Oι ευρωεκλογές ανέδειξαν νικητές και ηττημένους, ανέσυραν θέματα κρυμμένα και προβλήματα δυσεπίλυτα, επέβαλαν στροφές και αλλαγές και απέδειξαν σε εκείνους, που αφελώς προπαγάνδιζαν την αποχή, ότι δεν υπάρχει αδιάφορη εκλογική αναμέτρηση, ούτε εκλογικό αποτέλεσμα χωρίς συνέπειες και επιδράσεις.

Από την περασμένη Δευτέρα άπαντες ασχολούνται με τα θέματα τάξης, ασφάλειας και μετανάστευσης. Και η πολιτική συζήτηση μετατοπίστηκε στη ζώνη του κ. Καρατζαφέρη. Στα δεξιά της Δεξιάς δίδεται πλέον η μεγάλη μάχη, σε αυτήν την άκρως προβληματική περιοχή χτίζεται η νέα πολιτική αντιπαράθεση, στη βάση αυτής πάνε να στηθούν τα διλήμματα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Κατά πάσα βεβαιότητα η αποχή από τις ευρωεκλογές και αυτό καθεαυτό το αποτέλεσμά τους άλλαξαν τις πολιτικές συνθήκες.

Η επομένη των ευρωεκλογών βρήκε συνολικά το πολιτικό σύστημα πιο εξασθενημένο, επιβεβαιώνοντας τις καταγραφόμενες εδώ και καιρό τάσεις αμφισβήτησης. Φανερώθηκε πλέον στον μέγιστο βαθμό το πρόβλημα της νεοδημοκρατικής κυβέρνησης και προσωπικά του Κ. Καραμανλή. Ο κ. Παπανδρέου πήρε την πρώτη νίκη του και το προβάδισμα που διεκδικούσε, αλλά ένιωσε ταυτόχρονα τη συντηρητική στροφή και γνωρίζει πια ότι δεν εξασφάλισε ούτε τη δύναμη ούτε την ορμή που χρειάζεται για να ξανακερδίσει τα πλήθη.

Η Αριστερά επίσης δεν νιώθει και τόσο καλά από την περασμένη Δευτέρα. Η κοινωνία μετέδωσε σε όλες τις εκδοχές της πως δεν έλκεται, ούτε πείθεται από τις παραδοσιακές αντιδράσεις της, θέλει την πρόταση, το παράδειγμα, το έργο, την παραγωγή νέων ιδεών και αντιλήψεων, ταιριαστών προς τα προβλήματα και τις αγωνίες της εποχής.

Κάπως έτσι λοιπόν με τον κ. Καραμανλή εξασθενημένο, κλονισμένο, χωρίς λύσεις και πάγκο, τον κ. Παπανδρέου νικητή αλλά ασθμαίνοντα, την κυρία Παπαρήγα προβληματισμένη, τους κκ. Τσίπρα και Αλαβάνο λαβωμένους, απογοητευμένους και αντιπαρατιθέμενους, τον κ. Καρατζαφέρη μόνο σίγουρο και επηρμένο και το πλήθος έτοιμο για όλα θα πορευθούμε στο μέλλον.

Σε τούτη λοιπόν την πρώτη μετεκλογική περίοδο, με τις πολιτικές δυνάμεις κινητικές και ανήσυχες, ζούμε την αστική υστερία του υπερδιογκούμενου προβλήματος της λαθρομετανάστευσης. Η εμπειρία από τη διαχείριση αυτού του θέματος δεν είναι η καλύτερη. Ηδη δείχνει να κρύβει δράκους. Εξελισσόμενο σε περιβάλλον ακραίου αυταρχισμού και καλλιεργούμενου ρατσισμού, μπορεί να γεννήσει ό,τι να ΄ναι. Δεν θα παραξενέψει κανέναν πια αν κάποια στιγμή δούμε και εδώ σκηνές φρίκης, σαν εκείνες του λονδρέζικου μετρό ή των ισπανικών σιδηροδρόμων.

Αλλά αν το πρόβλημα της μετανάστευσης γεννά δράκους, οι εφιάλτες είναι μπροστά μας. Σε λίγο θα έλθουμε αντιμέτωποι με το μέγα θέμα της οικονομίας, το οποίο θα προσθέσει βάρη στην ήδη νευρική ελληνική κοινωνία.

Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα την περασμένη Παρασκευή το υπουργείο Οικονομικών δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία. Η εκτίναξη του δημοσίου χρέους σε 282 δισ. ευρώ, στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, από 262 δισ. ευρώ στα τέλη του 2008, δείχνει την ένταση της δημοσιονομικής απειλής και το βάρος που θα επιπέσει επί της ελληνικής κοινωνίας. Αν μάλιστα επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες που φέρουν τα έσοδα καθηλωμένα κάτω από τα περυσινά επίπεδα και τις δαπάνες να «τρέχουν» με ρυθμό 22%, τότε τα πράγματα θα δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε αυτές τις δημοσιονομικές συνθήκες, σε χρόνο κατά τον οποίο συζητείται η επιβολή νέων φόρων, δεν έχουν ακόμη προσδιορισθεί από το υπουργείο Οικονομικών οι υπόχρεοι της έκτακτης εισφοράς, ούτε εκείνοι του ειδικού τέλους ακινήτων. Για να μην αναφερθούμε στις καθυστερήσεις στην καταβολή του ΦΠΑ και στις συνεχείς υπερβάσεις των δαπανών, που βεβαιώνουν ότι η σπατάλη ζει και βασιλεύει στο κράτος παρά τους όρκους περί του αντιθέτου. Αν τώρα σε αυτές τις συνθήκες προστεθούν οι ανάγκες της πραγματικής οικονομίας, οι οποίες αναμένεται να αναδειχθούν προσεχώς, η κατάσταση θα τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη. Παρά τις καλλιεργούμενες διεθνώς προσδοκίες για ανάκαμψη ως την άνοιξη του 2010, υπάρχει ο κίνδυνος ως τότε να έχουν αναδειχθεί εδώ όλες οι ελληνικές αδυναμίες και υστερήσεις. Οι κκ. Καραμανλής και Παπαθανασίου γνωρίζουν ότι η δημοσιονομική διαχείριση θα απαιτήσει σημαντικούς πόρους το επόμενο διάστημα. Ξέρουν ότι αν δεν λάβουν αυστηρά μέτρα αύξησης των εσόδων και μείωσης των δαπανών η χώρα θα αντιμετωπίσει την ισχυρότατη πίεση των Βρυξελλών και, το χειρότερο, την καχυποψία των δανειστών της.

Και ευλόγως τίθεται το ερώτημα: Πώς αυτή η πολιτικά εξασθενημένη και εν πολλοίς απερχόμενη κυβέρνηση θα βρει τη δύναμη να λάβει τα απαραίτητα μέτρα; Το πιθανότερο είναι να μην ανταποκριθεί στις οικονομικές συνθήκες. Να περιορισθεί σε πυροσβεστικά μέτρα και κινήσεις, ώστε να κερδίσει όσο χρόνο γίνεται και να οδεύσει προς την έξοδο με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Είναι ίσως η πιθανότερη και συνάμα η χειρότερη προοπτική. Σε αυτή την περίπτωση και οι δράκοι θα βγουν από τις σπηλιές και οι εφιάλτες της οικονομίας θα θεριέψουν.