Σε λιγότερες από δέκα ημέρες οι πρυτάνεις των πανεπιστημίων της χώρας συναντώνται σε σύνοδό τους στο Ρέθυμνο της Κρήτης για να εκτιμήσουν τις προτάσεις που θα ακούσουν σήμερα από τον πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου στους Δελφούς. Στις 2 Οκτωβρίου το ερώτημα που θα τεθεί στη σύνοδο των πρυτάνεων ΑΕΙ είναι ένα: «Στηρίζουμε την κυβέρνηση ή όχι;».

Πίσω από τους πανεπιστημιακούς βρίσκεται σήμερα ένας τεράστιος όγκος 500.000 ανθρώπων που μπορεί να περιλαμβάνει έναν εξίσου μεγάλο αριθμό «αιωνίων»- άρα μη ενεργών- φοιτητών, ωστόσο δεν παύει να επιδρά καταλυτικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Τα πανεπιστήμια αποτέλεσαν επί είκοσι χρόνια προνομιακό χώρο για πολιτικούς και τοπικούς «άρχοντες». Από το 1984 και μετά κάθε κυβέρνηση μαζί με τον προϋπολογισμό της κάθε χρονιάς ενέκρινε και την ίδρυση μερικών ακόμη τμημάτων στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας. Σήμερα λειτουργούν 22 πανεπιστήμια και 18 ΤΕΙ στη χώρα, με περισσότερα από 590 τμήματα και αλληλεπικαλύψεις επιστημονικών αντικειμένων που ξεπερνούν το 60% των σχολών.

«Δεν έχουμε πρόθεση να δημιουργήσουμε προβλήματα εφόσον είμαστε ισότιμοι συνομιλητές» λέει στο «Βήμα» ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Θ. Παπαθεοδώρου. «Η κυβέρνηση ξέρει ότι ο καλύτερος τρόπος εξόδου από την κρίση που περνάει η χώρα είναι η έρευνα που γίνεται μέσα στα πανεπιστήμια» συνεχίζει. «Δεν γίνεται όμως να φτάνει ο Οκτώβρης και να μην ξέρουμε τι χρήματα θα πάρουμε» προσθέτει. «Αυτό που αρνούνται τόσα χρόνια στα πανεπιστήμια είναι το αυτονόητο: το να μπορούν να φροντίζουν τα του οίκου τους».

Ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου κ. Γ.Μυλόπουλος θα ζητήσει σήμερα ενώπιον του Πρωθυπουργού να μην ισχύσει η πολιτική λιτότητας της κυβέρνησης για τα πανεπιστήμια. «Είναι απαράδεκτο να μην μπορούμε να καθορίσουμε τον αριθμό των εισακτέων φοιτητών μας αλλά να πρέπει να υποδεχθούμε το πλήθος των πρωτοετών χωρίς να έχουμε καν τη απαραίτητη χρηματοδότηση από το κράτος» δηλώνει.

Από την άλλη πλευρά, μεγάλο πλεονέκτημα δίνει στην πρόταση της κυβέρνησης για συνολικές αλλαγές στα ΑΕΙ ένα τυχαίο γεγονός: σχεδόν κανένας από τους πρυτάνεις των κεντρικών πανεπιστημίων της χώρας δεν είναι «παλιά καραβάνα» ώστε να προκαλέσει «αιματηρές» διαπραγματεύσεις με το επιτελείο της. Στην πλειονότητά τους οι πρυτάνεις των κεντρικών ΑΕΙ ανέλαβαν τα ηνία των ιδρυμάτων τους πριν από λίγες ημέρες. Τον περασμένο Μάιο έγιναν εκλογές στα περισσότερα ιδρύματα της χώρας και εκείνο που έμεινε στη μνήμη από τον προηγούμενο νόμο-πλαίσιο της κυρίας Μαριέττας Γιαννάκου ήταν ένα: κανένα στέλεχος με εμπειρία στη διοίκηση δεν μπορούσε να βάλει υποψηφιότητα για να εκλεγεί για δεύτερη συνεχόμενη τετραετία καθώς ο νόμος έθετε σχετικό περιορισμό.

Η κυβέρνηση έτσι εισηγείται σήμερα ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα αλλαγών σε καλοπροαίρετες και έτοιμες να στηρίξουν τα σχέδιά της διοικήσεις των πανεπιστημίων. Παράλληλα και οι καθηγητές των πανεπιστημίων «ρίχνουν» τους τόνους στα θέματα των γιγαντιαίων ερευνητικών προγραμμάτων του «Θαλή» και του «Ηράκλειτου» που διεκδικούν. Οπως έλεγε στο «Βήμα» τις προηγούμενες ημέρες καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, «θέλουμε να προχωρήσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται στις χρηματοδοτήσεις των προτάσεών μας, οπότε θα αγνοήσουμε τις μεγάλες καθυστερήσεις και την αλλαγή των όρων στις αξιολογήσεις τους την τελευταία στιγμή».

Η εμπειρία βέβαια έχει δείξει ότι, αν τα πανεπιστήμια δεν θέλουν να εφαρμόσουν έναν νόμο, απλώς δεν τον εφαρμόζουν. Ουδείς έχει τη δυνατότητα να τους υποχρεώσει. Πολύ περισσότερο η πολιτεία που δεν κατάφερε να δείξει συνέπεια ούτε καν στους περίφημους «τετραετείς» προγραμματισμούς με τα ΑΕΙ καθώς αθέτησε τις οικονομικές υποχρεώσεις της. Μεγάλα πανεπιστήμια όπως το Αριστοτέλειο της Θεσσαλονίκης και το Πάντειο δεν εφαρμόζουν ακόμη το σύστημα της μέτρησης των σπουδών κάθε φοιτητή με «πιστωτικές μονάδες» που προέβλεπε ο νόμος-πλαίσιο της κυρίας Μαριέττας Γιαννάκου, ο οποίος ψηφίστηκε πριν από δύο χρόνια. «Δεν εφαρμόζουμε τις πιστωτικές μονάδες σε προπτυχιακό επίπεδο» ομολογεί ο πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Π. Τσίρης. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών πέρυσι πήρε απόφαση για εφαρμογή του σχετικού νόμου αλλά ως σήμερα δεν το έχουν εφαρμόσει όλα τα τμήματά του.

Σχεδόν κανένα πανεπιστήμιο της χώρας δεν έχει εφαρμόσει τη διάταξη για την διαγραφή των «αιωνίων φοιτητών»- γεγονός που κόντεψε να τινάξει στον αέρα τις πρυτανικές εκλογές του περασμένου Μαΐου που έπρεπε να έχουν γίνει με «καθαρά» μητρώα φοιτητών. Κάποιοι μάλιστα δεν έχουν απαντήσει ακόμη ούτε στην υπουργό κυρία Αννα Διαμαντοπούλου για το ποιους θεωρούν τους χώρους που καλύπτονται από την έννοια του ασύλου στα ιδρύματά τους. Με προβλήματα έχουν εφαρμοστεί οι διατάξεις για την εισαγωγή εξωτερικών αξιολογητών στα εκλεκτορικά σώματα για τις εξελίξεις των μελών ΔΕΠ, ενώ ως πέρυσι δεν ήταν ξεκάθαρο αν θα εφαρμόζονταν οι διαδικασίες για τα «πολλαπλά» πανεπιστημιακά συγγράμματα.

Τα κονδύλια, η έρευνα και η ανάπτυξη

«Το πανεπιστήμιο πρέπει να δημιουργήσει τίτλους αριστείας που θα χρηματοδοτούνται κατά προτεραιότητα από τον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα ώστε να υποστηριχθεί η ανάπτυξη της χώρας» λέει ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ.Θ.Παπαθεοδώρου.Προσθέτει ότι εκείνο που περιμένει από την κυβέρνηση είναι η αυτοτέλεια των πανεπιστημίων,η πλήρης αποδέσμευση από το υπουργείο Παιδείας στο διοικητικό τους κομμάτι,η ελευθερία στη διαχείριση θεμάτων όπως οι εισακτέοι ή οι μετεγγραφές και φυσικά η αξιολόγηση και κοινωνική λογοδοσία των πανεπιστημίων.

Πάντως πολλά πανεπιστήμια βρίσκονται ήδη σε στενή συνεργασία με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και ΔΕΚΟ για την εκπόνηση μεγάλων ερευνητικών προγραμμάτων.

«Το κράτος πρέπει να αντιληφθεί ότι χωρίς έρευνα και καινοτομία δεν υπάρχει ανάπτυξη» λέει σχετικά ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ.Γ.Μυλόπουλος. «Για παράδειγμα,το Αριστοτέλειο πήρε πρόσφατα το πρώτο διεθνές βραβείο πληροφορικής για την παραγωγή λογισμικού,κάτι που έχει άλλωστε ξαναγίνει» δηλώνει.«Η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων αυτής της δουλειάς όμως δεν μπορεί να γίνει από το Πανεπιστήμιο.Θα έρθει αύριο μια ξένη εταιρεία και θα αγοράσει τα δικαιώματα έναντι πινακίου φακής» προσθέτει.«Τα πανεπιστήμια είναι ισχυροί φορείς ανάπτυξης.Θα πρέπει το Πανεπιστήμιο και οι φορείς αξιοποίησης της έρευνας να συνδεθούν και να αξιοποιήσουν τα αποτελέσματα των σχετικών προγραμμάτων» δηλώνει ο πρύτανης του ΑΠΘ.