O Ζυλ Ντασσέν γελούσε με τις τύψεις της Μελίνας που πίστευε ότι «του κατέστρεψε την καριέρα» στο Χόλιγουντ και στο Μπρόντγουεϊ, καθηλώνοντάς τον στον οικογενειακό βίο, στην περιορισμένη και περιοριστική προοπτική του αθηναϊκού θεάτρου. Γελούσε επειδή βαθιά μέσα του δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία για την επιλογή του. Την ήθελε κοντά του και ο μόνος τρόπος να την έχει κοντά του, με δεδομένες τις πολιτικές υποχρεώσεις της, ήταν να ζει μαζί της στην Αθήνα. Και αυτό δεν το άλλαζε με τίποτε.

Στην ιστορία του σινεμά θεωρείται ένας κλασικός του φιλμ νουάρ: Η Νύχτα και η Πόλη,Η Ωμή Βία,Ο Δήμιος των Κολασμένων,Η Γυμνή Πόλη,Το Ριφιφί αποτελούν συστατικά στοιχεία της παράδοσης του νουάρ, όπως επισημαίνεται σε όλα τα βιβλία αναφοράς για τον κινηματογράφο. Στην ιστορία του σινεμά είναι επίσης καταγεγραμμένος ως ένα από τα θύματα της πολεμικής της διαβόητης Επιτροπής Μακ Κάρθι η οποία άσκησε τρομοκρατία φυλακίζοντας και στερώντας το δικαίωμα εργασίας σε πολλούς ανθρώπους του κινηματογράφου. Οταν τον έβαλαν στη μαύρη λίστα και τα στούντιο του Χόλιγουντ δεν του έδιναν πλέον δουλειά, τον κάλεσε η Μπέτι Ντέιβις να σκηνοθετήσει το έργο που ανέβαζε σε θέατρο του Μπρόντγουεϊ. Αυτό τον γύρισε στα παλιά λημέρια του που ήταν το Αμερικανοεβραϊκό Θέατρο, μια θεατρική ομάδα πρωτοποριακή, τόσο πολιτικά όσο και καλλιτεχνικά. Το πράγμα όμως δεν κράτησε πολύ. Γρήγορα αναγκάστηκε να καταφύγει στη Γαλλία, όπου προσπάθησε να κάνει μια νέα αρχή, όπως και ο επιστήθιος φίλος του Τζόζεφ Λόουζι, στην Αγγλία, και πολλοί άλλοι που διωγμένοι από τους κομμουνιστοφάγους Μακ Κάρθι, Νίξον και Σία, εξέτισαν, έστω και άθελά τους, μια ευρωπαϊκή θητεία.

Στην Ευρώπη τον κράτησε η γνωριμία και ο δεσμός του με τη Μελίνα, που σφράγισε τη ζωή και των δύο με διαφορετικούς τρόπους: στην περίπτωσή της ο κοσμοπολιτισμός της συνεργασίας της με τον Κακογιάννη στην παραγωγή ενός νεορεαλιστικού μελοδράματος ( Στέλλα ) που προσέχτηκε αρκετά διεθνώς, γιγαντώθηκε μέσα από τον σύνδεσμό της με τον Ντασσέν. Μια σειρά πετυχημένες σάτιρες, δράματα και κωμωδίες απογειώνουν τη φήμη της, την κάνουν σταρ παγκόσμιας ακτινοβολίας, πρόσωπο πασίγνωστο. Μέσα από την πολιτική της αντίθεση στη χούντα, η οποία τη βρίσκει πρωταγωνίστρια μιούζικαλ στο Μπρόντγουεϊ, η Μελίνα διαμορφώνει την πολιτικήεπαναστατική της περσόνα, με την παντοειδή στήριξη του Ντασσέν. Ο δικός του κοσμοπολιτισμός, γεννημένος στο ταξικό φροντιστήριο πολιτικής συνείδησης του εργατικού Χάρλεμ και δοκιμασμένος αργότερα σε διαφορετικό περιβάλλον μέσα από τη στενή συνεργασία με τον Αντρέ Μαλρό όταν διετέλεσε άτυπος σύμβουλός του, εστιάζεται τώρα σε μια πολύ συγκεκριμένη υπόθεση: την ανατροπή της χούντας στην Ελλάδα. Η αφοσίωση και των δύο σ΄ αυτόν τον αγώνα τούς στέρησε το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματικών προοπτικών τους και δυσχέρανε τρομερά το λίγο που απέμενε: για να δουλέψουν, π.χ., σε μια ταινία, τα ασφάλιστρα που έπρεπε να πληρώνει η παραγωγή ήταν υπέρογκα, ανεβάζοντας το κόστος της συμμετοχής τους σε συχνά απαγορευτικά επίπεδα. Και όταν ανετράπη η χούντα, τίποτε δεν μπορούσε να κρατήσει τη Μελίνα μακριά από τον τόπο της. Ο Ντασσέν την ακολούθησε στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε επαγγελματικά με το θέατρο. Επομένως έπαψε να είναι διαθέσιμος για διεθνή εγχειρήματα. Σποραδικά μόνο δούλεψε στο εξωτερικό πάνω σε ντοκυμαντέρ για την UΝΕSCΟ και μια τελευταία ταινία που έκανε στον Καναδά με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Μπάρτον.

Η προσφορά του στην Ελλάδα είναι ανυπολόγιστη και μόνο με εκείνη των πιο αφοσιωμένων φιλελλήνων του 19ου αιώνα μπορεί να παραβληθεί. Το Ποτέ την Κυριακή απέφερε για χρόνια τουριστικό συνάλλαγμα για τον τόπο, η προσέλκυση ξένων παραγωγών στην Ελλάδα, η οικονομική ενίσχυση του αγώνα εναντίον της χούντας, η στήριξη του αιτήματος για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα μέσα από διεθνούς κύρους επιτροπές, συνέδρια και παραστάσεις στον ακαδημαϊκό και πολιτικό κόσμο της Αγγλίας, οι δραστηριότητες και οι υποτροφίες του Ιδρύματος Μελίνα Μερκούρη, είναι μερικά μόνο τεκμήρια του πάθους του για την Ελλάδα. Γι΄ αυτό η Μελίνα ένιωθε τύψεις. Εκείνος με τα γελαστά γαλανά του μάτια τής έλεγε ότι αυτή ήταν η επιλογή του. Και επειδή το πιο σημαντικό απ΄ όλα, να είναι μαζί, ήταν εκπληρωμένο, όλα τα άλλα έπονταν σε σημασία. Ηταν δύο άνθρωποι σαν έσχατα τιμαλφή του πολιτισμού μας που η ευγενής ουσία τους ανέδιδε τη μοσχοβολιά ανοιξιάτικης ταπεινοσύνης των λουλουδιών.

Ο κ. Α. Κωτίδης είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.