Στο Βέλγιο, όπου οι ευρωεκλογές συμπίπτουν με τις βουλευτικές, η ως τώρα υποτονική προεκλογική εκστρατεία απέκτησε επιτέλους κεντρικό θέμα. Αυτό όμως δεν σχετίζεται με το μέλλον της Ευρώπης, ούτε με τα θεσμικά προβλήματα του Βελγίου, ούτε καν με τη σοβούσα οικονομική κρίση. Αντιθέτως, ο πολιτικός διάλογος επικεντρώνεται στην ηθική των πολιτικών.

Στη δίνη του κυκλώνα βρίσκεται για άλλη μία φορά το Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΡS). Η εφημερίδα «La Libre Βelgique» αποκάλυψε στις 12 Μαΐου ότι ένας τοπικός υπουργός της Βαλλονίας, ο Ντιντιέ Ντονφύ, στενός συνεργάτης του προέδρου του ΡS Ελιο ντι Ρούπο, εισέπραττε, παράλληλα με την υπουργική του αποζημίωση, περίπου 10.000

ευρώ μηνιαίως για να παρέχει συμβουλές στις τοπικές αρχές για ενεργειακά ζητήματα.

Αν και τυπικώς δεν διεπράχθη κάποια παρανομία, οι ενέργειες αυτές θεωρήθηκαν «πολιτικό λάθος» και ο κ. Ντονφύ εξαναγκάστηκε σε παραίτηση και εξελίχθηκε σε αποδιοπομπαίο τράγο για το κόμμα του. Ο φλαμανδόφωνος Τύπος υπογράμμιζε την ανικανότητα του ΡS και κατ΄ επέκταση ολόκληρης της γαλλόφωνης περιοχής να εγκαταλείψει τις «αμφιβόλου ηθικής πρακτικές». Στη φλαμανδική πλευρά, τα αυτονομιστικά ή λαϊκά κόμματα φαίνεται ότι θα επωφεληθούν από την κατάσταση.

Στη γαλλόφωνη πλευρά, κερδισμένο θα μπορούσε να βγει το κόμμα των Πρασίνων. Ολες οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν μεγάλη άνοδο αυτού του σχηματισμού, σε συνδυασμό με πτώση του ΡS. Οι βέλγοι σοσιαλιστές έχουν φθάσει στο σημείο να φοβούνται μήπως γίνουν αντιπολίτευση. Η κρίση που έχει ξεσπάσει στους κόλπους τους θα μπορούσε να προκαλέσει γενικευμένη πολιτική κρίση, η οποία θα καθιστούσε ακόμη πιο αβέβαιο το μέλλον του Βελγίου.