Την τελευταία του πνοή άφησε χθες σε νοσοκομείο της Μόσχας όπου νοσηλευόταν τον τελευταίο καιρό αντιμετωπίζοντας πρόβλημα καρκίνου του εντέρου ο θρυλικός βιολοντσελίστας και μαέστρος Μστισλάβ Ροστροπόβιτς . Ενας από τους κορυφαίους μουσικούς της εποχής μας, στενός φίλος συνθετών όπως ο Προκόφιεφ, ο Μπρίτεν και ο Σοστακόβιτς οι οποίοι επανειλημμένως εμπνεύστηκαν από το ταλέντο του, ήταν παράλληλα γνωστός ως υπέρμαχος της ελευθερίας της καλλιτεχνικής- και όχι μόνο- έκφρασης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο θάνατος τον βρήκε ένα μήνα μετά τη συμπλήρωση των 80 του χρόνων, στις 27 του περασμένου Μαρτίου, μια επέτειο την οποία η παγκόσμια μουσική κοινότητα εόρτασε με λαμπρότητα, με προεξάρχουσα τη ρωσική πρωτεύουσα όπου διοργανώθηκαν τιμητικές εκδηλώσεις στο Κρεμλίνο παρουσία του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.

Παρά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα (εξαιτίας των οποίων ακυρώθηκε, μεταξύ άλλων, και η προγραμματισμένη εμφάνισή του το περασμένο καλοκαίρι στην Πάτρα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας), ο Ροστροπόβιτς παρέμεινε δραστήριος ως το πέρας σχεδόν της ζωής του: τον Δεκέμβριο του 2006, και ενώ είχε προσφάτως χειρουργηθεί, ταξίδεψε στην Ιαπωνία προκειμένου να διευθύνει δύο συναυλίες επ΄ ευκαιρία της επετείου των 100 χρόνων από τη γέννηση του Σοστακόβιτς. Ωστόσο στις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου εισήχθη σε νοσοκομείο του Παρισιού όπου διατηρούσε κατοικία και από εκεί αργότερα, όταν η κατάστασή του επιδεινώθηκε, μεταφέρθηκε στη Μόσχα, όπου τελικά χθες άφησε την τελευταία του πνοή.

Γεννημένος στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν- τμήμα τότε της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενωσης- στις 27 Μαρτίου 1927, ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, ο Σλάβα όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούσαν οι φίλοι του, έλαβε τα πρώτα του μαθήματα πιάνου σε ηλικία 4 ετών από τη μητέρα του, ταλαντούχο πιανίστρια. Σε ηλικία 10 ετών ήρθε σε επαφή με το βιολοντσέλο, έχοντας ως πρώτο δάσκαλο τον πατέρα του, επίσης βιολοντσελίστα και μαθητή του μυθικού Πάμπλο Καζάλς. Το 1943, σε ηλικία 16 ετών, έγινε δεκτός στο Ωδείο της Μόσχας όπου, εκτός από βιολοντσέλο και πιάνο, σπούδασε επίσης διεύθυνση ορχήστρας και σύνθεση με δασκάλους, μεταξύ άλλων, τον Σεργκέι Προκόφιεφ και τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς.

Ωστόσο έναν χρόνο προτού γίνει δεκτός στο Ωδείο της ρωσικής πρωτεύουσας είχε κιόλας κάνει την πρώτη δημόσια εμφάνισή του ως βιολοντσελίστας. Τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1940 απέσπασε επανειλημμένως πρώτα βραβεία σε διεθνείς μουσικούς διαγωνισμούς της Πράγας και της Βουδαπέστης ενώ το 1950, σε ηλικία 23 ετών, έλαβε την ανώτατη διάκριση της τότε Σοβιετικής Ενωσης, το Βραβείο Στάλιν. Την εποχή εκείνη ο Ροστροπόβιτς ήταν κιόλας γνωστός στη χώρα του ενώ, παράλληλα με την ερμηνευτική σταδιοδρομία του, δίδασκε στα ωδεία τού τότε Λένινγκραντ και της Μόσχας. Μία ακόμη χρονιά-σταθμός στη ζωή του ήταν το 1955, όταν παντρεύτηκε την υψίφωνο του θεάτρου Μπαλσόι Γκαλίνα Βισνιέφσκαγια με την οποία αποτέλεσαν ζευγάρι στη ζωή αλλά και στη σκηνή.

Το 1964 σήμανε την αρχή της διεθνούς σταδιοδρομίας του Ροστροπόβιτς, η οποία

RΙCΗΑRD ΜΕLLΟUL, DΙΕGΟ GΟLDΒΕRG SΥGΜΑ/CΟRΒΙS/ΑΡΕΙRΟΝ Στη συναυλία για την Ειρήνη, για τον σοβιετικό αντιφρονούντα Αντρέι Ζαχάροφ, στο Παρίσι τον Φεβρουάριο του 1980

άρχισε από την τότε Δυτική Γερμανία. Εκτοτε εμφανίστηκε επανειλημμένως στη Δυτική Ευρώπη όπου, μεταξύ άλλων, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον Μπέντζαμιν Μπρίτεν , έναν ακόμη συνθέτη ο οποίος στάθηκε εξαιρετικά σημαντικός για αυτόν. Το 1967 διηύθυνε την όπερα του Τσαϊκόφσκι «Ευγένιος Ονιέγκιν», η οποία «αποκάλυψε» ευρύτερα την αγάπη του και για τη διεύθυνση ορχήστρας.

Στη διάρκεια της ζωής του ο Ροστροπόβιτς υποστήριξε το δικαίωμα αλλά και την ανάγκη της τέχνης να υπερβεί τα σύνορα, την ελευθερία της έκφρασης και τις δημοκρατικές αξίες, γεγονός που, σε πρώτο επίπεδο, προκάλεσε τη δυσφορία τού τότε σοβιετικού καθεστώτος. Η φιλία του με τον Αλεξάντρ Σολζενίτσιν και η υποστήριξή του στους πολιτικούς φυγάδες είχε ως αποτέλεσμα το να περιπέσει σε επίσημη δυσμένεια στις αρχές του 1970: αποκλείστηκε από αρκετά μουσικά σχήματα ενώ η σοβιετική υπηκοότητα του αφαιρέθηκε το 1978 εξαιτίας της δημόσιας αντίδρασής του στην καταπίεση της καλλιτεχνικής ελευθερίας από το καθεστώς της εποχής. Ωστόσο τέσσερα χρόνια νωρίτερα ο Ροστροπόβιτς είχε εγκαταλείψει οικογενειακώς τη χώρα του και είχε εγκατασταθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οπως έχει ήδη αναφερθεί, το ταλέντο του ενέπνευσε πάμπολλους συνθέτες οι οποίοι έγραψαν ειδικά για αυτόν, συμβάλλοντας έτσι στην επαύξηση του ρεπερτορίου του βιολοντσέλου. Δίπλα στον Σοστακόβιτς, στον Προκόφιεφ και στον Μπρίτεν αξίζει κανείς να αναφέρει τον Χατσατουριάν, τον Ντυτιγιέ, τον Μπερνστάιν και τον Πεντερέτσκι. Ο Ροστροπόβιτς και ο συμπατριώτης του Ντμίτρι Καμπαλέφσκι ολοκλήρωσαν το Κοντσερτίνο για βιολοντσέλο του Προκόφιεφ μετά τον θάνατο του συνθέτη. Εξάλλου ήταν αυτός που έδωσε τις παγκόσμιες πρεμιέρες και των δύο κοντσέρτων για βιολοντσέλο του Σοστακόβιτς αλλά και πολλών έργων του Μπρίτεν.

Από το 1977 ως το 1994 διετέλεσε μουσικός διευθυντής της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Ουάσιγκτον ενώ συνέχιζε να συνεργάζεται με μουσικούς όπως ο Σβιατοσλάβ Ρίχτερ και ο Βλαντίμιρ Χόροβιτς. Παράλληλα, υπήρξε εμπνευστής και διευθυντής πολλών σπουδαίων μουσικών φεστιβάλ.

Εξάλλου, η συναυλία που έδωσε επ΄ ευκαιρία της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου επαύξησε την παγκόσμια φήμη του ενώ μεταδόθηκε τηλεοπτικώς σε όλον τον κόσμο. Η ρωσική υπηκοότητα του αποδόθηκε εκ νέου το 1990, μολονότι τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του είχαν στο μεταξύ γίνει αμερικανοί πολίτες.

Ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς είχε κατακτήσει σπουδαίες διακρίσεις σχεδόν σε όλον τον κόσμο ενώ ήταν επίτιμος διδάκτωρ σε μερικά από τα σημαντικότερα πανεπιστήμια. Πρέσβης της UΝΕSCΟ, υποστήριξε πολλά εκπαιδευτικά και πολιτιστικά προγράμματα, ενώ από κοινού με τη σύζυγό του είχαν συστήσει προ ετών ίδρυμα προκειμένου να ενθαρρύνουν κοινωνικές και ανθρωπιστικές δραστηριότητες.

Στη διάρκεια της υπέρλαμπρης σταδιοδρομίας του ο Ροστροπόβιτς είχε επισκεφθεί επανειλημμένως και την Ελλάδα ενώ είχε τιμηθεί με τα ανώτατα παράσημα της ελληνικής πολιτείας. Ιδιαίτερης εξάλλου σημασίας στα πρόσφατα χρόνια αποτελεί η πρόσκληση που είχε απευθύνει στην ΚαμεράταΟρχήστρα των Φίλων της Μουσικής να τον πλαισιώσει στις πολύ επιτυχημένες συναυλίες που είχαν διοργανωθεί στην Ισπανία επ΄ ευκαιρία των 75 χρόνων του το 2002.