Επισημάνσεις για τη θλιβερή ταμειακή και δημοσιονομική κατάσταση που παρέλαβε η κυβέρνηση του ΠαΣοΚ επέλεξε να κάνει χθες ο Πρωθυπουργός, προαναγγέλλοντας δύσκολες αποφάσεις, επιχειρώντας όμως και να βάλει φρένο «στη μιζέρια και στην γκρίνια», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Με τη συμπλήρωση 100 ημερών από την εκλογική νίκη της 4ης Οκτωβρίου 2009, ο κ. Γ. Παπανδρέου παραχώρησε εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξη στο Ζάππειο Μέγαρο και υπογράμμισε μεταξύ άλλων: «Η αλήθεια είναι ότι βρήκαμε μια κατάσταση στην κυριολεξία για κλάματα. Αλλο όμως είναι αυτό και άλλο να λέμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα. Είναι δύσκολο το έργο, αλλά όχι ακατόρθωτο».

Στο ίδιο πνεύμα, κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση, ο Πρωθυπουργός επεσήμανε: «Το 2010 θα κάνουμε ορθοπεταλιά, μιας και με έχετε ταυτίσει με το ποδήλατο, αλλά αυτή τη φορά δεν θα πέσουμε. Ανοίγουμε όλα τα μεγάλα θέματα της οικονομίας του κράτους, του κοινωνικού κράτους, ώστε όπου χρειάζεται να δώσουμε άμεσα λύσεις και μάλιστα μακροχρόνιες» .

Ο κ. Παπανδρέου τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι «η εικόνα που αντιμετωπίσαμε μετά τις εκλογές ξεπερνά κάθε φαντασία, με χρέος και έλλειμματο μέγεθος των οποίων δεν έχει προηγούμενο» και επανέλαβε και δημοσίως ότι δεν είναι ώρα για «μερεμέτια, μικροδιευθετήσεις ή φτιασιδώματα», σημειώνοντας ότι «το δίλημμα είναι σαφές, το αντιλαμβάνεται ο κάθε πολίτης:Ή τώρα ή ποτέ».

Οταν ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο απόρριψης του Προγράμματος Σταθερότητας και αν σε αυτή την περίπτωση υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο ώστε να αποτραπεί η εκτόξευση του κόστους δανεισμού της χώρας, περιορίστηκε να πει ότι οι συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας δεν οφείλονται στην κυβέρνηση του ΠαΣοΚ και να εκφράσει την αισιοδοξία του ότι το πρόγραμμα θα γίνει δεκτό από τις Βρυξέλλες.

Υπό την πίεση των αρνητικών διεθνών δημοσιευμάτων ο Πρωθυπουργός διέψευσε κατηγορηματικά την κινδυνολογία περί εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη ή προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, λέγοντας ότι «δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση». Παράλληλα εξέφρασε την εμμονή του στη σύγκρουση με τα «κακώς εννοούμενα κεκτημένα» και απηύθυνε πρόσκληση προς όλους «σε ένα δημοκρατικό μέτωπο ανατροπών, μια δημοκρατική ανασυγκρότηση της χώρας».

Με αφορμή τον απολογισμό των 100 ημερών, είπε ότι η συνολική αξιολόγηση θα γίνει στο τέλος της τετραετίας, επεσήμανε κάποια λάθη και καθυστερήσεις της κυβέρνησης (τέλη κυκλοφορίας, αργό νομοθετικό έργο κ.ά.), όμως τόνισε: «Δεν έχει νόημα η λαθολογία, αξιολογούμαστε όλοι και δεν πρέπει να φοβόμαστε την αξιολόγηση» .

Ο κ. Παπανδρέου απέφυγε πάντως να δεσμευθεί για το ύψος των μισθολογικών αυξήσεων (δεδομένης της αύξησης του πληθωρισμού), τη χορήγηση του επιδόματος ανεργίας, αυξημένου στο 70% του βασικού μισθού, αλλά και τη μη αλλαγή του καθεστώτος του ΦΠΑ. «Ολα θα συνυπολογιστούν για να δούμε το τελικό αποτέλεσμα» είπε σχετικά.

O ταν ρωτήθηκε αν υπάρχει «κόκκινη γραμμή» στις διαφοροποιήσεις των βουλευτών, ο κ. Παπανδρέου απάντησε ότι στη διαβούλευση πρέπει να ακούγονται όλες οι απόψεις, όμως όταν πρόκειται να ληφθούν τελικές αποφάσεις, είναι υποχρέωση όλων να τις υπηρετούν. Ζήτησε πάντως κατανόηση για το δύσκολο έργο που έχουν να επιτελέσουν οι υπουργοί. Στο ίδιο πλαίσιο, όταν ρωτήθηκε αν πρέπει να συμπορευθεί ο Παπανδρέου με το ΠαΣοΚ ή το ΠαΣοΚ με τον Παπανδρέου, είπε ότι η πορεία είναι κοινή και ότι το ΠαΣοΚ είναι το κόμμα που έχει κάνει όλες τις μεγάλες αλλαγές σε δύσκολες περιόδους. «Κατανοώ κάθε υπουργό, έχουν πολλά βάρη, όμως κανείς δεν ήλθε να στρογγυλοκαθήσει, τα ξέρουν αυτά» είπε ενδεικτικά, ενώ επεσήμανε ότι κανείς δεν μπορεί να υπεκφύγει της αξιολόγησης και ότι τα υπουργεία δεν είναι φέουδο του κάθε υπουργού, θέλοντας έτσι να επισημάνει μια από τις διαφορές με την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ.

Αναφορικά με τις ρυθμίσεις για τη χορήγηση ιθαγένειας στους νόμιμους μετανάστες, ο Πρωθυπουργός επιτέθηκε για πρώτη φορά κατά του κ. Σαμαρά προσωπικά, έστω και εμμέσως, λέγοντας ότι η ΝΔ έχει υιοθετήσει ακροδεξιές αντιλήψεις, ενώ εκείνη ήταν που άνοιξε άνευ όρων τα σύνορα με την Αλβανία το 1992 (επί ημερών του κ. Σαμαρά στο ΥΠΕΞ). Απέρριψε κάθε κριτική προς την κυβέρνησή του και στην επιλογή του να μη φέρει το θέμα σε δημοψήφισμα, λέγοντας ότι «τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπαίνουν σε δημοψηφίσματα».

Κατηγορηματική ήταν η απόρριψη του κ. Παπανδρέου στις παραινέσεις των κκ. Κ. Μητσοτάκη και Μ. Ανδρουλάκη περί σχηματισμού κυβέρνησης εκτάκτου ανάγκης. «Δεν έχω αντίρρηση σε συναινέσεις, αλλά λέμε “όχι” στο μοίρασμα της εξουσίας. Δεν χρειάζονται ευρύτερα σχήματα, αλλά η πολιτική βούληση όλων» τόνισε. Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο Πρωθυπουργός έδωσε χθες κάποια νέα στοιχεία, προαναγγέλλοντας απάντηση στην επιστολή του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τονίζοντας: «Αλλη είναι η δική τους ατζέντα και άλλη η δική μας, όμωςδεν φοβόμαστε τη συνάντηση».

«Στηρίζω τον υπουργό Οικονομικών»
Ο Πρωθυπουργός παρείχε πλήρη στήριξη στον κ. Γ. Παπακωνσταντίνου , σημειώνοντας ότι είναι «ένας ισχυρός υπουργός Οικονομικών, έχει τη στήριξή μου», ενώ αντέκρουσε την εκτίμηση ότι η εσωκομματική κοινοβουλευτική αντίδραση προκαλεί σύγχυση, λέγοντας ότι είναι συνειδητή επιλογή η αναβάθμιση της Βουλής και του ρόλου των βουλευτών.

Στήριξη παρείχε και στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Μ. Χρυσοχοΐδη, λέγοντας ότι παρά τα πρόσφατα τρομοκρατικά χτυπήματα (« εγκληματικές ενέργειες του κοινού ποινικού δικαίου», τα χαρακτήρισε) ο πολίτης είναι ασφαλέστερος από ό,τι ήταν πριν από μερικούς μήνες.