Ο δρόμος είναι σχεδόν άδειος. Ελάχιστοι κυκλοφορούν πεζή. Τα καταστήματα, όσα ακόμη είναι ανοιχτά, καθώς τα λουκέτα έχουν πέσει βροχή και τα ενοικιαστήρια στολίζουν τοίχους, εισόδους και βιτρίνες, είναι ακόμη πιο άδεια. Και όμως, στην προβλήτα βρίσκονται δεμένα τρία μεγάλα
κρουαζιερόπλοια, αλλά κανείς από τους επιβάτες δεν έχει κατέβει στην προκυμαία και στους γύρω δρόμους. «Ο Πειραιάς αργοπεθαίνει» λένε επιχειρηματίες και καταστηματάρχες. Το λιμάνι και ο κόσμος που ζει από το τουριστικό χρήμα αγωνιούν, επιρρίπτοντας ευθύνες στους
«επαγγελματίες απεργούς», όπως χαρακτηριστικά λένε, στον δήμο, «που έχει ξεχάσει
τους δρόμους πέρα από τη Γρηγορίου Λαμπράκη», στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ), «που αδιαφορεί επιδεικτικά», στην Πολιτεία, «που μας έχει φορολογικά και οικονομικά στραγγαλίσει» , στους τουριστικούς πράκτορες,
«που γεμίζουν τα λεωφορεία και το χρήμα ΄΄ταξιδεύει΄΄ στην Πλάκα και το Μοναστηράκι και δεν μένει στον Πειραιά».
Τις προάλλες έδεσαν στην ακτή Ξαβερίου τρία κρουαζιερόπλοια- σύνολο, επιβάτες και πληρώματα, 9.500 κόσμος. O Πειραιάς δεν είδε ούτε ένα ευρώ από αυτούς, έμειναν αποκλεισμένοι μέσα στα πλοία λόγω των απεργιών», λέει ο επιχειρηματίας κ. Παναγιώτης Φαρφαράς, που διατηρεί κατάστημα με είδη δώρων. Ο κ. Φαρφαράς περιγράφει την κατάσταση με μελανά χρώματα. «Για το δικό μου κατάστημα θα έλεγα ότι το βασικό πλήγμα είναι η μείωση της αγοραστικής δύναμης του Ελληνα. Μέσα σε λίγους μήνες έχουμε μια πτώση της τάξης του 35% ως 50%. Αν αναλογιστούμε ότι για καταστήματαόπως το δικό μου ο τουρίστας ήταν το τακτικό, θερινό ΄΄βοήθημα΄΄, τότε χάθηκε και αυτό. Και σίγουρα η κατάσταση θα χειροτερέψει αν με τις συνεχιζόμενες απεργίες, που τελικά πλήττουν περισσότερα δικαιώματα από εκείνα που εκφράζουν, αλλάξουν και τα τελευταία κρουαζιερόπλοια τα δρομολόγιά τους και αφαιρέσουν από αυτά τον Πειραιά».

Αρρώστησε από τις δυσκολίες

Καθώς τα πλοία μένουν αποκλεισμένα για τους επιβάτες, τα λουκέτα και τα ενοικιαστήρια-πωλητήρια αυξάνονται στο λιμάνι του Πειραιά

Η κάβα του 82χρονου κ. Χρυσόστομου Χαλκίδη βρίσκεται σχεδόν απέναντι από την κεντρική πύλη της Ξαβερίου. «Κάποτε, όταν έφταναν τα ξένα πλοία και οι τουρίστες στο λιμάνι, οι δήμαρχοι, όπως ο Σκυλίτσης, κατέβαζαν τη φιλαρμονική του δήμου και τους υποδεχότανπαίζοντας τα “Παιδιά του Πειραιά”. Οι μελωδίες του τραγουδιού είχαν ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο, ήταν το σήμα κατατεθέν μας για ένα ζεστό, φιλόξενο καλωσόρισμα. Τώρα το αλλοτινό “μαγαζί- καϊμάκι” και η “παραλία- χρυσωρυχείο” έχουν ξεπέσει. Είμαστε στο κλάμα και στον οδυρμό του νεκροταφείου» λέει.

Δείχνει μάλιστα μερικά τετράγωνα πιο κάτω, ένα κλειστό κατάστημα που εμπορεύεται είδη λαϊκής τέχνης. «Ο ιδιοκτήτης του αρρώστησε πριν από λίγες ημέρες, από το άγχος της αναδουλειάς και το άδειο ταμείο. Το έκλεισε, δεν έκανε σεφτέ καμία από τις λεγόμενες άλλοτε “καλές μέρες”. Και πώς να αντέξει κανείς με ενοίκια ύψους 2.000

και 3.000 ευρώ, κρατήσεις, δημοτικά τέλη, φόρους;» αναρωτιέται. Ο κ. Χαλκίδης τα βάζει με τους κατά καιρούς απεργούς: ναυτεργάτες, πλοηγούς, ερασιτέχνες αλιείς. «Περνούσαν τις προάλλες με τις ντουντούκες, πάνω κάτω στην παραλία. Από πίσω τα κανάλια, οι κάμερες. Τους έλεγα ότι καταστρέφουν την Ελλάδα, ότι οι εικόνες θα φτάσουν σε κάθε οθόνη τηλεόρασης, σε κάθε αμερικανικό και ευρωπαϊκό σαλόνι και θα δυσφημήσουν τη χώρα. Τίποτα, χαμπάρι, άρχισαν να φωνάζουν ακόμη πιο δυνατά και να χειρονομούν».

Σαράντα χρόνια στο λιμάνι, χειρότερη χρονιά αδυνατούν να θυμηθούν τα μέλη της οικογένειας Παπακωνσταντίνου, που διατηρούν πρακτορείο ελληνικού και κυρίως ξένου Τύπου. Οι στοίβες με τα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και σκανδιναβικά έντυπα είναι άθικτες. «Το λιμάνι έχει ερημώσει. Δεν κινείται ο τουρίστας σε αυτό. Εχουν επηρεάσει και οι απεργίες, οι αποκλεισμοί, οι ναρκομανείς που περιφέρονται γύρω από τον ΟΚΑΝΑ και ζητιανεύουν ή κλέβουν, η βρωμιά από τα σκουπίδια που έχει κατακλύσει την περιοχή», λέει ο κ. Κώστας Παπακωνσταντίνου.

Οι περισσότεροι δυσανασχετούν μπροστά στον φωτογραφικό φακό και αρνούνται να φωτογραφηθούν. Φοβούνται ότι θα μπουν στο στόχαστρο. «Δεν ξέρεις πώς μπορεί να αντιδράσουν ορισμένοι. Εχουμε να σκεφτούμε και τις περιουσίες μας», λένε. Καθισμένος στην είσοδο του ανθοπωλείου του, ο κ. Βασίλης Ψυχογιός επιρρίπτει ευθύνες στην τακτική των τουριστικών πρακτόρων.

Καταστροφή του εμπορίου

«Ο Πειραιάς έχει χάσει το συνάλλαγμα χιλιάδων τουριστών και ναυτικών» τονίζει ο έμπορος κ. Φαρφαράς

«Τις καλές μέρεςθα παρκάρουν αξημέρωτα 50-60 πούλμαν, θα πάρουν τους τουρίστες, θα τους οδηγήσουν στην Πλάκα και στο Μοναστηράκι, και μετά, ανάλογα με το πρόγραμμα αναχώρησης, θα τους ξαναφέρουν στο πλοίο, μια-μιάμιση ώρα πριν από τον απόπλου. Με τέτοιες τακτικές ο εμπορικός κόσμος του Πειραιά δεν κερδίζει τίποτε» τονίζει. Και υπολογίζει συνάμα ότι «η δυσμενής οικονομική κατάσταση επηρεάζει ολόκληρη την παραγωγική και καταναλωτική αλυσίδα. Αν δεν αλλάξουν άμεσα και με απτά αποτελέσματα τα πράγματα, τότε θα έχουμε ολοκληρωτική καταστροφή του εμπορίου».

«Αλλες γειτονιές πλήττονται περισσότερο»

Κινητοποίηση του ΠΑΜΕ και αποκλεισμός της πύλης για κρουαζιερόπλοια την περασμένη Δευτέρα

«Είμαστε ο εύκολος στόχος της κριτικής και των επιθέσεων» σημειώνει από την πλευρά του ο γραμματέας της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας κ.Γιάννης Χαλάς. Ο κ.Χαλάς υπογραμμίζει ότι«ο κλάδος παλεύει και για το πορτοφόλι του εμπόρου,του μανάβη και του ιχθυοπώλη. Οταν 7.000 από τους 20.000 έλληνες ναυτικούς είναι άνεργοι,τότε η καθημερινότητα του καταστήματος της γειτονιάς που μένουν αυτοί οι χωρίς βιώσιμο παρόν και με αβέβαιο μέλλον άνθρωποι πλήττεται πολύ περισσότερο από την περιστασιακή επίσκεψη ορισμένων τουριστών.

Τα χρήματα του έλληνα ναυτικού επιστρέφουν πάντα στο σπίτι και τονώνουν τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας». Οσο για εκείνους που καταλογί ζουν στους ναυτικούς που απεργούν μεθόδους απαξιωτικές για τη χώρα,ο κ.Χαλάς τονίζει:«Ποτέ δεν προκαλέσαμε ούτε θα προκαλέσουμε επεισόδια ή συμπεριφορές δυσφημιστικές, πρώτα από όλα για τον κλάδο. Αλλά αναρωτιέμαι πώς αλλιώς θα έπρεπε να αντιδράμε μπροστά στις αναξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας μας και στην παντελή έλλειψη ασφαλιστικής κάλυψης. Υποδεχόμενοι με λουλούδια τους τουρίστες; Είμαστε αιμοδότες της ελληνικής οικονομίας και αυτό θα έπρεπε να υπολογίζουν και οι έμποροι και οι επιχειρηματίες της χώρας μας».