«Οι αγορές τρελάθηκαν. Αυτή τη στιγμή η κατάσταση δεν ελέγχεται» έλεγε την Τετάρτη το απόγευμα τραπεζίτης που παρακολουθούσε όλη την ημέρα στα μόνιτορ του υπολογιστή του τις τιμές των μετοχές στα διεθνή χρηματιστήρια να κατρακυλούν. Μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου περίπου 4 τρισ. δολάρια είχαν χαθεί από την αγορά μετοχών, παγκοσμίως, ποσό που ισοδυναμεί με το συνολικό μέγεθος των οικονομιών της Γαλλίας και της Ιταλίας. Οι φόβοι για ύφεση στις ΗΠΑ που ήλθαν να προστεθούν στις ανησυχίες για εξάπλωση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης οδήγησαν τους επενδυτές σε γενικό ξεπούλημα μετοχών. Οι απώλειες στα χρηματιστήρια περιορίστηκαν στο τέλος της εβδομάδας, με τις αγορές όμως να παραμένουν νευρικές.

Το διαφαινόμενο κοκτέιλ ύφεσης και κρίσης χρέους έχει εκτινάξει στα ύψη την αβεβαιότητα και τη νευρικότητα των αγορών, με αποτέλεσμα να υπεραντιδρούν ακόμη και σε φήμες. Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί ήταν οι έντονες διακυμάνσεις της περασμένης εβδομάδας, με τη Wall Street τη μία ημέρα να υποχωρεί κατά 6% και την άλλη να ανεβαίνει κατά 5% προτού υποχωρήσει εκ νέου την επομένη και το κόστος ασφάλισης των γαλλικών ομολόγων να εκτοξεύεται στις 180 μονάδες ύστερα από φήμες που ήθελαν τη Γαλλία να χάνει την αξιολόγηση ΑΑΑ. Διακυμάνσεις της τάξεως του 5% δεν είχαμε μόνο στα χρηματιστήρια (Λονδίνο, Παρίσι, Φραγκφούρτη) αλλά και στα νομίσματα, που δεν είναι συνηθισμένο, ιδιαίτερα μάλιστα αν πρόκειται για το ελβετικό φράγκο.

«Η πτώση στα χρηματιστήρια πολύ περισσότερο εκφράζει φόβους για επιστροφή της ύφεσης παρά ανησυχίες για χρεοκοπία των ΗΠΑ» αναφέρει ο κ. Μ. Μασουράκης, διευθυντής Οικονομικών Μελετών της Αlpha Βank. Πράγματι, οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων όχι μόνο δεν έπεσαν, αλλά αντίθετα ενισχύθηκαν. Η απόδοση των 10ετών αμερικανικών τίτλων πριν από την υποβάθμιση κυμαινόταν περί το 2,60% και μετά διαμορφώθηκε ακόμη και κάτω από το 2,30%, πράγμα που αποδεικνύει ότι οι επενδυτές δεν έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην αμερικανική οικονομία. Μάλιστα, η αναταραχή στις αγορές την περασμένη εβδομάδα ενίσχυσε τη ζήτηση για αμερικανικά ομόλογα, καθώς οι επενδυτές αναζητούσαν ασφαλή καταφύγια, όπως ο χρυσός, η τιμή του οποίου ξεπέρασε τα 1.800 δολάρια η ουγκιά.

Βεβαίως, όπως σημειώνει ο κ. Μασουράκης, με την κίνησή της η S&Ρ «επισήμανε το μεγάλο πρόβλημα χρέους που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ» για την επίλυση του οποίου «απαιτούνται ριζικές αλλαγές και αύξηση των εσόδων που υπονομεύει την επιστροφή της αμερικανικής οικονομίας σε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης» .

Οι αγορές λοιπόν προεξοφλούν μια «διπλή βουτιά», δηλαδή μια νέα ύφεση προτού προλάβουν οι οικονομίες να συνέλθουν από την προηγούμενη, η οποία θα πλήξει τα εταιρικά κέρδη και γι΄ αυτό σπεύδουν να πουλήσουν τις μετοχές. Θεωρούν επίσης ότι η πολιτική ηγεσία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την κατάσταση, καθώς οι επανειλημμένες προσπάθειες σε ΗΠΑ και ευρωζώνη για επίτευξη αναπτυξιακών ρυθμών και επίλυσης της κρίσης χρέους έχουν αποτύχει.

«Οι αγορές βρίσκονται πάρα πολύ μπροστά από τους πολιτικούς» είναι η άποψη που ακούς όλο και πιο συχνά από χείλη επιχειρηματιών και τραπεζιτών. Αυτή άλλωστε είναι η κυρίαρχη άποψη στους κύκλους του χρήματος και των επιχειρήσεων παγκοσμίως. Ο διεθνούς φήμης καθηγητής Κεν Ρόγκοφ σε άρθρο του στους «Financial Τimes», την περασμένη εβδομάδα, εστιάζει στην αδυναμία των πολιτικών να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. «Σήμερα δεν υπάρχει πιστωτική κρίση όπως το 2008 αλλά κρίση εμπιστοσύνης» τονίζει και προσθέτει ότι « οι αγορές μπορούν να προσαρμοστούν σε χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, δεν μπορούν όμως να αντεπεξέλθουν σε μια συνεχώς διογκούμενη έλλειψη εμπιστοσύ νης προς τις πολιτικές ηγεσίες και μια αυξανόμενη πεποίθηση ότι οι πολιτικοί έχουν χάσει την επαφή τους με την πραγματικότητα» .

Οι αγορές θεωρούν ότι οι πολιτικές ηγεσίες σε Ευρώπη και ΗΠΑ δεν κάνουν αρκετά πράγματα για να ξεπεραστεί η κρίση που ξεκίνησε το 2007 με τα στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης των ΗΠΑ και κορυφώθηκε με την κατάρρευση της Lehman Βrothers το επόμενο έτος. Δηλαδή ακόμη δεν μπορούν να διαχειριστούν τις επιπτώσεις στις οικονομίες από το σκάσιμο της φούσκας του υπερδανεισμού ιδιωτών, επιχειρήσεων και κρατών. «Οι επανειλημμένες εξαγγελίες των πολιτικών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού για επιστροφή σε υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης παρέμειναν στα λόγια» σημειώνει στο άρθρο του ο Κεν Ρόγκοφ.

Οι πρόσφατες αποφάσεις για το χρέος σε ΗΠΑ και Ευρώπη ήλθαν να υποστηρίξουν τα επιχειρήματα για ανεπάρκεια των πολιτικών ηγεσιών και στα δύο προπύργια του καπιταλισμού. Από τη μια υπήρχε η αδυναμία συνεννόησης Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών στις ΗΠΑ που οδήγησε σε μια χαλαρή συμφωνία για την αντιμετώπιση του χρέους και των ελλειμμάτων και από την άλλη η Σύνοδος της 21ης Ιουλίου που απέτυχε (για ακόμη μια φορά) να δώσει τέλος στην κρίση χρέους της ευρωζώνης. Οι αγορές εκτιμούν ότι για μεν την Αμερική τα μέτρα έχουν βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και θα οδηγήσουν σε ύφεση, για δε την Ευρώπη θεωρούν ότι θα χρειαστούν πολύ περισσότερα από τα 440 δισ. ευρώ του ΕFSF- υπολογίζουν ακόμη και 2 τρισ. ευρώ- για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους.

Και στις δύο περιπτώσεις θεωρούν ότι οι πολιτικοί προτάσσουν το πολιτικό τους συμφέρον: ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα σκέπτεται τις εκλογές του 2012, όπως και ο γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί , ενώ η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ πρέπει να κρατήσει τις ισορροπίες στον κυβερνητικό συνασπισμό και να μην απογοητεύσει τους ψηφοφόρους της που αντιδρούν στο ενδεχόμενο αύξησης του πακέτου σωτηρίας. Οπως σημειώνει το περιοδικό «Εconomist» με τις κυβερνήσεις να παραμένουν αδρανείς, η πρωτοβουλία των κινήσεων έχει περάσει στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες φαίνεται να έχουν πάρει την κατάσταση στα χέρια τους. Αρχικά ο πρόεδρος της ΕΚΤ, ΖανΚλοντ Τρισέ, με την αγορά ισπανικών και ιταλικών ομολόγων στις αρχές της εβδομάδας κατάφερε να μειώσει το κόστος δανεισμού των δύο χωρών από πάνω από 6% στα επίπεδα του 5%. Στη συνέχεια ο επικεφαλής της Fed Μπεν Μπερνάνκι ανακοίνωσε ότι θα κρατήσει χαμηλά τα επιτόκια του δολαρίου τουλάχιστον ως το 2013, ενώ εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να ενισχύει τη ρευστότητα της αμερικανικής οικονομίας τυπώνοντας εκ νέου δολάρια.

Με τον τρόπο αυτόν εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ θα επιχειρήσουν να πληθωρίσουν το χρέος τους και έτσι να πετύχουν τη μείωσή του. «Για να μειωθεί το χρέος ή κόβεται ή πληθωρίζεται» αναφέρει ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας κ. Α. Θωμόπουλος, ο οποίος εκτιμά ότι «θα δούμε ένα μείγμα πληθωρισμού και νομισματικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ». Για τους ευρωπαίους το δίλημμα είναι είτε να προχωρήσουν προς τη δημοσιονομική ολοκλήρωση ή προς τη διάλυση. Σε κάθε περίπτωση θεωρούν ότι θα χρειαστούν πολύ περισσότερα κεφάλαια για τη σωτηρία των χωρών με υψηλό χρέος από αυτά που είναι διατεθειμένη να διαθέσει η Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση, όπως έδειξε και η αντίδραση των αγορών την περασμένη εβδομάδα, η οικονομία σε Ευρώπη και ΗΠΑ, το επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να κινηθεί σε αχαρτογράφητα νερά.

Κένεθ Ρόγκοφ,
καθηγητής του Χάρβαρντ και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ

Σε αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι οι ηγέτες δεν αρκεί να πάψουν να είναι παρατηρητές,αλλά πρέπει επιτέλους να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα μιας Μεγάλης Συρρίκνωσης (Great Contraction),δηλαδή μιας όχι μεγάλης αλλά συνηθισμένης ύφεσης.

Πολ Κρούγκμαν,
Βραβείο Νομπέλ Οικονομίας

«Τόσο ο Μπαράκ Ομπάμα όσο και οι ηγέτες της ευρωζώνης επικεντρώνονται λανθασμένα περισσότερο στη μείωση του ελλείμματος παρά στον πραγματικό και παρόντα κίνδυνο μιας δεύτερης φάσης της ύφεσης».

Λάρι Σάμερς,
πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ

«Με την ανάπτυξη να κινείται κάτω από το 1% το πρώτο μισό του έτους,η οικονομία βρίσκεται ουσιαστικά σε πτώση και αντιμετωπίζει τον κίνδυνο των σοκ,από την ευρωπαϊκή οικονομική κρίση που παραμένει ανεξέλεγκτη.Σύμφωνα με τις ενδείξεις που έχουμε,η πιθανότητα για διπλή βουτιά είναι τουλάχιστον μία στις τρεις».

Τζόζεφ Στίγκλιτζ,
Βραβείο Νομπέλ Οικονομίας

«Η λιτότητα που θα προκύψει από τις συνεχείς περικοπές δημοσίων δαπανών θα ανακόψει την ευρωπαϊκή ανάπτυξη» η οποία με τη σειρά της «υποσκάπτει και τις προσπάθειες για δημοσιονομική σταθεροποίηση λόγω των μειωμένων φορολογικών εσόδων».

ΠΕΝΤΕ ΔΡΟΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
1. Στήριξη στους αδύναμους κρίκους

Είναι η πολιτική των πακέτων διάσωσης που ακολουθείται ως σήμερα με την επιστράτευση του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης ΕFSF. Ο φόβος ότι η κρίση θα συμπαρασύρει την Ιταλία και την Ισπανία καθιστά την επιλογή αυτή «μη βιώσιμη» για το μέλλον.

2. Περισσότερη λιτότητα

Η προτιμότερη λύση για τη Γερμανία και τις χώρες που συντάσσονται μαζί της.Οι προϋποθέσεις δανεισμού θα συνδεθούν με πιο αυστηρά κριτήρια στη βάση ενός Συμφώνου Σταθερότητας που θα είναι πιο σκληρό από το Μάαστριχτ και θα συνδέεται με την ανταγωνιστικότητα,την ελαστικοποίηση της εργασίας και τη δημοσιονομική πειθαρχία.

3. Ενα υπουργείο για το ευρώ

Για πολλούς οικονομολόγους η μόνη βιώσιμη λύση για το ευρώ. Η εποπτεία των ευρωπαϊκών οικονομιών θα επιτρέψει την έκδοση ευρωομολόγου.Αυτό θα αποτελέσει τείχος προστασίας για τις χώρες του Νότου που θα προσφέρουν ως αντάλλαγμα την κυριαρχία τους σε οικονομικά ζητήματα στους ισχυρούς του Βορρά.

4. Ευρωζώνη δύο ταχυτήτων

Μια ζώνη της Γερμανίας και των υπόλοιπων οικονομιών που αξιολογούνται με ΑΑΑ όπως η Αυστρία, η Ολλανδία και η Φινλανδία. Η Γαλλία θα ανήκει στην ομάδα των αδυνάτων του «φτηνού ευρώ» που θα ενισχύσουν έτσι την οικονομική τους ανάπτυξη.

5. Διάλυση της ευρωζώνης

Πρόκειται για σενάριο τρόμου. Οι αδύναμες οικονομίες δεν μπορούν να αντέξουν το βάρος της συμμετοχής σε ένα σκληρό νόμισμα και αποχωρούν. Ακολουθούν υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, χρεοκοπία, κατάρρευση τραπεζών και καλπάζων πληθωρισμός. Οι επενδυτές κερδοσκοπούν εις βάρος του ευρώ στοιχηματίζοντας στην πλήρη διάλυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ