Η ΙΣΤΟΡΙΑ των κρατών είναι και μια «οδύσσεια» πρακτόρων και κατασκόπωναπό την οποία ελάχιστα πράγματα θα μάθουμε για τους πρωταγωνιστές. Οι καχύποπτοι Σπαρτιάτες διέθεταν την «κρυπτεία», μια υπηρεσία που παρακολουθούσε τους είλωτες και τους περιοίκους. Αντίστοιχα, οι Βυζαντινοί αξιοποιούσαν διάσπαρτα στα μήκη και στα πλάτη της Αυτοκρατορίας
δίκτυα πληροφοριώνπου έμειναν στην Ιστορία ως
«κρυπτοί φίλοι». Στη σύγχρονη Ελλάδα το χαρτοφυλάκιο της συλλογής πληροφοριών και της αντικατασκοπίας ανήκε στα αρμόδια στρατιωτικά γραφεία. Το 1923, όμως, όταν η Κέρκυρα βομβαρδίστηκε και κατελήφθη αιφνιδίως από τους Ιταλούς, λόγω της δολοφονίας ενός ιταλού αξιωματικούστην Αλβανία για την οποία ο Μπενίτο Μουσολίνι θεώρησε υπαίτια τη χώρα μας, κρίθηκε επιβεβλημένη η σύσταση του Κέντρου
Πληροφοριών Κέρκυρας. Εναν χρόνο αργότερα ιδρύθηκε η Υπηρεσία Ειδικής Ασφαλείας που υπαγόταν στο υπουργείο Εσωτερικών με αντικείμενο την «παρακολούθηση πάσης υπόπτου εις την ασφάλειαν του κράτους οργανώσεως, την καταδίωξιν της κατασκοπείας και την αστυνομίαν επί των ξένων». Μάλιστα το 1926 λόγω της σπουδαιότητας της κατάστασης υπήχθη στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μετονομάστηκε σε Υπηρεσία Γενικής Ασφαλείας.

Το 1936 μπήκαν τα «θεμέλια» του μορφώματος το οποίο θα μετεξελισσόταν στη γνωστή ΚΥΠ καθώς συστήθηκε η Υπηρεσία Αμύνης του Κράτους, η οποία ανέλαβε μεταξύ άλλων την παρακολούθηση της «κομμουνιστικής, ως και πάσης άλλης προπαγάνδας». Μάλιστα τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς την αναβάθμισε σε υφυπουργείο Δημόσιας Ασφαλείας, τα «κλέη» του οποίου ακόμη μνημονεύονται σε χιλιάδες ελληνικά σπίτια. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το τέλος του εμφυλίου πολέμου ο Θεμιστοκλής Σοφούλης ίδρυσε την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ερευνών (ΚΥΠΕ), η οποία λειτούργησε ως το 1953. Τα ηνία της είχε αναλάβει ο τότε ταξίαρχος Ιππικού Π. Νικολόπουλος.

Το 1953 «γεννήθηκε» η ΚΥΠ στα πρότυπα της CΙΑ και υπήχθη απευθείας στον τότε πρωθυπουργό Α. Παπάγο. Επικεφαλής ετέθη ο διαβόητος αξιωματικός του Πυροβολικού Αλέξανδρος Νάτσινας, θέση που κράτησε για μία δεκαετία. Μία από τις πρώτες οδηγίες του Νάτσινα προς τις Ενοπλες Δυνάμεις ήταν να δημιουργηθούν σε όλα τα στρατόπεδα «δίκτυα παρακολουθήσεως σκοπός των οποίων είναιη αποκάλυψις πάσης κομμουνιστικής κινήσεως σημειουμένης εντός των Ενόπλων Δυνάμεων».

Οι Αμερικανοί ήλεγχαν τα πάντα
Η θητεία Νάτσινα μετέβαλε την ΚΥΠ σε κράτος εν κράτει καθώς ασκούσε ασφυκτικό έλεγχο σε κάθε κοινωνική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο της συνεργασίας με τη CΙΑ επιστρατεύθηκαν ελληνοαμερικανοί πράκτορες, όπως ο Τομ Καραμεσίνης, ο οποίος «δίδαξε» στις ελληνικές αρχές ασφαλείας ανακριτικές μεθόδους που εφαρμόστηκαν στην ΕΣΑ. Ο Καραμεσίνης ήταν αυτός που εισηγήθηκε το «φιλοδώρημα» των 100 δολαρίων προς επιβράβευση όσων έκαναν παρακολουθήσεις, ενώ εκμηδένισε την επιρροή των αγγλόφιλων μέσα στους κόλπους του στρατεύματος.

«Οι Αμερικανοί δεν γνώριζαν μόνο και αποφάσιζαν τα πάντααλλά πλήρωναν κιόλας σχεδόν τα πάντα» έγραφε το 1977 ο Παύλος Μπακογιάννης σε σχετικό αφιέρωμα του «Βήματος». Οταν η έδρα της υπηρεσίας μεταφέρθηκε από το κτίριο της οδού Μέρλιν στην οδό Μπουμπουλίνας, οι Αμερικανοί ανέλαβαν να πληρώνουν το ενοίκιο, κάτι που διήρκεσε ως το 1964. Ακόμη, προμήθευαν στην ΚΥΠ δωρεάν ηλεκτρονικά συστήματα, ενώ κατέβαλαν στην ΙΒΜ τα τέλη χρήσης ενός «ηλεκτρονικού εγκεφάλου» που είχαν παραχωρήσει στην ελληνική πλευρά, οι πράκτορες της οποίας ήταν τόσο αδαείς τεχνολογικά που αδυνατώντας να χρησιμοποιήσουν το συγκεκριμένο μηχάνημα το αξιοποιούσαν μόνο «για τη μηχανογράφηση των μισθολογικών καταστάσεων». Επίσης οι Αμερικανοί χρηματοδοτούσαν τις αμοιβές των πάσης φύσεως πληροφοριοδοτών της ΚΥΠ, ενώ είχαν αναλάβει την οργάνωση της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Σύνδεσμος της CΙΑ και της ΚΥΠ ήταν ένα πρόσωπο που θα διαδραμάτιζε μοιραίο ρόλο: ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.

Πώς εισχώρησαν οι συνωμότες
Ο τυπολάτρης Νάτσινας είχε βενιζελικό παρελθόν και ήταν άνθρωπος των Αμερικανών. Επί των ημερών του η ΚΥΠ διογκώθηκε και έφτασε να απασχολεί 1.200 άτομα, ενώ διέθετε και έναν ειδικό κλάδο για την εσωτερική ασφάλεια, όπου αργότερα τμηματάρχης ανέλαβε ο άνθρωπος που έβαλε την Ελλάδα στον «γύψο». Επί Νάτσινα τα τηλέφωνα σχεδόν όλων των πολιτικών παρακολουθούνταν σε καθημερινή βάση, οι δε φάκελοι των ακροάσεων που είχαν συγκεντρωθεί ήταν τόσο πολλοί που δεν υπήρχε χώρος για να στεγαστούν. Ο Νάτσινας ήταν μέλος του ΙΔΕΑ και αποτελούσε τον σύνδεσμό του με την ΚΥΠ, μέσα από την οποία όχι μόνο κάλυπτε τα βήματα των συνωμοτών αλλά οργάνωνε και τις κατάλληλες προβοκάτσιες. Μία από τις επιτυχίες του ήταν η τοποθέτηση στη θέση του επικεφαλής του ΙΔΕΑ του Σ. Γκίκα στην ηγεσία του στρατού ξηράς.

Με τον Γκίκα να ελέγχει το στράτευμα, οι συνωμότες ανέλαβαν θέσεις-κλειδιά στον Στρατό και το πλέγμα του παρακράτους άρχισε να απλώνεται σε όλες τις δυνάμεις ασφαλείας. «Τόσο τέλειο ήταν το δίκτυο των ανθρώπων του Γκίκα στο Επιτελείοώστε μια μέρα πηγαίνοντας στο γραφείο του ο Νικολόπουλος (σ.σ.: ο προκάτοχος του Νάτσινα στη διοίκηση της υπηρεσίας, ο οποίος τότε ήταν αρχηγός ΓΕΣ) ανακάλυψε ένα νέο πρόσωπο στο υπασπιστήριό του:τον Ν. Ντερτιλή. Οταν ρώτησε “ποιος τον έφερε αυτόν εδώ; ” πήρε την απάντηση “εσείς,αρχηγέ” και του έδειξαν τη σχετική διαταγή υπογεγραμμένη από τον ίδιο. Του είχαν κλέψει την υπογραφή!» έγραφε πριν από 32 χρόνια ο Μπακογιάννης.

Η Φρειδερίκη στηρίζει Νάτσινα

Η ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ «ΒΗΜΑΤΟΣ» ΤΟ 1977 Την υπογραφή του Παύλου Μπακογιάννη έφερε η έρευνα του «Βήματος» που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 1977 για τη δράση της ΕΥΠ με τίτλο «Οδηγός στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών». Το εκτενέστατο αφιέρωμα, το πρώτο που δημοσιεύθηκε στον ελληνικό Τύπο για τις αμαρτίες της Υπηρεσίας Πληροφοριών, δημοσιεύθηκε τμηματικά επί αρκετές ημέρες

Ο Νικολόπουλος συνειδητοποίησε τι εξυφαίνεται και άρχισε τη συστηματική παρακολούθηση του δικτύου του ΙΔΕΑ, επιτυγχάνοντας μάλιστα τη μετάθεση ορισμένων εκ των μελών του εκτός Αθηνών. Οταν προσπάθησε όμως να εισέλθει στα βαθιά του συστήματος, έπεσε σε «τοίχο» και ζήτησε τη βοήθεια της Φρειδερίκης, η οποία του απάντησε αποστομωτικά: «Σας απαγορεύω! Ο κ. Νάτσινας είναι φίλος μας». Στις εκλογές του 1958 το σύστημα ΚΥΠ – ΙΔΕΑ έκανε την απαραίτητη «βρωμοδουλειά» και η τυπική αναμέτρηση απεδείχθη περίπατος για την ΕΡΕ. Τότε πολλοί στην ΕΡΕ πίστεψαν ότι βρήκαν τους ανθρώπους τους, η ιστορία όμως θα έδειχνε πόσο λάθος έκαναν.

Οταν η ΕΔΑ άρχισε να αποκτά απήχηση στην κοινωνία, ο Νάτσινας πρότεινε την «αλλαγήν του συστήματος των εκτοπίσεων ώστε να μην ευρίσκωνται εις τον τόπον της εξορίας συνεχώς τα ίδια πρόσωπα αλλά να γίνεται συχνή εναλλαγή των εκτοπισμένων διά της χορηγήσεως αδειών εις τούτους και διά της συλλήψεως και εκτοπίσεως νέων». Στη συνέχεια πολλές πλευρές του παρακράτους ξεκίνησαν να μελετούν και άλλους τρόπους αναχαίτισης όχι μόνο της Αριστεράς αλλά και του Κέντρου. Επειτα από εισηγήσεις επί εισηγήσεων, το σχέδιο «Προμηθέας» είχε ετοιμαστεί για να εφαρμοστεί στις εκλογές τηςβίας και νοθείας το 1961.

Το παρακράτος σηκώνει κεφάλι

Ο επικεφαλής της ΚΥΠ επί χούντας Μιχαήλ Ρουφογάλης με τη σύζυγό του Ντέλλα

Τα πράγματα ξέφυγαν από κάθε έλεγχο όταν η ΚΥΠ και ο ΙΔΕΑ θέλησαν από παρακράτος να γίνουν κράτος. «Δημιουργήσατε υπερκράτοςτο οποίο κάποτε θα στραφεί εναντίον σας» έλεγε προφητικά ο Σοφοκλής Βενιζέλος στον Καραμανλή. Αλλωστε, και ο ίδιος ο Π. Κανελλόπουλος είχε παραδεχθεί τη χρήση «αλητών» το 1961 η οποία «ωδήγησεν εις τον βίαιον θάνατον του βουλευτού της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη».

Με την επικράτηση της Ενωσης Κέντρου ο Γεώργιος Παπανδρέου έκανε σοβαρές, πλην όμως μάταιες προσπάθειες να «καθαρίσει» την ΚΥΠ από τους συνωμότες. Παρά τις αλλαγές και τις μετατοπίσεις στο προσωπικό της Υπηρεσίας, έθεσε σε προτεραιότητα την αποκάλυψη του «Σχεδίου Περικλής», της παρακολούθησης των τηλεφώνων των πολιτικών και της υποκλοπής της αλληλογραφίας τους. Σταδιακά και όσο φωτίζονταν αυτές οι υποθέσεις τα μεν στελέχη που είχε τοποθετήσει άρχισαν να αλλάζουν ρότα, τα δε Ανάκτορα έδειχναν τη δυσαρέσκειά τους. Ο Παπανδρέου τοποθέτησε διοικητή τον στρατιωτικό Γ. Αγόρο, ο οποίος έμεινε γνωστός για δύο πράγματα: για το πάθος του να εκλεγεί βουλευτής στην περιφέρεια της ιδιαίτερης πατρίδας του, στην Αρτα, και για την παντελή αδυναμία του να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του.

Η Ακροδεξιά στην αντεπίθεση
Πολύ γρήγορα η Ακροδεξιά πέρασε στην αντεπίθεση, με τον Παπαδόπουλο να στήνει το γνωστό σαμποτάζ της ζάχαρης στη μονάδα που διοικούσε στον Εβρο. Ταυτόχρονα ο Αγόρος, έπειτα από πολλές πιέσεις, παραιτήθηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Π. Αναγνωστόπουλος. Η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ προκάλεσε έντονες αναταράξεις στους κόλπους της ΚΥΠ και τα Ανάκτορα βρήκαν την ευκαιρία για να μπουν στο παιχνίδι. Ο Κωνσταντίνος έστειλε επιστολή στον Παπανδρέου με την οποία του ανέφερε ότι «ανώμαλος κατέστη η κατάστασις αφ΄ ης στιγμής εκ της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών…εξεπορεύθη επαναστατική συνωμοτική οργάνωσις εις τας Ενόπλους Δυνάμεις».

Παρά το ότι η ΚΥΠ είχε υποκλέψει τις συνομιλίες των αποστατών, η κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την Αποστασία. Η κυβέρνηση του Γ. Αθανασιάδη-Νόβα, έπειτα από εισήγηση των Ανακτόρων, τοποθέτησε στην ΚΥΠ τον στρατηγό Κ.Παπαγεωργόπουλο, ο οποίος προχώρησε σε εκτεταμένες εκκαθαρίσεις επαναφέροντας στις θέσεις τους πρόσωπα του ΙΔΕΑ. Ο προϋπολογισμός της ΚΥΠ διπλασιάστηκε και ξεκίνησε η επιστροφή στις ημέρες Νάτσινα, αφού η Υπηρεσία για μία ακόμη φορά μετατρεπόταν σε όργανο των Ανακτόρων και του Στρατού.

Η πρώτη αποστολή της ήταν η ανάδειξη της υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ προκειμένου να δικαιολογηθεί η στάση του βασιλιά, ενώ ταυτόχρονα με την τοποθέτηση του Γ.Σπαντιδάκη στην αρχηγία του ΓΕΣ πρόσωπα-κλειδιά που έπαιξαν αργότερα καίριο ρόλο στη δικτατορία επανήλθαν στην ΚΥΠ, όπως οι Ν. Μακαρέζος, Μιχ. Ρουφογάλης και Ν. Γκαντώνας. Μάλιστα γραμματέας του Παπαγεωργόπουλου ήταν η κόρη του Στ. Παττακού , Ρόζα, η οποία στη συνέχεια έγινε και ιδιαιτέρα του Παπαδόπουλου. Ετσι το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου 1967 η ΚΥΠ έκανε ότι πιάστηκε στον ύπνο.

Η εποχή του Ρουφογάλη

Ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν ανάμεσα σε τούρκους πράκτορες μετά την απαγωγή του στην Κένυα όπου ο κούρδος ηγέτης φυλασσόταν από την ΕΥΠ

Η δικτατορία τοποθέτησε αρχικά αρχηγό της Υπηρεσίας τον ταξίαρχο Α. Χατζηπέτρο, τα νήματα όμως κινούσε ο Ρουφογάλης, ο οποίος μετατράπηκε σε μάτι της χούντας και εν συνεχεία ανέλαβε ο ίδιος αρχηγός. Οι αρχικές ενέργειες της Υπηρεσίας επικεντρώθηκαν στην παρακολούθηση των κινήσεων των Ανακτόρων και όσων εναντιώνονταν στο νέο καθεστώς από το εξωτερικό. Η ΚΥΠ μεταβλήθηκε σε υπερκυβέρνηση και όλος ο κρατικός μηχανισμός δούλευε γι΄ αυτήν. Διορισμοί και απολύσεις στο Δημόσιο γίνονταν μόνο με την άδειά της ενόσω μετατρεπόταν σε προσωπικό όργανο του Παπαδόπουλου φακελώνοντας τους πάντες και τα πάντα. Τότε δημιουργήθηκε και το περίφημο Γραφείο «φημολογίας και ψιθύρων», ενώ οι πράκτορες της ΚΥΠ ενεπλάκησαν και σε δολοφονίες.

Ακόμη και την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών η ΚΥΠ δεν έλεγε να ησυχάσει. Ο Δ. Ιωαννίδης ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο και διόρισε διοικητή τον υποστράτηγο Λ. Σταθόπουλο. Ο Σταθόπουλος απομακρύνθηκε από τις υποθέσεις του Στρατού και επικεντρώθηκε στην ανατροπή του Μακαρίου ενισχύοντας παράνομες ομάδες και χρηματοδοτώντας τρομοκρατικές ενέργειες με τις γνωστές επιπτώσεις.

Στη Μεταπολίτευση ο Καραμανλής θέλησε να απομακρύνει τα χουντικά στελέχη της ΚΥΠ, δίχως ωστόσο να καταφέρει να ελέγξει την Υπηρεσία, καθώς από πίσω δρούσαν ακροδεξιοί που είχαν διαπρέψει στο κυνήγι του «κόκκινου εχθρού». Το 1986 η Υπηρεσία μετονομάστηκε ΕΥΠ και την επόμενη χρονιά το ΠαΣοΚ «έσπασε» μια μακρά παράδοση που ήθελε τους διοικητές να προέρχονται από τις τάξεις των διωκτικών υπηρεσιών με τον διορισμό του Κωνσταντίνου Τσίμα. Η μεγάλη όμως αλλαγή ήρθε το 1999, όταν ανέλαβε διοικητής της ο πρέσβης κ. Π. Αποστολίδης σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού και «αποστρατιωτικοποίησης» της Υπηρεσίας, μετά το φιάσκο της υπόθεσης Οτσαλάν, όταν ο κούρδος ηγέτης του ΡΚΚ κατέφθασε εν κρυπτώ στην Αθήνα με τη βοήθεια που απόστρατου ναυάρχου κ. Α. Ναξάκη. Η υπόθεση Οτσαλάν
Οταν η κυβέρνηση πληροφορήθηκε την παρουσία του, προσπάθησε να τον μεταφέρει σε άλλη χώρα, οι απόπειρες όμως απέβησαν άκαρπες και έτσι επελέγη η λύση της μεταγωγής του στην Κένυα, όπου θα διέμενε στην πρεσβευτική κατοικία στο Ναϊρόμπι. Το σχέδιο όμως περιήλθε στη γνώση των Αμερικανών και των Τούρκων, ο έλεγχος της υπόθεσης χάθηκε γρήγορα και ο Οτσαλάν εντοπίστηκε και έπειτα από μια περιπετειώδη και κινηματογραφική καταδίωξη απήχθη και παραδόθηκε στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες. Αν και η θητεία του κ. Αποστολίδη χαρακτηρίζεται αποδοτική, δεν έπαψαν και οι αμφιλεγόμενες ενέργειες της ΕΥΠ. Το 2001 αποκαλύφθηκε ότι η ΕΥΠ χρησιμοποίησε έναν σεσημασμένο υπόδικο κακοποιό του κοινού ποινικού δικαίου αναθέτοντάς του την αποστολή της «πώλησης» «παγιδευμένων» όπλων σε τρομοκράτες. Οπως αποκάλυψε και ο ίδιος, κατά τη διάρκεια της «συνεργασίας» του με τις κρατικές αρχές έκανε μια ληστεία μετά φόνου! Σύμφωνα με όσα είπε, τον είχαν προσεγγίσει πράκτορες της ΕΥΠ και της CΙΑ και του έδωσαν δύο αυτόματα για να τα«προωθήσει» σε δύο άτομα από τον αντιεξουσαστικό χώρο. Ακόμη, η υπηρεσία τον «προικοδότησε» και με τρεις ρουκέτες καλύπτοντας έτσι τα κενά της «αγοράς».

Οι μεταγωγές της CΙΑ
Σε παρόμοιο σκότος βρέθηκε και η υπόθεση των μεταγωγών της CΙΑ μέσω Ελλάδας που αποκαλύφθηκε από τα έδρανα του Ευρωκοινοβουλίου το 2007. Συνολικά μεταξύ 2002 και 2005 πραγματοποιήθηκαν 64 αφίξεις αεροσκαφών στα ελληνικά αεροδρόμια τα οποία μετέφεραν απαχθέντες υπόπτους για συμμετοχή σε τρομοκρατικές οργανώσεις. Η ΕΥΠ για άγνωστο λόγο εκώφευσε και δεν ενημέρωσε κανέναν, με αποτέλεσμα η εισαγγελική έρευνα να μην καταλήξει πουθενά. Η συγκεκριμένη υπόθεση επεκτείνεται και επί των ημερών του επόμενου διοικητή κ. Ι.Κοραντή και δεν ήταν η μόνη.

Το 2005 καταγγέλθηκε ότι Πακιστανοί που ζούσαν και εργάζονταν στην Ελλάδα απήχθησαν από πράκτορες της ΕΥΠ, σε συνεργασία με αμερικανούς συναδέλφους τους, λίγες ημέρες μετά το μεγάλο τρομοκρατικό χτύπημα στο Λονδίνο. Η κυβέρνηση αρνήθηκε ότι κάτι τέτοιο είχε συμβεί. Η δικαστική έρευνα όμως έδειξε ότι οι απαγωγές ήταν γεγονός. Η αποκάλυψη της υπόθεσης που πραγματοποιήθηκε επί των ημερών του κ. Κοράντη ξύπνησε στη συνείδηση του κόσμου τις χειρότερες στιγμές της ΚΥΠ, εν τούτοις η υπόθεση χάθηκε μέσα στη δικαστική έρευνα και τελικώς ετέθη στο αρχείο.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών
Το ίδιο συνέβη και με το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών που συντάραξε το πανελλήνιο, αφού ανάμεσα στα τηλέφωνα που παρακολουθούνταν ήταν και αυτό του πρωθυπουργού κ. Κ.Καραμανλή. Το σχετικό πόρισμα της ΕΥΠ δεν έφθασε στα χέρια της ΑΔΑΕ, δικαιοσύνη δεν δόθηκε και, παρά την εισαγγελική έρευνα, η υπόθεση μπήκε στο αρχείο από τον σημερινό διοικητή της Υπηρεσίας κ. Δ. Παπαγγελόπουλο.

Εμεινε μόνο η εικόνα του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Γ. Βουλγαράκη να παρουσιάζει στους δημοσιογράφους πίνακες με περίπλοκα διαγράμματα.

Η παράδοση του πολιτικού προσωπικού επιβεβαιώθηκε και προ ημερών, όταν τη διοίκηση της ΕΥΠ ανέλαβε για πρώτη φορά εισαγγελικός λειτουργός, ο αντεισαγγελέας Εφετών Αθηνών κ. Παπαγγελόπουλος. Ωστόσο για το πρόσωπό του υπήρξαν αντιδράσεις από τον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «Από τη δεκαετία του 1950 και την εποχή Γωγούση ουδέποτε άλλοτε υπήρξε πρόσωπο που τοποθετήθηκε σε αυτή τη θέση χωρίς να εμπνέει εμπιστοσύνη στην αντιπολίτευση» σχολίασε από τα έδρανα της Βουλής ο κ. Α. Κακλαμάνης. Ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής επικαλέστηκε τον Νικόλαο Γωγούση, ο οποίος είχε οριστεί επικεφαλής της υπηρεσίας Πληροφοριών του υπουργείου Προεδρίας το 1960, η οποία είχε ως κύρια αποστολή τον συντονισμό της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας.