«Ο Νίκος ήταν η ευρωπαϊκή ιδέα σε πράξη, ο εκσυγχρονισμός σε μαχητική έκδοση. Απέναντι στην εκτεταμένη μιζέρια της ελληνικής πολιτικής ζωής που απεχθάνεται τη μόρφωση, δυσπιστεί στην ευπρέπεια και καλλιεργεί μια επίπλαστη ευαισθησία ήταν ο σταθερός υπερασπιστής του ορθολογισμού, της παιδείας, της γνώσης, της εντιμότητας και του ήθους. Γι’ αυτόν η πολιτική δεν περιοριζόταν στη διαμάχη για την εξουσία και τη νομή της αλλά αφορούσε αξίες, οράματα, πεποιθήσεις για την κοινωνική ζωή. Ήταν σε όλους τους αγώνες χωρίς δισταγμούς, χωρίς να σκέφτεται τον εαυτό του ακόμη και όταν η αρρώστια άρχισε να τον καταπονεί», με αυτά τα λόγια αποχαιρέτισε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης τον επί τριακονταετία στενό του συνεργάτη και τον «αδελφικό φίλο» Νίκο Θέμελη, το απόγευμα της Δευτέρας στον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο κοιμητήριο Παπάγου.

Στον λιτό και μοναδικό επικήδειο, εμφανώς θλιμμένος αλλά κύριος της συγκίνησής του, ο πρώην πρωθυπουργός μίλησε σε τόνο προσωπικό για τον «Νίκο που ξεχώριζε»: «Δεν ήταν μόνο η εκτεταμένη μόρφωση, η αγάπη στη μουσική, η ενασχόληση με τη λογοτεχνία που τον διέκριναν αλλά και η προσωπικότητά του. Έδινε σημασία στις άλλες γνώμες, αποστρεφόταν τις εμπάθειες και τους δογματισμούς, πρόσεχε τις προσωπικές πλευρές των προβλημάτων, προσπαθούσε να πετυχαίνει συνθέσεις. Αλλά ήταν ταυτόχρονα κριτικός όταν έπρεπε, καυστικός για την ιδιοτέλεια, ειρωνικός για τα μεγάλα λόγια. Πάντα σταθερά προσηλωμένος στις αξίες που πίστευε: στην αντίληψή του για μια κοινωνία που πρέπει να βελτιώνει συνεχώς το επίπεδό της, στην πεποίθησή του ότι κάθε άτομο έχει ευθύνη απέναντι στους πολίτες και γι’ αυτό είναι επιβεβλημένη η ειλικρίνεια στις ανθρώπινες σχέσεις, η εναντίωση στους άκρατους εγωισμούς, η διαμάχη με την ισοπεδωτική μετριότητα. Ήταν απόλυτα συνεπής απέναντι σε όσα πίστευε. Υπερασπιζόταν τις φιλίες του και τις επιλογές του. Ήταν ανοιχτός στον άλλο, φιλικός, πρόθυμος να βοηθήσει, ανθρώπινος». Μίλησε για τον γενναιόδωρο φίλο Νίκο, που πρόσφερε απλόχερα ιδέες και χιούμορ, για τις βραδιές ξενοιασιάς στο σπίτι του χάρη στο κέφι του, για τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία, τους «απρόσμενους και εντυπωσιακούς εαυτούς» του Νίκου, για τα βιβλία του «που αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν από χιλιάδες αναγνώστες, γιατί μπορούσαν μέσα σε αυτά να βρουν την πάλη για τις ιδέες και το νόημα της πολιτικής πράξης, τις διακυμάνσεις και τις συγκρούσεις της εθνικής ιδεολογίας, τις ταυτότητες της ελληνικής κοινωνίας».

Εκτός από τον Κώστα και τη Δάφνη Σημίτη, που σχεδόν ως μέλη της οικογένειας ακολούθησαν τη σωρό του Νίκο Θέμελη ως την τελευταία της κατοικία ακολουθώντας τη σύζυγό του Μαριάννα, στην κηδεία παρευρέθηκαν άνθρωποι του πολιτικού, του δημοσιογραφικού και του εκδοτικού κόσμου: ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου με τη σύζυγό του Άντα, ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος, οι υπουργοί Περιβάλλοντος Γιώργος Παπακωνσταντίνου, Μεταφορών Γιάννης Ραγκούσης, Περιφερειακής Ανάπτυξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου, Υγείας Ανδρέας Λοβέρδος, Δικαιοσύνης Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, Διοικητικής Μεταρρύθμισης Δημήτρης Ρέππας, ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Νίκος Σηφουνάκης, η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ Τηλέμαχος Χυτήρης, Απόστολος Κακλαμάνης και Νάσος Αλευράς, οι πρώην βουλευτές Γιάννος Παπαντωνίου, Χρήστος Βερελής, Ελένη Κούρκουλα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Πέτρος Ευθυμίου, ο Νίκος Αθανασάκης κ.α. Τη Νέα Δημοκρατία εκπροσώπησε ο Δημήτρης Σιούφας. Παρών και ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Νίκος Γκαργκάνας.
Τον συγγραφέα Νίκο Θέμελη αποχαιρέτισαν μέλη του εκδοτικού κόσμου, οι εκδότες του Νώντας Παπαγεωργίου από το Μεταίχμιο και Κάτια Λεμπέση από τον Κέδρο, η Εύα Καραϊτίδη της Εστίας, ο Νίκος Γκιώνης των εκδόσεων Πόλις, η διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου Κατρίν Βελισσάρη και οι πρώην διευθυντές Χρήστος Λάζος και Μυρσίνη Ζορμπά, η επιμελήτριά του Ελένη Μπούρα. Κοντά σε αυτούς και οι ομότεχνοι από τον χώρο της λογοτεχνίας και της διανόησης, ο πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων Αλέξης Ζήρας, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Γιώργος Μπαμπινιώτης, η Ρέα Γαλανάκη, η Φωτεινή Τσαλίκογλου και ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, η Ευγενία Φακίνου με τον Μιχάλη Φακίνο, ο Δημήτρης Μαρωνίτης και Ανθή Μαρωνίτη, η Χριστίνα Ντουνιά, ο Γιώργος Μπράμος, ο Κώστας Ακρίβος, ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης, η Άννα Φραγκουδάκη, η Μαριλίζα Μητσού κ.α.

«Ήταν βαθιά του πεποίθηση ότι πρέπει να αναδιαρθρώσουμε τη χώρα, για να πάψουμε να είμαστε οι περιθωριακοί της Ένωσης και να μετατραπούμε σε ενεργούς πρωταγωνιστές μιας πορείας ενοποίησης»
είπε ο κ. Σημίτης για τον διαφωτιστή Νίκο.
Το απόγευμα ήταν ευχάριστο, το αεράκι στον Υμηττό δροσερό, τα τζιτζίκια συνόδευαν υποβλητικά τα δακρυσμένα μάτια των φίλων του Νίκου Θέμελη που παρακολούθησαν τη σεμνή τελετή, απόλυτα σύμφωνη με το ύφος και το ήθος του Νίκου Θέμελη. Χαμηλόφωνα ο καθένας είχε κάτι να θυμηθεί, τα τελευταία του λόγια πριν από λίγες μέρες, την εργατικότητά του, την ειλικρίνεια με την οποία αντιμετώπιζε την κατάσταση της υγείας του, την ευχάριστη προσωπικότητά του, το χιούμορ του, τον «τρόπο του που σε κέρδιζε», όπως σημείωσε ο κ. Σημίτης.
«Σήμερα ας κάνουμε μια γενναία προσπάθεια να μη σκεφτόμαστε ότι χάσαμε κάποιον που αγαπούσαμε», κατέληξε. «Είναι επώδυνο και δύσκολο, αλλά ας αναλογιστούμε εκείνο που κερδίσαμε από την παρουσία του, το θετικό, τις ιδέες, την προσφορά του. Αποτελούν τμήμα του εαυτού μας. Και γι’ αυτό ο Νίκος θα ζει μαζί μας. Θα μας συνοδεύει το παράδειγμα της φιλίας του, της ανιδιοτέλειάς του, της προσπάθειας για το καλύτερο».


Ο επικήδειος λόγος του Κώστα Σημίτη

«Με τον Νίκο γνωρίστηκα το 1981, όταν επισκέφθηκα ως υπουργός Γεωργίας για πρώτη φορά τις Βρυξέλλες. Ηταν η αρχή μιας βαθιάς και σταθερής φιλίας, που στηριζόταν στην εκτίμηση. Ηταν πολύτιμος σαν συνεργάτης και ανεκτίμητος σαν άνθρωπος. Ζήσαμε σε καθημερινή σχεδόν επαφή 30 ολόκληρα χρόνια.

Ο Νίκος ήταν η ευρωπαϊκή ιδέα σε πράξη, ο εκσυγχρονισμός σε μαχητική έκδοση. Απέναντι στην εκτεταμένη μιζέρια της ελληνικής πολιτικής ζωής που απεχθάνεται τη μόρφωση, δυσπιστεί στην ευπρέπεια και καλλιεργεί μια επίπλαστη ευαισθησία ήταν ο σταθερός υπερασπιστής του ορθολογισμού, της παιδείας, της γνώσης, της εντιμότητας και του ήθους. Γι’ αυτόν η πολιτική δεν περιοριζόταν στη διαμάχη για την εξουσία και στη νομή της αλλά αφορούσε αξίες, οράματα, πεποιθήσεις για την κοινωνική ζωή. Ηταν σε όλους τους αγώνες χωρίς δισταγμούς, χωρίς να σκέφτεται τον εαυτό του, ακόμη και όταν η αρρώστια άρχισε να τον καταπονεί.

Από το 1996, ως επικεφαλής του πρωθυπουργικού μου γραφείου, ήταν ακούραστος μαχητής για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Ηξερε να χαράζει στρατηγικές σε μόνιμη αντιπαράθεση με τις τακτικές των υποσχέσεων που δεν πραγματοποιούνται, των ενεργειών που δήθεν αλλάζουν τα πράγματα αλλά διατηρούν το παλιό. Ηταν βαθιά του πεποίθηση ότι πρέπει να αναδιαρθρώσουμε τη χώρα, για να πάψουμε να είμαστε οι περιθωριακοί της Ενωσης και να μετατραπούμε σε ενεργούς πρωταγωνιστές μιας πορείας ενοποίησης. Οι άμεσοι συνεργάτες όλων των πρωθυπουργών της Ενωσης τον ήξεραν, συνεργάζονταν μαζί του, ήταν φίλοι του και άκουγαν τη γνώμη του. Είχαμε διαμορφώσει ένα δίκτυο συνεννόησης που έδειξε την αποτελεσματικότητά του σε όλες τις μεγάλες στιγμές της ευρωπαϊκής πορείας στο διάστημα 1996-2004: στην ένταξη στην ΟΝΕ, στο Ελσίνκι, στην ένταξη της Κύπρου, αλλά και στις αποφάσεις της Λισαβώνας για μια νέα πιο ανταγωνιστική Ενωση. Στη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας του 2003 ο Νίκος βοήθησε αποφασιστικά να ξεπεραστούν οι διαμάχες που ακολούθησαν την επέμβαση των Αμερικανών στο Ιράκ και να αναδειχθεί η Ελλάδα ως εγγυητής μιας κοινής πορείας.

Κάθε Αγίου Νικολάου καλούσε σπίτι του για ένα δείπνο που μαγείρευε εξαιρετικά ο ίδιος. Ηταν ένα χαρούμενο βράδυ ξενοιασιάς χάρη στο κέφι του. Ο Νίκος προσέφερε απλόχερα τόσο σε μένα όσο και σε όλους που δούλευαν μαζί του, με χιούμορ, με ιδέες. Η σταθερή συμπαράσταση της Μαριάννας τον βοηθούσε και τον στήριζε τόσο στην πολιτική όσο και στη λογοτεχνία. Κέρδισα πολλά από τη φιλία μας. Ηταν ένα αποφασιστικό στοιχείο στην προσπάθειά μου.

Ο Νίκος είχε, πέρα από το πρόσωπο που όλοι γνώριζαν από τις πολιτικές του δραστηριότητες, και άλλους εαυτούς απρόσμενους και εντυπωσιακούς. Για αρκετά χρόνια ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και έχει αφήσει μεγάλο αριθμό πινάκων με συμβολικά υπαρξιακά θέματα.

Τα βιβλία του χαρακτηρίστηκαν δικαιολογημένα ως μανιφέστα εκσυγχρονισμού. Ηταν βιβλία οραματικά που αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν από χιλιάδες αναγνώστες, γιατί μπορούσαν μέσα σε αυτά να βρουν την πάλη για τις ιδέες και το νόημα της πολιτικής πράξης, τις διακυμάνσεις και τις συγκρούσεις της εθνικής ιδεολογίας, τις ταυτότητες της ελληνικής κοινωνίας.

Ολοι απόρησαν πώς μπορούσε ο Νίκος να ασχολείται εξίσου επιτυχημένα σε δύο τόσο διαφορετικούς τομείς, από τη μια μεριά με τη λογοτεχνία, που απαιτεί ευαισθησία στο ανθρώπινο περιβάλλον, διαρκή εσωτερική αναζήτηση, συνεχή ερωτήματα και μια γενικευμένη αμφιβολία, και από την άλλη μεριά με την πολική, που προϋποθέτει ισχυρές αντιλήψεις, επιμονή στους στόχους και τη δυνατότητα να ξεπερνάς ευαισθησίες. Ο Νίκος όμως ήταν διαφορετικός, πιο σύνθετος, μπορούσε να επικοινωνεί με πολλούς άμεσους αλλά και έμμεσους τρόπους, να διατυπώνει τους προβληματισμούς του. Ηταν έντονα δημιουργικός».