Το ποσό του επιπλέον φόρου υπολογίζεται ως εξής: Τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή 2% για όλα τα επαγγέλματα. Το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται με συντελεστή προοδευτικότητας ανάλογα με τα ακαθάριστα έσοδα, ο οποίος διαμορφώνεται από 1 ως 1,35. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή (ενδεικτικά) 20%, εκτός από τις ΑΕ και ΕΠΕ, όπου επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 25%.

Αν από τον παραπάνω υπολογισμό δεν προκύπτει φόρος ή προκύπτει ποσό μικρότερο από 400 ευρώ για επιτηδευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης κατηγορίας του ΚΒΣ, το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται σε 400 ευρώ. Στην περίπτωση επαγγελματία ή επιχείρησης που τηρεί βιβλία Β΄ κατηγορίας του ΚΒΣ το κατώτερο ποσό φόρου για κάθε χρήση ορίζεται σε 700 ευρώ, ενώ για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας το ελάχιστο ποσό είναι 1.000 ευρώ ανά χρήση.

Παράδειγμα

Εστω ελεύθερος επαγγελματίες που τηρεί βιβλία Β΄ κατηγορίας έχει πέντε ανέλεγκτες χρήσεις και ετησίως έχει ακαθάριστα έσοδα (τζίρο) 150.000 ευρώ.

Το ποσό του φόρου της περαίωσης για κάθε χρήση θα υπολογιστεί ως εξής:

– 150.000 ευρώ (ετήσια ακαθάριστα έσοδα) Χ 2% (συντελεστής λογιστικών διαφορών) Χ 1% (συντελεστής προοδευτικότητας) Χ 20% (συντελεστής φορολογίας) = 600 ευρώ.

Ωστόσο, επειδή το ελάχιστο ποσό δεν μπορεί να είναι κάτω από τα 700 ευρώ, ο συγκεκριμένος επαγγελματίας θα πρέπει να καταβάλει για τις πέντε ανέλεγκτες χρήσεις 3.500 ευρώ (5 Χ 700 ευρώ)

Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φόρου, στην περίπτωση που υπάρχει απόφαση επιβολής προστίμου ΚΒΣ, το ποσό της τυχόν αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης πολλαπλασιαζόμενο με συντελεστή 15% προστίθεται στο ποσό που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό των δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων με τους παραπάνω συντελεστές και επί του αθροίσματος επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 20% ή 25% (ενδεικτικός συντελεστής) ανάλογα με την περίπτωση. Το ποσό που προκύπτει προσαυξάνεται ως και 60% στην περίπτωση λήψης πλαστού ή εικονικού ή νοθευμένου στοιχείου.

Τρόπος καταβολής του φόρου
Για τη ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ) του υπουργείου Οικονομικών θα εκδώσει εκκαθαριστικό σημείωμα για κάθε ανέλεγκτη υπόθεση η οποία, με βάση τα στοιχεία των βάσεων δεδομένων που διαθέτει, υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου. Ενα αντίτυπο του Εκκαθαριστικού Σημειώματος αποστέλλεται ταχυδρομικώς με επιστολή στον επιτηδευματία που αφορά και ένα στην αρμόδια ΔΟΥ φορολογίας εισοδήματος του επιτηδευματία ή σε κάθε αρμόδια ΔΟΥ φορολογίας εισοδήματος αν αυτές είναι περισσότερες από μία.

Ο επιτηδευματίας, εφόσον επιθυμεί να ρυθμίσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του, καταβάλλει το 25% του ποσού της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σημείωμα. Η κατά τα παραπάνω καταβολή δεν μπορεί να γίνει πέραν της 12ης Νοεμβρίου. Μετά την παρέλευση της προαναφερόμενης προθεσμίας δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα ρύθμισης.

Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήματος, του ΦΠΑ και του προστίμου του ΚΒΣ που περιλαμβάνονται στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα και αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις του επιτηδευματία καταβάλλονται ως ακολούθως:

α) Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι ως 5.000 ευρώ, σε τέσσερις, κατ΄ ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των 500 ευρώ.

β) Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι πάνω από 5.000 ευρώ και ως 20.000 ευρώ, σε έξι ίσες μηνιαίες δόσεις.

γ) Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από 20.000 ευρώ, σε 12 ίσες μηνιαίες δόσεις.

Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόμενο κατά τα ανωτέρω ποσό καταβληθεί μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση 10%.

Τι θα γίνει με τις εκκρεμείς υποθέσεις
Κάθε εκκρεμής ελεγμένη (με τακτικό έλεγχο) υπόθεση, η οποία είτε εκκρεμεί στο πρωτοβάθμιο διοικητικό δικαστήριο είτε έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου με την οποία ακυρώθηκε η πράξη της φορολογικής αρχής για τυπικό λόγο, ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου (χωρίς πρόσθετους φόρους ή προσαυξήσεις) κι αν πρόκειται για πρόστιμο με την καταβολή του 1/5 του προστίμου. Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται η προσφυγή εν όλω ή εν μέρει και έχει ασκηθεί από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη έφεση, η υπόθεση ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κύριου φόρου κατά το μέρος που απορρίφθηκε με την προσφυγή, προσαυξημένου κατά 20%. Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου με την οποία γίνεται δεκτή εν όλω ή εν μέρει η προσφυγή για λόγους ουσίας, έχει ασκηθεί από το Δημόσιο έφεση και η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί σε πρώτη συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η υπόθεση περαιώνεται με την καταβολή του 25% του ποσού για το οποίο έγινε δεκτή η προσφυγή.