ΓΙΟΣ ΙΡΛΑΝΔΟΥ, ενός στρατιωτικού γιατρού που υπηρετούσε στη βρετανική διοίκηση των Επτανήσων, του Charles Ηearn, και Ελληνίδας, της Ρόζας Κασιμάτη, ο ελληνοϊρλανδός συγγραφέας Ρatrick Lafcadio Ηearn γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1850 στη Λευκάδα, απ΄ όπου προέρχεται και το ενδιάμεσο όνομα με το οποίο βαπτίστηκε. Σε ηλικία δύο ετών ακολούθησε μαζί με τη μητέρα του τον πατέρα του που μετατέθηκε πίσω στην Ιρλανδία. Εκτοτε θα ζήσει δυστυχισμένα παιδικά χρόνια, εγκαταλελειμμένος
μετά το διαζύγιο των γονέων του στα χέρια μιας ηλικιωμένης θείας του, Ιρλανδής, που τον προόριζε για καθολικό ιερέα. Με ανεπτυγμένο αίσθημα κατωτερότητας λόγω του παρουσιαστικού του, κλειστός και εσωστρεφής χαρακτήρας, θα ζήσει μεταξύ Δουβλίνου και ΗΠΑ, όπου μετανάστευσε στα δεκαεννέα του για να γλιτώσει την ανέχεια και την πείνα ως το 1889, όταν ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ιαπωνία, όπου έμελλε να ζήσει τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια της ζωής του και να δημιουργήσει ουσιαστικά το μεγαλύτερο μέρος του συγγραφικού έργου του, για το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστός.
Σαν να επρόκειτο περί ουράνιας δικαίωσης, το σιωπηλό αγόρι που όπως φαίνεται κανείς από τους δύο γονείς του δεν αγάπησε αλλά και δεν ασχολήθηκε με την ανατροφή του, μειωμένης σωματικής διαπλάσεως και θύμα ατυχήματος από αβλεψία συμμαθητή του που του στέρησε το ένα μάτι, φτωχό που για τον λόγο αυτόν δεν μπόρεσε ποτέ να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Κλασική Φιλολογία, ήταν γραφτό να εισπράξει μετά θάνατον υπερπολλαπλάσια αποδοχή σε σχέση με την αδιαφορία που έτρεφε το περιβάλλον του γι΄ αυτόν.

Ο Λευκάδιος Χερν πέθανε στο Οκούμπο της Ιαπωνίας το 1904. Σχεδόν μαζί με τον θάνατό του έγινε γνωστό το έργο του στην Ελλάδα, όπου το 1910 άρχισαν να δημοσιεύονται σε φιλολογικά περιοδικά και εφημερίδες τα πρώτα αποσπάσματα λογοτεχνικών κειμένων του. Λίγα χρόνια αργότερα, στις 17 Σεπτεμβρίου 1932, η ιαπωνική πρεσβεία στην Αθήνα με ρηματική της διακοίνωση ανακοίνωνε στο ελληνικό ΥΠΕΞ την πρόθεσή της, όπως και του Ελληνοϊαπωνικού Συλλόγου, να εγείρει με δαπάνες της μια αναθηματική στήλη για τον Χερν στην κεντρική πλατεία της Λευκάδας και μια δεύτερη, δαπάναις της Ιαπωνοελληνικής Εταιρείας και του Συνδέσμου Χερν, στο Τόκιο. Στη βάση της στήλης που κατέπεσε στον σεισμό του 1952, αλλ΄ ανηγέρθη εκ νέου το 1984 και το 1987 συμπληρώθηκε με μια προτομή του Χερν, έργο του γλύπτη Σπύρου Κατοπόδη, υπήρχε η επιγραφή:

«Λευκαδίω Χερν (Κοϊζούμι Ιακούμω), μεγάλω συγγραφεί, το των Ιαπώνων αληθές πνεύμα παγκοσμίως και λαμπρώς εμφανίσαντι, σήμα ευγνωμοσύνης ιαπωνικού έθνους, μηνί Οκτωβρίω 1932, έτους 259200 Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας» .

Με την ίδια ρηματική διακοίνωση η ιαπωνική πλευρά χαρακτήριζε τον Χερν ως τον πρώτο συνεκτικό δεσμό στις σχέσεις των δύο χωρών. Σημειωτέον, το δευτερεύον όνομά του στα ιαπωνικά, Υakumo Κoizumi, έλαβε όταν υιοθετήθηκε από την οικογένεια Κoizumi, λίγο προτού νυμφευθεί την κόρη τους Setsu Κoizumi, προκειμένου να λάβει την ιαπωνική υπηκοότητα. Μαζί της απέκτησε τρεις γιους, τον Κazuo και τον Ιwao που σπούδασαν Φιλολογία και ασχολήθηκαν με την επιμέλεια και έκδοση του έργου του πατέρα τους μεταφράζοντάς το από τα αγγλικά στα ιαπωνικά, τον Κiyoshi, που έγινε γνωστός ζωγράφος, και μια κόρη, τη Suzuko, που έζησε μια μέτρια και ουδέτερη ζωή λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας.

Παραμένει ωστόσο εντυπωσιακό ακόμη και σήμερα το γεγονός ότι οι Ιάπωνες λάτρεψαν έναν συγγραφέα που ελάχιστα γνώριζε τη γλώσσα τους, αλλά έγραφε μόνο στα αγγλικά, και επιπλέον περιέγραφε, λόγω αμυδρής όρασης που διέθετε, όσα συνέβαιναν γύρω του από περιγραφές και αφηγήσεις φίλων και της γυναίκας του. Οπως πολύ χαρακτηριστικά ανέφερε σε πολυσέλιδο κείμενό του στο περιοδικό «Νέα Πορεία» (Αύγουστος – Οκτώβριος 1991), ο έλληνας πρέσβης στο Τόκιο (1990-1993), ε.τ. σήμερα, Κωνσταντίνος Βάσσης, από τους λίγους πραγματικά λόγιους διπλωμάτες καριέρας, «αντιθέτως (σ.σ.:με τον Χερν) υπάρχουν πολλοί ξένοι, ως επί το πλείστον Ευρωπαίοι, οι οποίοι ησχολήθησαν με την Ιαπωνία επιστημονικώς, αφιέρωσαν εις αυτήν όλην την ζωήν των, έγραψαν περί αυτής μεγάλα ιστορικά, λαογραφικά και γλωσσικά έργα. Αυτούς οι Ιάπωνες απλώς τους εξετίμησαν, τους παρεσημοφόρησαν. Στον Χερν όμως ανταπέδωσαν την αγάπη του με διαφόρους τρόπους».

Ως αποτέλεσμα αυτής της αγάπης αρχικά ιδρύθηκε στο Ματσούε, στην πρώτη πόλη όπου ο Χερν δίδαξε αγγλικά σε σχολεία της μέσης εκπαίδευσης και έμεινε 15 μήνες, ο Σύνδεσμος Χερν, με αξιόλογη ως σήμερα δράση, ενεργό μέλος του οποίου είναι ο εγγονός του συγγραφέα, Τoki, ενώ του ιδίου ο γιος και δισεγγονός του Χερν, Βon, είναι σήμερα διευθυντής του Μουσείου Χερν που ιδρύθηκε το 1933 και στεγάστηκε σε κτίριο με ελληνοπρεπή ρυθμό, αλλά επειδή δεν ταίριαζε με το περιβάλλον κατεδαφίστηκε και τη θέση του πήρε άλλο σε ιαπωνικό αρχιτεκτονικό ύφος. Στο Μουσείο Χερν εκτίθενται προσωπικά αντικείμενα του συγγραφέα, σπάνιες εκδόσεις των έργων του, αναμνηστικά εκθέματα κτλ. Στο Ματσούε το 1990 με τη συμπλήρωση 100 ετών από την άφιξη του Χερν στην Ιαπωνία έγινε πανηγυρική τελετή που περιελάμβανε διεθνές συμπόσιο και αποκάλυψη προτομής, που με δαπάνες της ελληνικής κυβέρνησης φιλοτέχνησε ο ίδιος γλύπτης (Σ. Κατοπόδης) ο οποίος τρεις δεκαετίες νωρίτερα είχε κάνει την προτομή για τον Δήμο Λευκάδας. Την ίδια χρονιά ο Δήμος Σιντζούκου (Shinjuku), 50 μέτρα από το ταφικό μνημείο στο Οκούμπου όπου τοποθετήθηκε η σορός του Χερν, αποφάσισε να δημιουργήσει πάρκο εκτάσεως 1.345,50 τ.μ. με εμφανή αρχιτεκτονικά σύνολα, δηλωτικά της ελληνικής καταγωγής του συγγραφέα: ένα είδος αρχαίας αγοράς, σειρά κιόνων, κρήνη, ναΐδριο που να θυμίζει ελληνορθόδοξο ναό (άνευ σταυρού) και χώρο παιδιάς και ανάπαυσης εν μέσω αλσυλλίου, σε περίοπτο χώρο του οποίου σχεδιάστηκε να τοποθετηθεί ψηφιδωτό, απεικονίζον χάρτη της Λευκάδας.

Το λογοτεχνικό έργο του Χερν υπήρξε πολυσχιδές, αν και όχι ενιαίο ποιοτικά. Στην Αμερική, για παράδειγμα, επί μία εικοσαετία το έργο του περιορίστηκε σε άρθρα εφημερίδων της Νέας Ορλεάνης και της Νέας Υόρκης, όπου έζησε, και σε μεταφράσεις γάλλων συγγραφέων. «Ο Χερν οφείλει πολλά στην Αμερική, και το αναγνωρίζει. Αν η Ιαπωνία τον εδημιούργησε ως συγγραφέα περιωπής, η Αμερική τον ανέδειξε. Με την διαφοράν ότι η τελευταία δεν είχε ιδιαίτερο λόγο να τον τιμήση και να φροντίση για την διαιώνιση της μνήμης του» έγραψε στο άρθρο του στο τεύχος της «Νέας Πορείας» ο πρέσβης ε.τ. Κ. Βάσσης. Στην «αμερικανική περίοδο» του συγγραφικού του έργου ανήκουν επίσης δύο μυθιστορήματα (είδος, πάντως, στο οποίο δεν διέπρεψε) και αναπλάσεις θρύλων και παραδόσεων ξένων λαών (εβραίων, Ινδών, Κινέζων και Φινλανδών) τις οποίες εξέδωσε σε δύο τόμους με τίτλους «Σκόρπια φύλλα από Παράξενη Λογοτεχνία» και «Μερικά Κινέζικα Φαντάσματα». Καλύτερο βιβλίο της αμερικανικής περιόδου πάντως θεωρείται το «Δύο χρόνια στις Γαλλικές Ινδίες», με εντυπώσεις από την παραμονή του στη νήσο Μαρτινίκ.

Στην ιαπωνική περίοδο, που είναι και η ουσιαστικότερη, ανήκουν 12 βιβλία, γραμμένα σχεδόν ένα κάθε χρόνο, αφιερωμένα εξ ολοκλήρου στην Ιαπωνία.

Σημαντική ήταν και η αλληλογραφία του που εξέδωσε ο πρωτότοκος γιος του, αλλά και οι πανεπιστημιακές παραδόσεις του που συγκεντρώθηκαν από φοιτητές του σε ογκώδεις τόμους βάσει σημειώσεων που κρατούσαν, δεδομένου ότι ο ίδιος δεν άφησε κείμενα διαλέξεών του, επειδή παρέδιδε μαθήματα αγγλικής λογοτεχνίας και κριτικής αυτοσχεδίως. Ο ίδιος έγραψε επίσης «Ιαπωνικά παραμύθια» για παιδιά. Ο Οδυσσέας, η «τράτα» και ο μαρμαρωμένος βασιλιάς

Δεξιά:Το εξώφυλλο μπροσούρας, ανάμεσα σε πολλές που κυκλοφόρησαν για την 100ή επέτειο της άφιξης του Χερν στην Ιαπωνία. Η συγκεκριμένη αφορούσε εξαγγελία ρητορικού διαγωνισμού προς τιμήν του Χερν. Κάτω:Μερική άποψη του αλσυλλίου στον Δήμο Σιντζούκου του Τόκιο με δεσπόζον το ναΐδριο, δίκην ελληνορθόδοξου ναού, που ήγειραν οι Ιάπωνες. Ο έλληνας πρέσβης Ι. Σιώρης έκανε μιαν απόπειρα να πείσει τις δημοτικές αρχές να κατεδαφίσουν το αρχιτεκτονικό μέλος που προώρισται για τη θέση του συμβόλου ενός Σταυρού, κυρίως διότι ο χώρος τη δεκαετία του 1990 είχε καταληφθεί από αστέγους που τον ρύπαιναν, συμπεριφορά η οποία δεν συνήδε προς έναν έστω καθ΄ ομοίωσιν «ιερό χώρο». Η προσπάθεια απέβη άκαρπη για λόγους που αφορούσαν τη στατική ισορροπία του κτίσματος

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ είναι η ανίχνευση των ελληνικών καταβολών του συγγραφέα μέσα στο έργο του. Αν και δεν γνώριζε ελληνικά, ήταν λάτρης της ιστορίας, των παραδόσεων και των θρύλων της γενέτειράς του. Οι αέναες μετακινήσεις του από χώρα σε χώρα συμβολίζουν τις οδυσσειακές πλευρές του βίου του, ενώ οι αναφορές του σε αρχαίους έλληνες λυρικούς (Ανακρέοντα, Θεόκριτο, Μελέαγρο) είναι πυκνές στα έργα του. Αποσπασματικές ωστόσο ή λανθασμένες είναι οι γνώσεις του για νεότερα θέματα, όπως για τον χορό «τράτα» της περιοχής Μεγάρων ή τον θρύλο του μαρμαρωμένου βασιλιά, τον οποίο θα αναστήση ένας άγγελος όταν απελευθερωθεί η Κωνσταντινούπολη, με τη διαφορά ότι ο Χερν, μη γνωρίζοντας καλά την παράδοση, αντί βασιλιά και αγγέλου, ομιλεί περί ενός μοναχού. Αναμφίβολα ο Χερν ως συγγραφέας μπορεί να μην ανήκει στον πάνθεον των αρίστων της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά ως προσωπικότητα, παράγωγο των κληρονομικών καταβολών του και των παιδικών και εφηβικών εμπειριών του, υπήρξε μοναδικός.

Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.