Με την επιλογή του να προτείνει για την προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας τον Αμπντουλάχ Γκιουλ, σημερινό υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης του ΑΚΠ, ο Ταγίπ Ερντογάν διεμβολίζει οριστικά πλέον το τουρκικό κατεστημένο. Με την άνοδο του Γκιουλ στην προεδρία σταθεροποιείται η συμμαχία του κυβερνώντος κόμματος με την οικονομική ελίτ της χώρας και αποξενώνεται ακόμη περισσότερο το διοικητικό- στρατιωτικό πλέγμα εξουσίας, από τα πλέον δυναμικά στρώματα της τουρκικής κοινωνίας.

Τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες ο διεθνής παράγων- ο ξένος Τύπος, εκπρόσωποι ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των ΗΠΑ, αλλοδαποί επενδυτές- θα χαιρετίσουν την ανάληψη της προεδρίας από τον μετριοπαθή και εξωστρεφή Γκιουλ. Το ίδιο θα πράξει και η οικονομική ηγεσία της Τουρκίας. Ο Γκιουλ είναι ένας από τους βασικούς αρχιτέκτονες της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας και της οικονομικής σταθεροποίησης. Στο πρόσωπό του εκφράζεται η στρατηγική του κυβερνώντος κόμματος που έχει αποδώσει τα μέγιστα στους επιχειρηματικούς ομίλους που δεσπόζουν στον οικονομικό βίο της χώρας. Ταυτόχρονα ο Γκιουλ, ως ιδρυτικό μέλος του ΑΚΠ, θρησκευόμενος, με σύζυγο που φοράει μαντίλα, με την ανάληψη της προεδρίας ικανοποιεί τη διακαή επιθυμία της βάσης του κυβερνώντος κόμματος να αναγνωριστεί και να νομιμοποιηθεί η κοινωνική της ανέλιξη.

Η αποφυγή της συσπείρωσης κατά του ΑΚΠ, κάτι που θα ήταν πιθανόν αν αναλάμβανε την προεδρία ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν, καθηλώνει στην υφιστάμενη ημιθανή κατάσταση το Δημοκρατικό και Λαϊκό Κόμμα, υπό την ηγεσία του Ντενίζ Μπαϊκάλ. Το Δημοκρατικό και Λαϊκό Κόμμα εκπροσωπεί πλέον τους χαμένους και μόνο της τουρκικής κοινωνίας. Οι οπαδοί του από τη μια δεν είναι σε θέση να επωφεληθούν από την οικονομική ανάπτυξη που εξασφάλισε το ΑΚΠ, λόγω μειωμένων δεξιοτήτων, και από την άλλη, λόγω παραταξιακών και κοινωνικών καταβολών, δεν μπορούν να ταυτιστούν μαζί του (σαν την ελληνική λαϊκή Δεξιά που δεν μπόρεσε να συμπλεύσει με την πρωθυπουργία Σημίτη). Η περιθωριοποίηση αυτών των στρωμάτων περιορίζει αναλόγως και την παρεμβατική ικανότητα του διοικητικού- στρατιωτικού πλέγματος εξουσίας. Σε συνθήκες μειωμένης πόλωσης εσωτερικά, με τον διεθνή παράγοντα να επιδοκιμάζει εκ νέου την ηγεσία του Ταγίπ Ερτογάν και τα μεσοανώτερα στρώματα να τον ανέχονται, αν δεν τον υποστηρίζουν κιόλας, η όποια εκτροπή δεν μπορεί να βασιστεί στο ξενόφοβο και ηττοπαθές κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας. Αντιθέτως, με την αποτροπή της πόλωσης επιτρέπεται η περαιτέρω διεύρυνση του κοσμοθεωρητικού χάσματος μεταξύ του μεγάλου κεφαλαίου της Τουρκίας και της κεμαλικής διοίκησης. Εχοντας ανταποκριθεί στο ιστορικό αίτημα του Κεμαλισμού για μια τουρκική οικονομία και παραγωγική βάση δυτικού επιπέδου, οι μεγάλοι τουρκικοί όμιλοι έχουν πια χειραφετηθεί από το κεμαλικό κράτος που τους δημιούργησε. Με τη διαπίστωση ότι μπορούν να ευημερήσουν και στο πλαίσιο μιας καθεστωτικής αλλαγής, όπως αυτή που υλοποιεί το ΑΚΠ, δεν έχουν λόγο ούτε να πριμοδοτούν την εκτροπή ούτε τη νομιμοποιητική της κεμαλική ιδεολογία. Ταυτόχρονα, μέσω των ιδιωτικών πανεπιστημίων που έχουν ιδρύσει, των ερευνητικών κέντρων που χρηματοδοτούν, των μέσων μαζικής ενημέρωσης που τους ανήκουν, θα συνεχίζουν να παρέχουν ζωτικό χώρο στην προοδευτική τουρκική διανόηση που καθημερινά αμφισβητεί το διοικητικό- στρατιωτικό πλέγμα εξουσίας. Αυτή η στάση τους θα δώσει τη δυνατότητα στο ΑΚΠ να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την επικυριαρχία του, ως η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας.

Εν καταλήξει, κατά τη διάρκεια της προεδρίας Γκιουλ θα εμπεδωθεί η αντίληψη στην τουρκική κοινωνία και στον δημόσιο βίο ότι η χώρα είναι σε θέση να προσδιορίσει την εξέλιξή της χωρίς την εκ των άνωθεν επιδιαιτησία, η οποία τη συνόδευσε από την ίδρυση της τουρκικής Δημοκρατίας μέχρι σήμερα.

Ο κ.Αντ.Καμάρας εργάστηκε ως σύμβουλος διοίκησης στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος από το 1996 ως το 2004.