακ επανέλαβε δε ότι το Τελ Αβίβ αποδίδει μεγάλη σημασία στον άξονα που διαμορφώνεται ανάμεσα σε Ισραήλ, Ελλάδα και Κύπρο σε μία περίοδο που η αστάθεια αποτελεί καθημερινότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Μεγάλο μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε σε περιφερειακά ζητήματα, κυρίως τη Μέση Ανατολή. Η μεγαλύτερη ανησυχία αφορά στις εξελίξεις στη Συρία, όπου όπως παραδέχθηκε ο κ. Μπάρακ, κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη σε αυτή τη συγκυρία. Ωστόσο, φαίνεται ότι μακροπρόθεσμα το καθεστώς του Μπασάρ αλ – Ασαντ έχει χάσει τις βάσεις της νομιμοποίησής του και η παραμονή του στην εξουσία έχει ημερομηνία λήξεως. Αυτό διαφαίνεται και από την αλλαγή στάσης του Αραβικού Συνδέσμου έναντι της Δαμασκού, κάτι που μέχρι και πριν από λίγα χρόνια θα ήταν διανόητο.

Σχετικά με το Ιράν, ο κ. Μπάρακ τάχθηκε υπέρ της ενίσχυσης των κυρώσεων εναντίον της Τεχεράνης και σημείωσε ότι η ανησυχία για την εξέλιξη του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν έχει πλέον καταλάβει τις περισσότερες αραβικές χώρες. Ωστόσο, πρέπει να υπάρχουν δίαυλοι ώστε να επιλυθεί η συνεχιζόμενη κρίση.

Οσον αφορά τέλος στην Τουρκία, ο κ. Μπάρακ επέλεξε να εμφανιστεί συγκρατημένος, λέγοντας ότι είναι σαφής η προσπάθειά της να πλασαριστεί ως ηγέτιδα δύναμη της Μέσης Ανατολικής και της Ανατολικής Μεσογείου. Πάντως, ισραηλινά δημοσιεύματα έχουν κατά καιρούς επισημάνει ότι παρά την έντονη δυσφορία του Τελ Αβίβ για τη στάση της Αγκυρας, υπάρχει σε στρατιωτικούς κύκλους η άποψη ότι δεν πρέπει να κοπούν τελείως οι γέφυρες συνεννόησης με την τουρκική πλευρά.