ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

O πρώτος που θα δεχθεί σήμερα την αντεπίθεση του Πρωθυπουργού και την απαίτησή του να στηριχθεί πιο δυναμικά η ελληνική οικονομία θα είναι ο πρόεδρος του Εurogroup και πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ τον οποίο ο κ. Γ. Παπανδρέου αποφάσισε χθες το βράδυ να επισκεφθεί εκτάκτως σήμερα το πρωί στο Λουξεμβούργο. Με βάση τα όσα δήλωναν χθες από τις Βρυξέλλες αλλά και από τις εθνικές πρωτεύουσες οι ιθύνοντες της ΕΕ και των κρατών-μελών της, ο κ. Παπανδρέου θα έχει σήμερα τη δυνατότητα να διαπιστώσει ότι οι συνθήκες για την Ελλάδα παραμένουν δύσκολες. Χθες τόσο ο πρόεδρος της ΕΚΤ κ. Ζαν Κλοντ Τρισέ από τη Φραγκφούρτη όσο και ο εκπρόσωπος του επιτρόπου κ. Ολι Ρεν από τις Βρυξέλλες άφησαν εμμέσως πλην σαφώς να εννοηθεί ότι ευελπιστούν πως μετά τα «γενναία μέτρα» που υιοθέτησε η Αθήνα οι αγορές θα λάβουν το «μήνυμα» και τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας θα αποκλιμακωθούν χωρίς έξωθεν παρέμβαση.

Κ ατά τον πρόεδρο της ΕΚΤ η αποκλιμάκωση θα είναι σταδιακή και το θέμα της προσφυγής της Ελλάδας στο ΔΝΤ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει αντικείμενο διαβουλεύσεων, ενώ κατά τον εκπρόσωπο της Επιτροπής κ. Αμαντέου Αλφατάζ η δήλωση των «27» της 11ης Φεβρουαρίου, σύμφωνα με την οποία «τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι έτοιμα να λάβουν συντονισμένη και αποτελεσματική δράση για την Ελλάδα, εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο», εξακολουθεί να ισχύει. Ο κ. Αλφατάζ επανέλαβε ωστόσο ότι η Ελλάδα δεν έχει ζητήσει ως σήμερα οικονομική βοήθεια.

Το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά δεν φαίνεται προς το παρόν διατεθειμένη να υποβάλει επισήμως στην ΕΕ αίτημα οικονομικής συνδρομής, όπως θα έπραττε στην περίπτωση προσφυγής στο ΔΝΤ, ερμηνεύεται από πολλούς (κυρίως στη Γερμανία) ως ένδειξη ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη φτάσει στο «αμήν». Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, πολλοί στην Ευρώπη τα θεωρούν φυσιολογικά, υπό την έννοια ότι είναι το αποτέλεσμα της δημοσιονομικής χαλάρωσης που σημειώθηκε επί σειράν ετών στην Ελλάδα.

Στο μεταξύ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεώρησε χθες ότι θα ήταν «ευχής έργον» για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αν μετά τη συρρίκνωση των μισθών στον δημόσιο τομέα ακολουθήσει στην Ελλάδα την ίδια πορεία και ο ιδιωτικός τομέας. Ειδικότερα, ο κ. Αλφατάζ επανέλαβε την προχθεσινή δήλωση του επιτρόπου Ρεν ότι «η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μειώθηκε αισθητά τα τελευταία χρόνια» και σημείωσε ότι τα μέτρα που θα εφαρμοστούν στην Ελλάδα, και κυρίως αυτά που αφορούν τους μισθούς του Δημοσίου, θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

«Τα μέτρα είναι επώδυνα για τους έλληνες πολίτες, ωστόσοείναι ο καλύτερος τρόπος για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα των συντάξεων και των κοινωνικών δαπανών στην Παιδεία και στην Υγεία, καιεν τέλεινα διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών» ανέφερε ο εκπρόσωπος της Επιτροπής.

Α κολούθως ο κ. Αλφατάζ τόνισε ότι τους επόμενους μήνες η Επιτροπή θα παρακολουθήσει τις έμμεσες επιπτώσεις των μέτρων που θα εφαρμοστούν στην Ελλάδα και ανέφερε ότι η περικοπή των επιδομάτων στους μισθούς του Δημοσίου αναπόφευκτα θα συμπαρασύρει και τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα. «Σε πολλές χώρες έγινε αυτό» δήλωσε ο κ. Αλφατάζ και πρόσθεσε πως «τα μέτρα για τους μισθούς του Δημοσίου έχουν επίπτωση και στον ιδιωτικό τομέα, με την έννοια ότι στην ίδια αγορά εργασίας είναι φυσικό να υπάρχει αλληλεξάρτηση ανάμεσα στους μισθούς του Δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα».