Με την προσωπική σφραγίδα του πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου επικυρώνονται σήμερα από το Υπουργικό Συμβούλιο οι αλλαγές στο Ασφαλιστικό δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Οι διαδοχικές συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν χθες στο Μέγαρο Μαξίμου κατέληξαν στις τελικές αποφάσεις που θα επικυρωθούν εκτός απροόπτου σήμερα σε νέα συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου και υπό την σκιά πλέον της βομβιστικής επίθεσης στο γραφείο του κ. Μ. Χρυσοχοΐδη .

Σε ό,τι αφορά τα επόμενα βήματα, ανοιχτό παραμένει το ενδεχόμενο να συγκληθεί η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠαΣοΚ προτού εκκινήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία για την ψήφιση του νομοσχεδίου, προκειμένου να απευθυνθεί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός στους βουλευτές του κόμματος. Χθες το πρωί κυριάρχησε η εντύπωση ότι ο Πρωθυπουργός θα συγκαλούσε το Υπουργικό Συμβούλιο με τη συγκεκριμένη αυτή θεματολογία, ούτως ώστε να προχωρήσει σε μια κεντρική πολιτική τοποθέτηση, βάσει της οποίας οι αλλαγές στο Ασφαλιστικό αποτελούν κεντρική κυβερνητική επιλογή. Αντί αυτού, επελέγη να συνεδριάσει σήμερα το Υπουργικό Συμβούλιο, γεγονός το οποίο προκάλεσε πολύωρη σύγχυση και μεταξύ των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου που προσέρχονταν στη Βουλή στην προκαθορισμένη ώρα με την εντύπωση ότι θα συζητούσαν το Ασφαλιστικό.

Ωστόσο ο Πρωθυπουργός ήταν κλεισμένος στο γραφείο του στη Βουλή, σε ειδική σύσκεψη με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας (τον υπουργό κ. Α. Λοβέρδο, τον υφυπουργό κ. Γ. Κουτρουμάνη και τον γενικό γραμματέα κ. Ροβ. Σπυρόπουλο ), τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Θ. Πάγκαλο, τον υπουργό Επικρατείας κ. Χ. Παμπούκη και τον υπουργό Υποδομών κ. Δ. Ρέππα. Στη σύσκεψη αυτή ο κ. Παπανδρέου ζήτησε αναλυτική ενημέρωση για την κατάσταση, ενώ άκουσε τον κ. Λοβέρδο να του λέει ότι η τρόικα προβάλλει συνεχώς νέες απαιτήσεις. Κατόπιν αυτών, ο Πρωθυπουργός έδωσε εντολή να κλείσουν χθες το βράδυ όλες οι εκκρεμότητες και να έλθει στη Βουλή το ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συζητήσεις μεταξύ των υπουργείων Εργασίας και Οικονομικών με την τρόικα αφορούσαν τις τελικές ρυθμίσεις για:

* τα όρια συνταξιοδότησης των μητέρων ανηλίκων τέκνων, * τις ηλικίες συνταξιοδότησης για τα βαρέα και ανθυγιεινά, * τις συντάξεις χηρείας και * τις συντάξεις που λαμβάνουν οι ανύπαντρες θυγατέρες θανόντων δημοσίων υπαλλήλων.

Γενικό πλαίσιο για τις τελικές αποφάσεις πάντως είναι ότι, βάσει υποχρέωσης που προκύπτει από το μνημόνιο, ως το 2060 οι κοινωνικές δαπάνες και τα κονδύλια για συντάξεις δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 2,5% του ΑΕΠ.

Αμέσως αφότου ολοκληρώθηκε η σύσκεψη αυτή και λίγο προτού ξεκινήσει η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στα δημοσιογραφικά γραφεία εξαπλώθηκε η φημολογία ότι ετέθη ζήτημα παραίτησης του υπουργού Εργασίας. Προς διάψευση της φημολογίας αυτής έσπευσαν στην είσοδο της Βουλής αρχικώς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Γ. Πεταλωτής και αμέσως μετά ο ίδιος ο κ. Λοβέρδος με τον κ. Παμπούκη, που μιλούσαν για «αστεία πράγματα».

Παρά ταύτα, ουδείς θέλησε χθες να δώσει διευκρινίσεις για τις κυβερνητικές αποφάσεις επί του Ασφαλιστικού, με χαρακτηριστικότερο περιστατικό τον καθ΄ ύλην αρμόδιο υπουργό να δηλώνει ουσιαστικά αναρμόδιος, όταν ρωτήθηκε αν επίκειται κατάργηση της 13ης και της 14ης σύνταξης στον ιδιωτικό τομέα.

Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
«Θέλουμε ένα σύστημα βιώσιμο και όσο το δυνατόν δίκαιο»
Ο κ. Γ. Παπανδρέου αναφέρθηκε μόνον ακροθιγώς στις αλλαγές του Ασφαλιστικού κατά τη διάρκεια του Υπουργικού Συμβουλίου, τονίζοντας μεταξύ των άλλων: «Δεν θέλω να κοροϊδέψω κανέναν. Μας περιμένουν ακόμη δύσκολα χρόνια έντονης προσπάθειας και επιμονής. Αλλά τα περισσότερα οδυνηρά μέτρα είναι τώρα στην αρχή». Και υπογράμμισε εμφατικά: «Επιμένω:Τώρα οι μεγάλες αλλαγές».

Ο Πρωθυπουργός σημείωσε επίσης: «Εχουμε χρέος να διαφυλάξουμε ότι το κράτος αυτό θα είναι σε θέση να καταβάλλει συντάξεις σε βάθος χρόνου, με ένα σύστημα βιώσιμο, από τη μια πλευρά, και, από την άλλη, ότι αυτό θα το κάνουμε με κριτήριο τη μέγιστη δυνατή κοινωνική δικαιοσύνη» . Σε ό,τι αφορά το εσωκομματικό μέτωπο που έχει ανοίξει, ο κ. Παπανδρέου τόνισε: «Αποφασίσαμε οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις να συζητηθούν στη Βουλή και όχι να προωθηθούν με προεδρικό διάταγμα, όπως είχαμε κάθε δικαίωμα, γιατί η κυβέρνησή μας, η κυβέρνηση του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, δεν έχει τίποτε να φοβηθεί. Και δεν έχει σίγουρα τίποτε να φοβηθεί από τον διάλογο που μας κάνει πάντοτε πιο ισχυρούς».