«ΠΟΛΕΜΟΣ για τα κονδύλια» μαίνεται στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας. Από τη μια πλευρά οι πανεπιστημιακοί που καταγγέλλουν ότι η υποχρηματοδότηση της έρευνας στα ελληνικά ΑΕΙ αποτελεί την «ταφόπλακα» της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης. Από την άλλη πλευράη ηγεσία του υπουργείου Παιδείας που κάνει λόγο για αξιολογήσεις και χρηματοδοτήσεις ερευνητικών
προγραμμάτων με «ανεπαρκείς κανόνες, χωρίς έμφαση στους στόχους και στα ερευνητικά αποτελέσματα, αλλά με έμφαση στην απορροφητικότητα αντί της ποιότητας». « Η χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων είχε καταντήσει ένα επιμίσθιο για πολλούς πανεπιστημιακούς » λέει ο υφυπουργός Παιδείας και αρμόδιος για θέματα ανώτατης εκπαίδευσης κ. Ι. Πανάρετος μιλώντας στο «Βήμα». « Οι πανεπιστημιακοί είχαν φτάσει στο σημείο να κλειδώνονται
σε ένα δωμάτιο και η αξιολόγηση προχωρούσε μόνο μεταξύ αυτών που είχαν τον καλύτερο τρόπο να επικοινωνήσουν μεταξύ τους » συνεχίζει. Στην κατηγορία ότι το υπουργείο Παιδείας καθυστέρησε πολύ να ανακοινώσει τη νέα διαδικασία αξιολόγησης των ερευνητικών προγραμμάτων με ολέθριο κόστος για την ύπαρξή τους ο κ. Πανάρετος απαντάει: « Χωρίς τα κοινοτικά κονδύλια δεν μπορεί να γίνει έρευνα στα πανεπιστήμια της Ελλάδας; ».

Κύριο διακύβευμα σήμερα είναι τα πανίσχυρα κοινοτικά προγράμματα που θα μοιράσουν στα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας ένα νέο «πακέτο» πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για τα προγράμματα «Θαλής» και «Αρχιμήδης», μια επένδυση που ανέρχεται σε 600.000 ευρώ ανά ερευνητικό πρόγραμμα, και ξεπερνά στο σύνολο τα 120 εκατομμύρια ευρώ. Μόνο στο πρόγραμμα του «Θαλή» έχουν υποβληθεί 1.500

προτάσεις για χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων, από τις οποίες δεν πρόκειται να «περάσουν» πάνω από 200. Ο ανταγωνισμός τεράστιος και ακόμη μεγαλύτερος ο φόβος πολλών ότι πρόκειται για την τελευταία τους «ευκαιρία».

Στον «Ηράκλειτο» που αφορά αποκλειστικά τους νέους επιστήμονες, οι οποίοι περιμένουν την έγκριση του διδακτορικού τους, έχουν κατατεθεί 2.500 προτάσεις.

Στην κόψη του ξυραφιού, με την πανεπιστημιακή έρευνα να απειλείται με… αφανισμό, η νέα αντιπαράθεση μεταξύ πανεπιστημιακών και ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας παίρνει διαστάσεις. Κυρίως γιατί η διεκδίκηση των εκατομμυρίων γίνεται παραμονές αλλαγής του νόμου-πλαισίου για τη λειτουργία τους.

Το νόμισμα ωστόσο έχει δύο όψεις: τα πανεπιστήμια πράγματι στενάζουν από τη χρόνια υποχρηματοδότηση της έρευνας, αλλά πολλοί είναι εκείνοι που σχολιάζουν ειρωνικά το πώς αξιοποιήθηκαν επί δύο δεκαετίες τα κοινοτικά κονδύλια από πολλούς καθηγητές ΑΕΙ. Οπως λένε υπάλληλοι κεντρικού πανεπιστημίου της χώρας που μίλησαν στο «Βήμα», η ατάκα «πλήρωσε τον συνεργάτη μας από τα ερευνητικά προγράμματα» αποτελούσε καθημερινότητα επί σειρά ετών. Ηγέτες στο παιχνίδι αυτό οι λεγόμενοι «προγραμματάκηδες», οι πανεπιστημιακοί δηλαδή που χειρίζονταν τη χρηματοδότηση μεγάλων ερευνητικών προγραμμάτων της χώρας.

Περισσότερα από 3.000 προγράμματα χρηματοδοτήθηκαν πλούσια επί δύο δεκαετίες από την Ευρωπαϊκή Ενωση και- όπως υποστηρίζει ο κ. Πανάρετος σε άρθρο που ανήρτησε στην ιστοσελίδα του- δεν παρέδωσαν παρά ελάχιστα αποτελέσματα. Οπως λένε μάλιστα πηγές από το υπουργείο Παιδείας, με απόφαση των υπευθύνων για τη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων του υπουργείου Παιδείας είχε διαμορφωθεί μια ιδιότυπη σχέση εξουσίας: τις προτάσεις για τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων χρηματοδοτούσαν επιτροπές με αποκλειστικά μέλη πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις πανεπιστημίων χωρίς να αναφέρεται καν το επιστημονικό τους αντικείμενο!

« Γιατί δεν αναρωτιέται κανείς πού πήγαν τόσα χρήματα όλα αυτά τα χρόνια; » δηλώνει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο κ. Πανάρετος. Σχολιάζοντας την προσφυγή καθηγητών ΑΕΙ στη Δικαιοσύνη σχολιάζει: « Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να αντιδράσει όπως θέλει, αλλά εμείς έχουμε ερευνήσει όλες τις επιλογές μας και έχουμε καταλήξει».

Η πρόσκληση στην «αφρόκρεμα» και το εξώδικο

Για «προχειρότητα» κάνει λόγο ο πρύτανης του ΑΠΘ κ. Γ. Μυλόπουλος (δεξιά επάνω), ενώ ο πρύτανης του ΕΜΠ κ. Σ. Σιμόπουλος συνιστά «αυτοσυγκράτηση»

Εισάγοντας νέα πολιτική στο θέμα της αξιολόγησης των ερευνητικών προτάσεων το υπουργείο Παιδείας ενεργοποιεί πλέον καταξιωμένους έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού, οι οποίοι θα συμβάλλουν στη διαδικασία ελέγχοντας τις υποβληθείσες προτάσεις μέσω Ιnternet. Ανάμεσά τους καθηγητές από το «πανεπιστήμιο των πρωθυπουργών», το Ταφτς των ΗΠΑ, το Μπέρκλεϊ, το Τζονς Χόπκινς, το «πρώτο των πρώτων» από εφετινές επιστημονικές κατατάξεις Κέιμπριτζ, το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το LSΕ της Βρετανίας, τα ερευνητικά κέντρα της ΝΑSΑ κ.ά.

Το πρόβλημα είναι ότι η διαδικασία αυτή έχει δημιουργήσει άλλου τύπου προβλήματα: τα πανεπιστήμια έμαθαν τις λεπτομέρειες πέντε μήνες αφότου υπέβαλαν τις προτάσεις τους και ενώ περίμεναν την έγκρισή τους. Και βεβαίως ανάμεσα στις προτάσεις υπάρχουν μεγάλες συνεργασίες ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων, νομπελίστες πανεπιστημιακοί, αλλά και νέοι φοιτητές που περιμένουν χρηματοδότηση των διδακτορικών τους. Δικαίως λοιπόν αντέδρασαν.

« Η πρόταση που έχουμε υποβάλει περιλαμβάνει 45 άτομα,τρία ελληνικά πανεπιστήμια, δύο διεθνή ερευνητικά κέντρα και δύο άλλα μεγάλα πανεπιστήμια της Ευρώπης » λέει η καθηγήτρια της Νομικής Σχολής Αθηνών κυρία Ευγενία Μπουρνόβα. « Αυτή τη στιγμή η ερευνητική κοινότητα της χώρας βρίσκεται στην τραγική κατάσταση να διανύει τον πέμπτο ή έκτο χρόνο μηδενικής χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων της από το κράτος » καταλήγει. «Σ ε μια εποχή με ανεργία και κοινωνική ανασφάλεια δεν μπορείς να παίζεις με τους νέους ανθρώπους που προσπαθούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους » επισημαίνει σχετικά η καθηγήτρια του ΕΜΠ κυρία Δανάη Διακουλάκη.

Η Ομοσπονδία καθηγητών πανεπιστημίου (ΠΟΣΔΕΠ) κατέθεσε αίτηση ανάκλησης (με χαρακτήρα εξώδικου) στο υπουργείο Παιδείας για την αλλαγή των όρων αξιολόγησης. Η ΠΟΣΔΕΠ αλλά και οι Ομοσπονδίες των ΤΕΙ και των ερευνητών έχουν καλέσει τους συναδέλφους τους να αγνοήσουν τις αποφάσεις του υφυπουργού Παιδείας και να μην καταθέσουν καμία συμπληρωματική αίτηση.

Σε αναμονή τα ΑΕΙ
Μεγάλα πανεπιστήμια της χώρας έχουν καταθέσει δεκάδες προτάσεις για χρηματοδότηση προγραμμάτων. Ειδικά από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο έχουν κατατεθεί 122 προτάσεις για τον «Θαλή» και περίπου 220 για τον «Ηράκλειτο». « Το υπουργείο Παιδείας κάνει μια τελευταία προσπάθεια να επικοινωνήσει με τα πανεπιστήμια και πρέπει και εμείς από την πλευρά μας να δείξουμε αυτοσυγκράτηση » λέει ο πρύτανης του ΕΜΠ κ. Σίμος Σιμόπουλος μιλώντας στο «Βήμα», ενώ για τις κατηγορίες περί πανεπιστημιακών που παίρνουν πολλά προγράμματα απαντά: « Ολα τα συστήματα έχουν τα ασθενή σημεία τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να προχωρούν ».

Αντιθέτως, ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Γ. Μυλόπουλος θεωρεί τη διαδικασία που ακολούθησε το υπουργείο Παιδείας και την αλλαγή των «κανόνων» μετά την πολύμηνη καθυστέρηση ως «δείγμα ανεντιμότητας, προχειρότητας και ασυνεννοησίας». «Με την πολιτική αυτή ουσιαστικά ακυρώνουν την προκήρυξη του έργου.Είμαστε όλοι πλέον σε κατάσταση αναμονής» καταλήγει.