Κατά τη διετία 2007-2009, το μεγάλο διακύβευμα της πολιτικής ζωής της χώρας ήταν σταθερά η οικονομία, η οποία άλλωστε αποτέλεσε και το πεδίο δύο συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, της 4ης Οκτωβρίου 2009 αλλά και του Σεπτεμβρίου του 2007. Ετσι η ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος δεν θα μπορούσε να προσπεράσει την οικονομική ερμηνεία.
Ωστόσο, η επιβεβαίωση της θεωρίας
της «δεξιάς παρένθεσης» που έκλεισε, όχι σε τρία αλλά σε πέντε χρόνια, και η επάνοδος του ΠαΣοΚ στη διακυβέρνηση της χώρας, η οποία αποτελεί μοναδικότητα για τα ευρωπαϊκά δεδομένα αν αναλογιστεί κανείς τη συνολική κατάσταση της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, χρειάζεται μια πλατύτερη προσέγγιση του οικονομικού προβλήματος. Την προσέγγιση αυτή την έχει προσφέρει ο Αμάρτια Σεν, ο οποίος διακήρυξε με την οικονομική θεωρία του μια πολύ απλή παραδοχή: ότι η φτώχεια
δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως φτώχεια των δυνατοτήτων. Με τον ίδιο τρόπο που ο «συνδυασμός διαφόρων προϋπολογισμών» αντιπροσωπεύει την ελευθερία ενός ατόμου να αγοράζει αγαθά, ο «συνδυασμός διαφορετικών ικανοτήτων» αντανακλά την ελευθερία του ατόμου να επιλέγει τρόπο ύπαρξης, υποστηρίζει ο Σεν.
Η μετατόπιση αυτής της προσέγγισης από το άτομο στην πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας αποτελεί το κλειδί για την ερμηνεία της εκλογικής νίκης
του ΠαΣοΚ, αλλά και της προσωπικής νίκης που κατάφερε ο κ. Γ. Παπανδρέου. Και τούτο διότι οι σύγχρονες κοινωνίες δεν είναι μονοδιάστατες. Η οικονομία καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ευμάρεια ή την παρακμή τους, αλλά είναι αδύνατον να διαχωριστεί από το ευρύτερο πλέγμα των δυνατοτήτων τους, δηλαδή τους θεσμούς της δημοκρατίας, τη θέση τους στο διεθνές περιβάλλον, το ανθρώπινο δυναμικό των πολιτών τους και το ηγετικό τους κεφάλαιο.

1 OΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ο θεμέλιος λίθος των δυνατοτήτων μιας σύγχρονης κοινωνίας είναι το πλέγμα των κανόνων που διέπουν τη δημόσια ζωή, δηλαδή οι θεσμοί της δημοκρατίας με κύριο εκφραστή τους το κράτος. Η παρακμή των θεσμών και του κράτους είναι παράγοντας διάλυσης του κοινωνικού ιστού ακριβώς διότι αμφισβητείται η έννοια της Αρχής στη δημόσια ζωή. Δύο έρευνες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, τον Φεβρουάριο του 2008 και τον Απρίλιο του 2009, δείχνουν την εικόνα που έχουν οι έλληνες πολίτες για το δημοκρατικό πολίτευμα. Τα ποιοτικά δεδομένα των ερευνών μαρτυρούν μια τάση «ακύρωσης» του δημόσιου χώρου και των δημοκρατικών του θεσμών, η οποία τροφοδοτήθηκε, στον μεγαλύτερο βαθμό, από τα σκάνδαλα και την περί αυτών συζήτηση καθ΄ όλη τη διετία 2007-2009. Ετσι, σε σχέση με δέκα χρόνια πριν, το πολιτικό μας σύστημα είναι περισσότερο συντηρητικό και λιγότερο αποτελεσματικό, περισσότερο διεφθαρμένο και εξαρτημένο από μεγάλα συμφέροντα και λιγότερο φιλικό προς τον πολίτη, λιγότερο αξιοκρατικό και λιγότερο δημοκρατικό (πίνακας 1).

Κοινό σημείο των δύο ερευνών, είναι η «κρίση» που φαίνεται να διέπει όλο το θεσμικό πλαίσιο της Ελληνικής Δημοκρατίας: από την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο ως τη Δικαιοσύνη, το εκπαιδευτικό σύστημα, τη δημόσια διοίκηση, τα συνδικάτα, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, την Εκκλησία, τα ΜΜΕ, τον επιχειρηματικό κόσμο, την Αστυνομία, τον Στρατό, οι Ελληνες δεν εμπιστεύονται κανέναν θεσμό για την πρόοδο και την ευημερία της χώρας τους. Εξαίρεση αποτελεί ο πνευματικός κόσμος, αλλά και ένας άλλος θεσμός που δεν είναι ελληνικός: η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Υπό αυτό το πρίσμα, η ήττα της ΝΔ έπειτα από πέντε χρόνια διακυβέρνησης φαίνεται να έχει μεγαλύτερη ισχύ και συμβολισμό από την αντίστοιχη ήττα του ΠαΣοΚ στις εκλογές του Μαρτίου του 2004 ύστερα από 20 χρόνια διακυβέρνησης. Και εξηγεί, εν πολλοίς, γιατί το εγχείρημα του κ. Γ. Παπανδρέου να παρουσιάσει το σχέδιο «100 πρώτων ημερών» ως σχέδιο «εθνικής ανάτασης» φαίνεται, κατ΄ αρχάς, να έχει τύχει ενός ευρύτερου ακροατηρίου πολιτών παρά την επιφύλαξή τους απέναντι στην ετοιμότητα του ΠαΣοΚ να κυβερνήσει και πάλι τη χώρα (56,8%- Σεπτέμβριος 2009).

2 Ο ΤΟΜΕΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Οι δείκτες της οικονομίας αποτελούν ίσως το μόνο μετρήσιμο μέγεθος των πραγματικών δυνατοτήτων μιας χώρας. Ωστόσο, πέρα από τους δείκτες του δημοσίου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, αλλά και την αντιπαράθεση των δύο κομμάτων εξουσίας για το «πού θα βρεθούν τα λεφτά», οι πολίτες έχουν ένα δικό τους, βιωματικό αισθητήριο για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας: λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές (30 Σεπτεμβρίου 2009), οι εννέα στους δέκα ερωτηθέντεςαξιολογούσαν την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ως αρκετά και πολύ κακή.

Στο πλαίσιο ενός γενικότερου απολογισμού, από τη στιγμή της εμφάνισης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το περασμένο φθινόπωρο, οι πολίτες εκτιμούν ότι η κρίση της ελληνικής οικονομίας θα έχει βάθος τριετίας (έρευνες Δεκεμβρίου 2008, Απριλίου 2009 και 30 Σεπτεμβρίου 2009), ενώ σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα θα είναι μεγαλύτερες από ό,τι στις άλλες χώρες της ΕΕ. Με άλλα λόγια, στο πεδίο της οικονομίας επανεμφανίζεται το παλαιότερο σύνδρομο της υστέρησης της Ελλάδας έναντι της «πολιτισμένης Δύσης».

Με την πλειονότητα των πολιτών να μη θέτει σε αμφισβήτηση τις επιταγές του Συμφώνου Σταθερότητας (54,8%- Απρίλιος 2009) και να θεωρεί θετικό το γεγονός ότι υπάρχει έλεγχος των δημοσιοοικονομικών της χώρας από την ΕΕ (80,1%- Απρίλιος 2009), το σχέδιο των «100 πρώτων ημερών» που ανακοίνωσε ο κ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ απάντησε στο συνολικότερο αίτημα της κοινωνίας για υιοθέτηση μιας πιο φιλολαϊκής οικονομικής πολιτικής (55,1%- Σεπτέμβριος 2009) από την κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου, και παρά το γεγονός ότι περισσότεροι από τους επτά στους δέκα πολίτες (72,6%- Σεπτέμβριος 2009) συμφωνούσαν με την άποψη του κ. Καραμανλή ότι «η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης απαιτεί δύσκολες αποφάσεις και όχι εύκολες λύσεις και υποσχέσεις». Ετσι την παραμονή των εκλογών (3 Οκτωβρίου 2009) η πλειοψηφία των ερωτηθέντων προέκρινε το οικονομικό σχέδιο του ΠαΣοΚ ως το αποτελεσματικότερο για την έξοδο της Ελλάδας από την οικονομική κρίση (πίνακας 2).

Κατά συνέπεια, το σχέδιο των «100 πρώτων ημερών» απαντά στο διπλό αίτημα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης και της δικαιότερης κατανομής του πλούτου με την οποία συνδέεται ιστορικά το ΠαΣοΚ. Για τον λόγο αυτόν, παραμονή των εκλογών, οι πέντε στους δέκα πολίτες (50%) έκριναν ότι το σχέδιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ το ενδεχόμενο επαναφοράς του ΠαΣοΚ στη διακυβέρνηση της χώρας δημιούργησε αισιοδοξία στους πολίτες τόσο για τη βελτίωση της οικονομίας όσο και για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του νοικοκυριού τους (41,5% και 35,8% αντίστοιχα- 30 Σεπτεμβρίου 2009). Η στάση των πολιτών απέναντι σε κάθε έναν από τους τέσσερις βασικούς άξονες του σχεδίου 100 ημερών (30 Σεπτεμβρίου 2009) απεικονίζεται στον πίνακα 3. Οι πολίτες εμφανίζονται δύσπιστοι ως προς τα σημεία εκείνα του σχεδίου που προϋποθέτουν την εφαρμογή μιας οικονομικής πολιτικής με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα (στήριξη του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών και αναδιανομή του πλούτου, προστασία και ενίσχυση της απασχόλησης, νοικοκύρεμα στα δημόσια οικονομικά). Ωστόσο, το σημείο «αναθέρμανση της αγοράς και ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας» επιβεβαιώνει τον κανόνα της ψυχολογίας στη λειτουργία της οικονομίας, η οποία θα μπορούσε να επέλθει μόνο με την αλλαγή του κυβερνητικού σχήματος.

Ισως η μεγαλύτερη αξία του «σχεδίου 100 ημερών» είναι ότι προσέδωσε στον κ. Παπανδρέου και στο ΠαΣοΚ το απαραίτητο «κυβερνητικό» κεφάλαιο συμπαρασύροντας όλους τους τομείς της διοίκησης του κράτους στους περισσότερους από τους οποίους υστερούσαν καθ΄ όλη την περίοδο 2004-2009 (πίνακας 4). 3 ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ

Αν ο άνθρωπος χαθεί, όπως έλεγε ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, καμία πρόοδος, κανένα επίτευγμα δεν έχει πια σημασία. Οι πολίτες μιας χώρας είναι το έμψυχο δυναμικό της και η ευημερία τους καθορίζει όχι μόνο την αναπτυξιακή της προοπτική, αλλά την ύπαρξή της στον παγκόσμιο χάρτη.

Τον Απρίλιο του 2009, επτά μήνες μετά την εκδήλωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, σχεδόν επτά στους δέκα Ελληνες (66,1%) δήλωναν ότι η κρίση δεν αφορά μόνο τα οικονομικά του νοικοκυριού τους, αλλά έχει επηρεάσει συνολικά τις αξίες και τον τρόπο ζωής τους. Το 52% των πολιτών αδυνατούσε να τα βγάλει πέρα οικονομικά, ενώ συγκριτικά με δύο χρόνια πριν, δηλαδή τον Ιούνιο του 2007, είχε αυξηθεί σημαντικά ο φόβος απέναντι στην προοπτική της φτώχειας (πίνακας 5).

Με άλλα λόγια, τη διετία 2007-2009 οι Ελληνες αντιλαμβάνονται τη φτώχεια ως «πτώση», ως ανώμαλη εκτροπή από μια προηγούμενη φυσιολογική κατάσταση, η οποία αφορά όλους τους πολίτες και όχι μόνο τα αδύναμα στρώματα της κοινωνίας. Ωστόσο, η ανασφάλεια που νιώθει το 80,7% των πολιτών (Απρίλιος 2009) δεν αφορά μόνο την οικονομική δυσκολία. Μετά τα επεισόδια του Δεκεμβρίου του 2008 οι Ελληνες φοβούνται, εκτός από τη χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας, την ανεξέλεγκτη κοινωνική έκρηξη και τον κίνδυνο εκτροπής των δημοκρατικών θεσμών (56,6%, 51,7% και 25% αντίστοιχα- Απρίλιος του 2009). Στο επίπεδο της κοινωνίας, δηλαδή, η ανασφάλεια συνδέεται με την κρίση των θεσμών δημιουργώντας την αίσθηση του «απρόβλεπτου», την πεποίθηση, βάσιμη ή όχι, ότι μπορούμε να περιμένουμε τα πάντα, ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τίποτα, ότι οι κανόνες έχουν καταργηθεί. Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, το γεγονός ότι στην ίδια έρευνα τον Απρίλιο του 2009, το 78,2% των πολιτών παρά τις αντιξοότητες εξακολουθεί να έχει ελπίδα και να κάνει σχέδια για το μέλλον. Ισως είναι αυτή η προδιάθεση της ελληνικής κοινωνίας για μια «υγιή» αντίδραση απέναντι στην κρίση, οικονομική και πολιτική, η οποία προσέφερε τη νίκη στο ΠαΣοΚ στην εκλογική αναμέτρηση (πίνακας 6-30 Σεπτεμβρίου 2009).

Αναλύοντας τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του αποτελέσματος των εκλογών, το ΠαΣοΚ ψήφισαν οι νέες ηλικίες 18-24 ετών, δηλαδή όσοι ψήφισαν για πρώτη φορά ή ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα από την περίοδο της διακυβέρνηση της ΝΔ· ένα κοινό το οποίο έλκεται ιδιαίτερα από την ανανέωση στην πολιτική ζωή που επικαλείται ο κ. Παπανδρέου. Το παραπάνω ποσοστό του ΠαΣοΚ αυξάνεται αισθητά όταν προστεθούν και οι λεγόμενες «παραγωγικές ηλικίες», οι οποίες πλήττονται πιο άμεσα από την οικονομική κρίση (πίνακας 7). Οι πολίτες οι οποίοι στις ευρωεκλογές του Ιουνίου επέλεξαν την αποχή ανέδειξαν πρώτο κόμμα το ΠαΣοΚ, με μικρή όμως διαφορά από τη ΝΔ (πίνακας 8).

Η παραπάνω εκλογική συμπεριφορά επιβεβαιώνει, λίγους μήνες μετά, ότι η αποχή από τις ευρωεκλογές δεν είχε συγκυριακό χαρακτήρα. Το 58,8% των ερωτηθέντων στη σχετική έρευνα του Ιουνίου του 2009 δήλωσε ότι είχε αποφασίσει να μη συμμετάσχει στις εκλογές, είτε αρκετές εβδομάδες πριν είτε αρκετούς μήνες πριν, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να εκφράσει κυρίως την αποδοκιμασία του για το πολιτικό προσωπικό της χώρας (65,2%).

4 ΤΟ ΗΓΕΤΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Τον Δεκέμβριο του 2008, η πλειοψηφία των πολιτών (85,5%) εκτιμούσε ότι υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών στην πολιτική ηγεσία της χώρας και θεωρούσε τους δύο πολιτικούς αρχηγούς αδύναμους (24,2% για τον κ. Κ. Καραμανλή έναντι 38,3% για τον κ. Γ. Παπανδρέου) για να ανασυντάξουν το πολιτικό σύστημα. Σχεδόν έναν χρόνο μετά, ο κ. Παπανδρέου καταφέρνει να συναντήσει και να εκφράσει τις βαθύτερες τάσεις της ελληνικής κοινωνίας, επιβεβαιώνοντας την ιστορική άποψη σύμφωνα με την οποία οι ηγετικές φυσιογνωμίες κάθε χώρας αναδεικνύονται και υπάρχουν ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία και όχι ανεξάρτητα από αυτές.

Αναμφίβολα, ο κ. Παπανδρέου αναλαμβάνει σε μια κάκιστη οικονομική, πολιτική και κοινωνική συγκυρία. Ωστόσο, σύμφωνα με την άποψη των ερωτηθέντων, το πλεονέκτημά του έγκειται στο γεγονός ότι εκπροσωπεί έναν διαφορετικό τύπο πολιτικού αρχηγού (59,6%- 3 Οκτωβρίου 2009) που φέρνει στην ελληνική πολιτική σκηνή ένα διαφορετικό μοντέλο ηγεσίας σε συνδυασμό με τις πολιτικές που προτείνει (πίνακας 9).

Το βασικό διακύβευμα της νέας τετραετίας είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κατάστασης της χώρας η οποία έχει τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος. Ο νέος Πρωθυπουργός θα έχει να αντιμετωπίσει τη δυσπιστία της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην ικανότητα του ΠαΣοΚ να διαχειριστεί αυτήν την κατάσταση, αφού σχεδόν οι πέντε στους δέκα πολίτες (49,1%) θεωρούν το ΠαΣοΚ συνυπαίτιο (το 32,4% θεωρεί ότι για τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ευθύνονται οι κυβερνήσεις της ΝΔ και το 18% οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠαΣοΚ- 3 Οκτωβρίου 2009). Ωστόσο, σε πιο μακροπρόθεσμη προοπτική το διακύβευμα της ηγεσίας Παπανδρέου είναι η συνέπεια απάντησης στις προσδοκίες των πολιτών που τον εξέλεξαν, δηλαδή στην εμβάθυνση της σχέσης πολιτών- ηγέτη (πίνακας 10).

Η διεθνής θέση της Ελλάδας
Στον βαθμό που ο σύγχρονος κόσμος είναι ανοιχτός και αλληλοεξαρτώμενος, η θέση μιας σύγχρονης δημοκρατικής χώρας στο διεθνές περιβάλλον είναι αναμφίβολα παράγοντας φτωχών ή ενισχυμένων δυνατοτήτων. Το διεθνές πεδίο αποτελούσε σταθερά, καθ΄ όλη την περίοδο 2004-2009, το προνομιακό πεδίο του κ. Παπανδρέου και ενίσχυε την ηγετική του επάρκεια σε στιγμές όπου αυτή ήταν υπό αμφισβήτηση εκτός αλλά και εντός ΠαΣοΚ.

Σε σχέση με τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο (επαναπροσδιορισμός της ισορροπίας των παγκόσμιων δυνάμεων, εκλογή του πρώτου αφροαμερικανού προέδρου στην ιστορία των ΗΠΑ, κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και αυξανόμενη οικολογική συνείδηση που παίρνει διαστάσεις οικουμενικότητας), τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα ζει σε κατάσταση «εθνικής μοναξιάς» για έναν πολύ βασικό λόγο: την (διπλή) επιτήρηση της οικονομίας της από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία της στερεί σε σημαντικό βαθμό τη διαπραγματευτική ισχύ της σε ζωτικά θέματα της εξωτερικής πολιτικής της (π.χ. Βαλκάνια, ελληνοτουρκικές σχέσεις, ευρωπαϊκή κοινότητα).

Η κατάσταση αυτή εκτιμάται ως εξόχως ανησυχητική από την πλειοψηφία των πολιτών τον περασμένο Απρίλιο του 2009: επτά στους δέκα Ελληνες (70,9%) πιστεύουν ότι η οικονομική αποδυνάμωση της χώρας θα έχει επίπτωση στα εθνικά θέματα, ενώ, παράλληλα, το 43% εκτιμά ότι η θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή θα αποδυναμωθεί. Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε πολύ μακριά από το σχέδιο της ελληνικής επικράτησης στα Βαλκάνια που προτάθηκε τη δεκαετία του 1990 και αποτυπώθηκε νοηματικά στη φράση «ελληνοποίηση των Βαλκανίων».

Ο κ. Γ. Κ. Ρουτζούνης είναι υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών της Κάπα Research.