Η Ιρλανδία συγκαταλέγεται στις χώρες στις οποίες οι ευρωεκλογές επέχουν σαφώς θέση δημοψηφίσματος. Και το ερώτημα στο οποίο θα απαντήσουν οι ψηφοφόροι είναι τραγικά απλό για τον πρωθυπουργό Μπράιαν Κάουεν και την κυβέρνηση του ιστορικού κόμματος Φιάνα Φέιλ: «Εγκρίνετε ή όχι τους χειρισμούς για την έξοδο από την κρίση;». Διότι η Ιρλανδία είναι μια χώρα σχεδόν χρεοκοπημένη εξαιτίας της κρίσης. Και δεν χωρεί αμφιβολία ότι σε λίγα χρόνια το «ιρλανδικό φαινόμενο», δηλαδή η άνοδος και η πτώση του περίφημου «ιρλανδικού μοντέλου ανάπτυξης», θα συμπεριληφθεί ως εμβληματικό παράδειγμα στο μάθημα της Πολιτικής Οικονομίας.

Πολιτικοί αναλυτές στην Ιρλανδία θεωρούν ότι η εκλογική αναμέτρηση, αν βεβαίως δεν «πάει καλά» για το Φιάνα Φέιλ, ίσως στοιχίσει στον Κάουεν ακόμη και το αξίωμά του. Στην ουσία του, βεβαίως, το ζήτημα είναι καθαρά ευρωπαϊκό: οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν πρόκριμα για την έκβαση του δεύτερου δημοψηφίσματος για την έγκριση της Συνθήκης της Λισαβόνας, που θα διεξαχθεί εντός του 2009 – πέρυσι, ως γνωστόν, οι ιρλανδοί ψηφοφόροι απέρριψαν τη Συνθήκη. Οι ειδικοί θεωρούν ότι ο Κάουεν ίσως να μην αντέξει το κύμα λαϊκής αμφισβήτησης που θα ξεσηκωθεί εναντίον του αν εκλέξει έστω και έναν ευρωβουλευτή το κόμμα Λιμπερτάς του ευρωσκεπτικιστή πολιτικού Ντέκλαν Γκάνλεϊ, ο οποίος πέρυσι ηγήθηκε της εκστρατείας για την καταψήφιση της Συνθήκης. Αντίθετα, αν ο ευρωπαϊστής Κάουεν κερδίσει τις εκλογές, πληθαίνουν οι ελπίδες να πετύχει εν τέλει την έγκριση της Συνθήκης.

Η οικονομική κρίση πιστεύεται ότι ευνοεί την υπερψήφιση της Συνθήκης. Διότι έχει καταστεί σαφές στους Ιρλανδούς ότι αν η χώρα τους δεν μετείχε στην Οικονομική

και Νομισματική Ενωση και δεν είχε υιοθετήσει το ευρώ, θα βρισκόταν κατά πάσα πιθανότητα στην κατάσταση της Ισλανδίας. Ως γνωστόν, το περίφημο «ιρλανδικό μοντέλο» που στηρίχθηκε στην ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών και στη μείωση της φορολόγησης για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κονιορτοποιήθηκε από το ωστικό κύμα που δημιούργησε το σκάσιμο της φούσκας της αμερικανικής αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου.

Ως γνωστόν, οι Ιρλανδοί εκμεταλλεύθηκαν κατά τον καλύτερο τρόπο τα κονδύλια από τα περίφημα ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα) στα μέσα της δεκαετίας του 1980, στα οποία είχε ενταχθεί η χώρα τους, μαζί με τις άλλες φτωχές χώρες της τότε ΕΟΚ (Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα). Επίσης, εκμεταλλεύθηκαν

την έκρηξη των νέων τεχνολογιών και τέλος χρησιμοποίησαν τη μείωση της φορολογίας για να προσελκύσουν ξένες επενδύσεις. Πολλές αμερικανικές εταιρείες άνοιξαν τα ευρωπαϊκά γραφεία τους και ίδρυσαν μονάδες παραγωγής στην Ιρλανδία χάρη στην υψηλή επαγγελματική κατάρτιση των Ιρλανδών και στο γεγονός ότι μιλούν την αγγλική γλώσσα.

Η χώρα πέτυχε ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 10% επί τουλάχιστον μία δεκαετία. Και ήρθε η κρίση για να γονατίσει την ιρλανδική οικονομία (βρίσκεται σε ύφεση από το πρώτο τρίμηνο του 2008). Προ μηνών ο Κάουεν κατήρτισε συμπληρωματικό προϋπολογισμό (το δεύτερο εντός εξαμήνου) που προβλέπει τσουνάμι φόρων και δραματική περικοπή των δημοσίων δαπανών. Πρόθεση της ιρλανδικής κυβέρνησης είναι, με την αύξηση των δημοσίων εσόδων και την περιστολή των δαπανών, να εξοικονομήσει εφέτος 3,25 δισ. ευρώ και επιπλέον 2,7 δισ. ευρώ το 2010.