«Πολιτεύομαι ως πολίτις και όχι ως πολιτικός» δηλώνει η κυρία Αννα Νταλάρα , η οποία για πρώτη φορά κατεβαίνει ως υποψήφια, με το ΠαΣοΚ στη Β’ Αθηνών. Η κυρία Νταλάρα τονίζει ότι το διακύβευμα αυτών των εκλογών είναι να μη βουλιάξουμε στη νοοτροπία «ο καθένας για την πάρτη του», καθώς και ότι οι πολιτικοί πρέπει να βοηθήσουν τους νέους να επινοήσουν το μέλλον.

– Ποιος είναι ο λόγος που αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την πολιτική; Τι περισσότερο θα μπορούσατε να προσφέρετε;

«Πολιτική στάση και δράση έχω σχεδόν σε όλη μου τη ζωή, από τα φοιτητικά μου χρόνια. Πήρα την απόφαση να συμμετέχω αυτή τη φορά διεκδικώντας μια θέση στο Κοινοβούλιο με την ελπίδα ότι θα μπορέσω να προσφέρω κάτι από όσα ήδη κάνω μέσα από την ενασχόλησή μου με τον πολιτισμό και τον εθελοντισμό. Δυστυχώς σήμερα ως κοινωνία βρισκόμαστε σε συνθήκες δραματικού αποκλεισμού και κανένας δεν έχει δικαίωμα να φυγομαχεί. Δεν θα ήταν ούτε γενναίο ούτε εποικοδομητικό να ασκώ κριτική και πολιτική από τον καναπέ. Μπορώ να προσφέρω την εμπειρία, τις γνώσεις και τις δεξιότητές μου σε ζητήματα πολιτισμού, εγκαθίδρυσης νέων θεσμών, στην ενίσχυση εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα δυναμώσουν τη νεολαία μας, τα παιδιά κυρίως, από το αδιέξοδο και την απομόνωση όπου οδηγεί η έλλειψη στόχων για το μέλλον τους. Μπορώ να βοηθήσω στην ανάδειξη μεθόδων που ευνοούν την πολιτιστική παραγωγή. Ο πολιτισμός δεν είναι μόνο εξαγώγιμο και ανταποδοτικό προϊόν, όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές, είναι αντίδοτο στον νεοσυντηρητισμό και στις ακροδεξιές πρακτικές. Προάγει την πολιτική σκέψη, διευρύνει την κοινωνική συνείδηση. Αλλωστε αυτό υποδηλώνει για μένα η έκφραση πολιτικός πολιτισμός».

– Ποιο κατά τη γνώμη σας είναι το συγκριτικό σας πλεονέκτημα στη Β Δ Αθηνών;

«Το μόνο μου πλεονέκτημα είναι ότι “πολιτεύομαι” ως πολίτις και όχι ως πολιτικός».

– Η αναγνωρισιμότητα του ονόματός σας πόσο ρόλο μπορεί να παίξει για μία υποψήφια η οποία κατέρχεται για πρώτη φορά στον πολιτικό στίβο;

«Η ούγια δεν κάνει το ύφασμα, το αντίθετο συμβαίνει. Δεν φτάνουν το αναγνωρίσιμο όνομα και η έξωθεν καλή μαρτυρία. Εκείνο που θα κριθεί είναι το περιεχόμενο των λόγων και οι ουσιαστικές προτάσεις». – Ποιο είναι το διακύβευμα των εκλογών της 4ης Οκτωβρίου;

«Αν θα βουλιάξουμε στην απάθεια, στη μισαλλοδοξία, στην απληστία, στον ρατσισμό και στην απανθρωπιά της νεοφιλελεύθερης νοοτροπίας τού “ο καθένας για την πάρτη του και οι υπόλοιποι να κόψουν τον λαιμό τους”, αν θα παραιτηθούμε και μεμψίμοιρα αφήσουμε να διαλυθεί ο κοινωνικός ιστός και η αλληλεγγύη, αν θα δεχθούμε πολιτικές που υπονομεύουν το κράτος πρόνοιας, τη διασφαλισμένη εργασία, τη δωρεάν παιδεία και εκπαίδευση, τη δημόσια υγεία και όλα όσα “κάηκαν” από τα πούρα αυτών που όντας απλώς μεσάζοντες και ντιλάροντας αέρα χωρίς παραγωγική εργασία παρουσίασαν σαν ωραία ζωή μια “εικονική πραγματικότητα”».

– Με ποιο επιχείρημα θα πείθατε έναν αναποφάσιστο ψηφοφόρο να προτιμήσει το ΠαΣοΚ και έναν ψηφοφόρο που δεν ψήφισε στις ευρωεκλογές να πάει τώρα στην κάλπη;

«Το πιο πειστικό επιχείρημα είναι η ίδια η πραγματικότητα. Ακρίβεια, λιτότητα, ανύπαρκτη ανάπτυξη, απόγνωση, υποβαθμισμένη παιδεία, ανασφάλεια και κυρίως απουσία μέλλοντος. Αυτό πιο πολύ για τους απέχοντες, που δυστυχώς είναι οι νέοι. Θα έλεγα σ΄ αυτούς τους ψηφοφόρους, ανεξάρτητα από το τι θα επιλέξουν να ψηφίσουν, κάτι φαινομενικά ουτοπικό αλλά επί της ουσίας αναγκαίο: Δεν αρκεί το όραμα. Δεν φτάνει να λέμε ότι προβληματιζόμαστε για το μέλλον. Αυτό είναι πολύ αφηρημένο. Πρέπει να επινοούμε το μέλλον για να το διανύσουμε. Και αυτό ανήκει στους νέους. Εμείς μόνο βοηθητικοί μπορεί να είμαστε…».