Το μπραντεφέρ του κ. Γ. Παπανδρέου με τις αγορές είναι πλέον δεδομένο και από την έκβασή του θα κριθούν τα περισσότερα. Ο Πρωθυπουργός δείχνει να ακολουθεί τον δικό του δρόμο, αγνοώντας τις συστάσεις και τις απαιτήσεις τόσο των διεθνών οίκων αξιολόγησης όσο και των δανειστών για σκληρά δημοσιονομικά μέτρα εδώ και τώρα.

Κατά την εκδοχή του, το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα είναι ξεχωριστό, πολύ διαφορετικό από εκείνο της Ιρλανδίας, και γι΄ αυτό πιστεύει ότι χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης, αλλιώτικης από αυτήν που εισηγούνται οι Βρυξέλλες, ο κ. Ζαν Κλοντ Τρισέ, ο οίκος Μoody΄s και οι τραπεζίτες, οι οποίοι ανατριχιάζουν στην ιδέα ότι αύριο- ημέρα μεγάλων και σημαντικών ανακοινώσεων- ο κ. Παπανδρέου θα επαναλάβει τα δικά του, όλα αυτά τα τόσο επιθετικά, που κατά καιρούς δηλώνει, κατά της φοροδιαφυγής, της σπατάλης και της συστημικής, όπως την αποκάλεσε, διαφθοράς, η οποία καταδιώκει τον τόπο αφαιρώντας έσοδα και πόρους.

Οι ξένοι, οι δανειστές και οι αγορές δυσπιστούν με τέτοιου τύπου εξαγγελίες και αμφιβάλλουν πολύ κατά πόσον μπορεί να επιτευχθεί και να αποδώσει η εξαγγελία της διοικητικής μεταρρύθμισης, που προβλέπει «τον περιορισμό των επιπέδων διοίκησης από πέντε σε τρία» (σ.σ.: Τέσσερα είναι τα ρημάδια και διακρίνονται από τους δήμους, τις νομαρχίες, τις περιφέρειες και την κεντρική διοίκηση.) Γενικώς δεν αποτιμούν τέτοιες εξαγγελίες, τις αντιμετωπίζουν ως υπεκφυγές και υποθέτουν ότι δεν υπάρχει διάθεση να ληφθούν τα επιβαλλόμενα από τις συνθήκες σκληρά δημοσιονομικά μέτρα.

Επί της ουσίας δεν πείθονται από όσα διακηρύσσει ο κ. Παπανδρέου. Θεωρούν ότι τα προαγγελλόμενα μέτρα είναι μακράς πνοής και αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, επειδή η επιβολή και η εφαρμογή τους απαιτούν θεσμική συγκρότηση και ολοκληρωμένο σύστημα διοίκησης, που δεν διαθέτει η Ελλάδα.

Εκτιμούν, με άλλα λόγια, ότι όλα αυτά τα τόσο δυναμικά και εντυπωσιακά που είπε ο κ. Παπανδρέου στις Βρυξέλλες θα ακυρωθούν από τις θεσμικές και διοικητικές ανεπάρκειες της χώρας και τελικώς δεν θα αποδώσουν τα προσδοκώμενα.

Πιστεύουν μάλιστα ότι μέγας είναι ο κίνδυνος να αποτύχουν παταγωδώς και τελικώς να οδηγήσουν σε διεύρυνση των ελλειμμάτων και σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του ήδη υπέρογκου δημοσίου χρέους.

Το χειρότερο είναι ότι οι περισσότεροι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης έχουν καταλήξει από τις συζητήσεις που είχαν στην Αθήνα ότι στα ανώτερα κλιμάκια της ελληνικής κυβέρνησης δεν υπάρχει επαρκής κατανόηση των συνθηκών. Μάλιστα ο επικεφαλής του οίκου Fitch, που την περασμένη εβδομάδα προχώρησε σε νέα υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και προσέφερε το ερέθισμα των νέων ισχυρών πιέσεων σε βάρος των ελληνικών τίτλων, δεν δίστασε να δηλώσει ότι αντίστοιχο πρόβλημα υπάρχει και στο επίπεδο του Πρωθυπουργού. Αντιστοίχως, εγχώριοι εμπειρογνώμονες, αλλά και έμπειροι πολιτικοί, θεωρούν ότι «ο κ. Παπανδρέου βρίσκεται πέντε βήματα πίσω από το πρόβλημα» και ότι ενεργεί χωρίς να λαμβάνει υπ΄ όψιν τον κίνδυνο να καταλάβει γενικευμένη απροθυμία τον ευρύ κύκλο των δανειστών μας. Ο πρώην υπουργός Δημόσιων Εργων κ. Γ. Σουφλιάς, ο οποίος ως τώρα απέφευγε δηλώσεις και σχόλια, μετέδωσε την έκπληξή του την περασμένη Παρασκευή για την αδυναμία της νέας κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Παραλλήλως ο πρώην υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Παπαντωνίου σημείωνε ότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος από τις εκλογές και ότι οι συνθήκες επιβάλλουν δημοσιονομικά μέτρα ικανά να κατευνάσουν τις αγορές και να διευκολύνουν την εφαρμογή ενός μακροχρόνιου ολοκληρωμένου σχεδίου ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας.

Ετσι κι αλλιώς πάντως, πολλά θα κριθούν στις αρχές της ερχόμενης εβδομάδας, οπότε και θα εξειδικευθούν σταδιακά τα μέτρα που προανήγγειλε ο κ. Παπανδρέου. Από το εύρος, την έντασή τους και τις προσδοκίες αντιστροφής των τάσεων που θα δημιουργήσουν θα εξαρτηθεί εν τέλει και η στάση των αγορών. Ολοι αναμένουν ότι αύριο και μεθαύριο κάτι πολύ εντυπωσιακό θα ανακοινωθεί από την ελληνική κυβέρνηση.

Αν αυτές οι προσδοκίες διαψευσθούν και κριθεί ότι τα μέτρα δεν είναι ικανά να θέσουν το δημοσιονομικό πρόβλημα σε τροχιά ελέγχου, τότε η πίεση στους ελληνικούς τίτλους θα επανέλθει κατά κύματα στο επόμενο διάστημα και θα δημιουργήσει ακόμη πιο εκρηκτικές καταστάσεις. Δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε νέες υποβαθμίσεις, οι οποίες θα επιδεινώσουν περαιτέρω την κατάσταση, καθώς θα αυξήσουν το κόστος κάλυψης των δανειακών αναγκών και βεβαίως θα μεταφέρουν πρόσθετα προβλήματα στις ελληνικές τράπεζες. Διατηρούμενο μάλιστα αυτό το κλίμα διεθνούς αμφισβήτησης μπορεί κάποια στιγμή να δώσει απότομα και ακραία, μη ελέγξιμα γεγονότα. Στην περίπτωση αυτή μόνη λύση θα αποτελεί η προσφυγή σε κοινοτική βοήθεια. Δεν είναι τυχαίο ότι η γερμανίδα καγκελάριος κυρία Ανγκελα Μέρκελ πρότεινε στην παρούσα συγκυρία ανάδειξης του ελληνικού προβλήματος τη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού επέμβασης, κατά τα πρότυπα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο οποίος και θα προσφέρει βοήθεια έναντι συγκεκριμένων πολύ αυστηρών μέτρων σε χώρες-μέλη της ΕΕ που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των συνθηκών.