Ο πως στη Γερμανία (πιθανότατα και στην Ελλάδα), στην Πορτογαλία θα διεξαχθούν βουλευτικές εκλογές το προσεχές φθινόπωρο. Είναι προφανές λοιπόν ότι οι διενεργούμενες ευρωεκλογές αποτελούν πρόκριμα των εθνικών. Οι δημοσκοπήσεις φέρουν το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα του πρωθυπουργού Ζοζέ Σόκρατες να επικρατεί με βραχεία κεφαλή της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης. Συγκεκριμένα, φέρουν τους Σοσιαλιστές να συγκεντρώνουν από 33% ως 39% και την αντιπολίτευση να συγκεντρώνει από 33% ως 36%.

Αν οι δημοσκόποι επιβεβαιωθούν και αν στις εθνικές εκλογές τα δύο μεγάλα κόμματα λάβουν ανάλογα ποσοστά, τότε ο Σόκρατες θα αναγκαστεί να αναζητήσει κυβερνητικούς συμμάχους. Ηταν άλλωστε η πρώτη φορά το 2004 έπειτα από την Επανάσταση των Γαριφάλων και την πτώση της δικτατορίας του Σαλαζάρ, το 1974, που οι Σοσιαλιστές κατάφεραν να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Επίσης είναι η πρώτη φορά που στην προεδρία της Δημοκρατίας εκλέγεται μη σοσιαλιστής πολιτικός (ο Αλβαρο Καβάκο Σίλβα ). Παρά το ότι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει αυξημένες αρμοδιότητες (το πολίτευμα της Πορτογαλίας είναι ημιπροεδρική δημοκρατία, με την κυβέρνηση να λογοδοτεί όχι μόνο ενώπιον της Βουλής αλλά και ενώπιον του προέδρου), η συγκατοίκηση Σόκρατες- Σίλβα δεν έχει δημιουργήσει πολιτικά ή διαχειριστικά προβλήματα. Στην κορυφή των θεμάτων της προεκλογικής αντιπαράθεσης στην Πορτογαλία βρέθηκε η οικονομική κρίση- και αυτό βέβαια δεν αποτελεί πρωτοτυπία. Η οικονομική δυσπραγία, άλλωστε, είναι η αιτία για την υποχώρηση της δημοτικότητας τόσο των Σοσιαλιστών όσο και των Σοσιαλδημοκρατών (πρόκειται για το μεγαλύτερο κεντροδεξιό κόμμα της χώρας) προς όφελος μικρότερων κομμάτων, όπως π.χ. το ακροαριστερό Μπλοκ Εσκουέρδα, ένας συνασπισμός τροτσκιστών,

μαοϊκών και άλλων «ακτιβιστών», που βλέπουν τη δημοσκοπική δύναμή τους να ενισχύεται σημαντικά. Αγνωστο παραμένει βεβαίως αν η ενίσχυση του Μπλοκ θα είναι και εκλογική. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, πάντως, το ρεύμα λαϊκής δυσαρέσκειας που έχει φουντώσει εξαιτίας της οικονομικής κρίσης φαίνεται ότι εκμεταλλεύεται και το παραδοσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο ίσως πλησιάσει το 8% των ψήφων.

Η δυσθυμία του εθισμένου σε κυβερνήσεις συνεργασίας εκλογικού σώματος για τη μονοκομματική κυβέρνηση Σόκρατες οφείλεται σε έναν μεγάλο βαθμό και στην πολιτική που άσκησαν την τελευταία πενταετία οι Σοσιαλιστές. Διότι ο Σόκρατες εξελέγη υποσχόμενος την άσκηση παρεμβατικής πολιτικής με σκοπό τη δικαιότερη αναδιανομή των εισοδημάτων, την αναζωογόνηση της οικονομίας και την καταπολέμηση της ανεργίας. Πιεζόμενος από την Ευρωπαϊκή Ενωσηπροφανώς και από τον συμπατριώτη του πρόεδρο της Επιτροπής Ζοζέ-Μανουέλ Μπαρόζο – να περιορίσει τα ελλείμματα και εν γένει

να εξυγιάνει τα δημοσιονομικά της χώρας του, έπραξε ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που είχε υποσχεθεί: περιόρισε τις κοινωνικές δαπάνες μειώνοντας τις συντάξεις ενώ αύξησε την ηλικία συνταξιοδότησης.

Η πολιτική αυτή, η οποία έχει επανειλημμένως κατηγορηθεί από την αριστερή αντιπολίτευση ότι πλήττει τα κοινωνικά δικαιώματα, στάθηκε αφορμή για απεργίες και επανειλημμένες μαχητικές διαδηλώσεις. Η κεντροδεξιά αντιπολίτευση, ωστόσο, δεν καταφέρνει να προσελκύσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους των Σοσιαλιστών καθώς κατ΄ ουσίαν συμφωνεί με τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης και εν τέλει εκείνο που έχει να αντιπροτείνει αφορά την «ορθολογικότερη» εφαρμογή της πολιτικής Σόκρατες. Επί σειρά ετών η πολιτική αυτή παρουσιάστηκε στους πορτογάλους ψηφοφόρους ως μονόδρομος. Ηρθε όμως η κρίση για να ανατρέψει τις «καθολικές» οικονομικές αντιλήψεις περί χαμηλών ελλειμμάτων και ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.