Οπως συμβαίνει με όλα τα συστήματα ασταθούς ισορροπίας, το ΠαΣοΚ βρίσκει κατά καιρούς απίθανους τρόπους να αυτορρυθμίσει την εσωτερική αταξία του. Το τελευταίο παράδειγμα αποτυπώνεται σε ένα παράξενο τρίγωνο, που στην πραγματικότητα είναι το άθροισμα δύο εξίσου παράξενων ζευγαριών. Ο πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης και ο υπουργός Οικονομίας κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι το ένα ζευγάρι. Ο κ. Χριστοδουλάκης και ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Α. Τσοχατζόπουλος είναι το άλλο. Τους τελευταίους μήνες διαμορφώνεται μεταξύ τους μια ιδιόμορφη τριμερής ισορροπία, ακατανόητη για όσους επιχειρούν ακόμη να κρίνουν τα εσωτερικά του ΠαΣοΚ με τους όρους του 1996 ή ακόμη και του 1999, όταν σε δύο διαδοχικά συνέδρια οι «εκσυγχρονιστές» του κ. Σημίτη αναμετρήθηκαν με τις δυνάμεις που ακολουθούσαν τον κ. Τσοχατζόπουλο και επιβλήθηκαν κατά κράτος. Τότε ο κ. Χριστοδουλάκης ήταν ένας «αριστερός τεχνοκράτης» που βρέθηκε στην πολιτική περίπου από τύχη. Σήμερα είναι ένα είδος καταλύτη ανάμεσα στον Πρωθυπουργό και στον κ. Τσοχατζόπουλο. Σε πολλές περιπτώσεις και ιδίως στη χάραξη της ευρύτερης οικονομικής πολιτικής ο Πρωθυπουργός συζητά «εκ του σύνεγγυς» με τον υπουργό Ανάπτυξης με ενδιάμεσο τον υπουργό Οικονομίας.


Πολλοί εξεπλάγησαν όταν διαπίστωσαν ότι η κυβέρνηση Σημίτη που προέκυψε μετά το τελευταίο συνέδριο του Κινήματος τον περασμένο Οκτώβριο ανέδειξε σχεδόν αμέσως τον ενεργό άξονα Ακη – Χριστοδουλάκη. Η έκπληξη μεγάλωσε όταν συνειδητοποίησαν ότι ο κ. Τσοχατζόπουλος και ο νέος υπουργός Οικονομίας είχαν βρει κοινή γλώσσα και είχαν επαφές πολύ νωρίτερα. Ο τυπικός εκπρόσωπος του «σημιτικού πυρήνα» του ΠαΣοΚ και ο αυθεντικότερος συνεχιστής της «παπανδρεϊκής συνιστώσας» είχαν πριν από το συνέδριο του 2001 κάτι περισσότερο από μια καλή προσωπική σχέση. «Σημιτοφύλακας», ψυχρός διαχειριστής των αριθμών και κέρβερος του κρατικού θησαυροφυλακίου ο ένας, υπέρμαχος του «κοινωνικού ΠαΣοΚ», διεκδικητής της ηγεσίας και «εγγυητής της ενότητας» ο άλλος, υπερέβησαν τους παραδοσιακούς ανάμεσα στο «ιστορικό ΠαΣοΚ» και στους «νεοφερμένους» της εποχής Σημίτη και διέψευσαν τις προβλέψεις που τους ήθελαν φυσικούς αντιπάλους.


Πώς τα κατάφεραν; Ο κ. Χριστοδουλάκης σέβεται την κομματική υπόσταση του κ. Τσοχατζόπουλου στον οποίο αναγνωρίζει αποτελεσματικότητα και πολιτική οξυδέρκεια και ο υπουργός Ανάπτυξης έχει σε μεγάλη εκτίμηση την επιστημονική κατάρτιση και την ατομική διαδρομή του στενότερου συνεργάτη και κατά κάποιο τρόπο «προστατευόμενου» του εσωκομματικού του αντιπάλου. Της «γενιάς του Πολυτεχνείου» και αργότερα «πρωτοπαλίκαρο του εκσυγχρονισμού» ο κ. Χριστοδουλάκης, της «γενιάς του ΠΑΚ» και ο πιο κοντινός άνθρωπος του Ανδρέα Παπανδρέου ο κ. Τσοχατζόπουλος. Ωστόσο οι δύο άνδρες συνεννοούνται περίφημα και τα εσωκομματικά χαρακώματα δεν εμπόδισαν ποτέ τον έναν να μιλάει με ειλικρίνεια στον άλλον, ακόμη και σε περιόδους όπου τα στρατόπεδα που εκπροσωπούν βρίσκονται επί ποδός πολέμου. Ο υπουργός Οικονομίας δεν επηρεάστηκε ποτέ από την κακεντρέχεια των «εξαπτέρυγων του εκσυγχρονισμού» προς τον κ. Τσοχατζόπουλο. Και ο νυν υπουργός Ανάπτυξης δεν επέτρεψε σε κανέναν από τους δικούς του να πουν το παραμικρό για τον κ. Χριστοδουλάκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε συνεδριάσεις κυβερνητικών οργάνων όπου ο υπουργός Οικονομίας βάλλεται από επιφανείς εκσυγχρονιστές, ο κ. Τσοχατζόπουλος είναι ο πιο χρήσιμος σύμμαχός του και τούμπαλιν. Οσοι μάλιστα είναι σε θέση να γνωρίζουν την οικειότητα των επαφών τους, είναι πρόθυμοι να ξαναγράψουν την ιστορία της τελευταίας πενταετίας του ΠαΣοΚ από την αρχή.


Ισως ο μόνος που αντελήφθη ότι ο κ. Τσοχατζόπουλος και ο κ. Χριστοδουλάκης μπορούσαν να συνυπάρξουν ήταν ο ίδιος ο κ. Σημίτης. Αλλιώς δεν θα μετακόμιζε τον κ. Τσοχατζόπουλο στην οδό Μιχαλακοπούλου, όταν μετακίνησε στην πλατεία Συντάγματος τον κ. Χριστοδουλάκη. Λέγεται ότι ο κ. Τσοχατζόπουλος θα είχε αρνηθεί τη συμμετοχή στην κυβέρνηση με οποιονδήποτε άλλον στο υπουργείο Οικονομίας. Για πρώτη φορά σε κυβέρνηση Σημίτη το λεγόμενο «οικονομικό επιτελείο» έχει αδιατάρακτη συνεργασία. Στα προηγούμενα σχήματα, με την κυρία Βάσω Παπανδρέου και τον κ. Ι. Παπαντωνίου σε αντίστοιχους ρόλους, οι συγκρούσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη. Το «αταίριαστο ζευγάρι» Ακη – Χριστοδουλάκη εξελίχθηκε σε ισχυρό ενδοκυβερνητικό δίδυμο, που είναι σε θέση να λύνει ακόμη και τις διαφωνίες του με «φιλικό διακανονισμό». Απόδειξη τα τελευταία επεισόδια με την ακρίβεια, τον πληθωρισμό, τα μέτρα για τα καύσιμα και άλλες συναφείς αποφάσεις. Οι διαφορές του υπουργείου Ανάπτυξης με το υπουργείο Οικονομίας για τους χειρισμούς είναι τόσο μεγάλες που σε άλλες περιπτώσεις θα ισοδυναμούσαν με κυβερνητική κρίση. Οι κκ. Τσοχατζόπουλος και Χριστοδουλάκης τις διευθετούν με άνεση και αμοιβαίες υποχωρήσεις και κυρίως χωρίς τον παραμικρό προσωπικό διαγκωνισμό. Για ένα κόμμα σαν το ΠαΣοΚ, στο οποίο μια κουβέντα του ενός μπορεί να τον φέρει στα μαχαίρια με τον άλλον, αυτό είναι κάτι περισσότερο από θαύμα.


Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει κανένα θαύμα. Ολα είναι υπόθεση ρεαλισμού. Ο κ. Τσοχατζόπουλος γνωρίζει ότι όποιες διαφορές είχε με τον κ. Σημίτη διευθετήθηκαν εκ των πραγμάτων και στο μέλλον δεν θα υπάρξει καμία σύγκρουση μεταξύ τους. Ο κ. Σημίτης ομοίως αντιλαμβάνεται ότι δεν θα ξαναβρεί στον δρόμο του τον υπουργό Ανάπτυξης. Και ο κ. Χριστοδουλάκης είναι το πρόσωπο στο οποίο αυτές οι παράλληλες εκτιμήσεις παίρνουν σάρκα και οστά. Μέσω της διυπουργικής συνεργασίας Τσοχατζόπουλου – Χριστοδουλάκη ο Πρωθυπουργός εξασφαλίζει κατά κάποιο τρόπο τα νώτα του από εκείνο το τμήμα του ΠαΣοΚ που δεν τον αναγνώρισε ποτέ ως διάδοχο του Ανδρέα Παπανδρέου. Μέσω του κ. Χριστοδουλάκη ο κ. Τσοχατζόπουλος υπερφαλαγγίζει όσους του γύρισαν την πλάτη το 1996 για να υποστηρίξουν τον κ. Σημίτη. Και μέσω του κ. Τσοχατζόπουλου ο κ. Χριστοδουλάκης νομιμοποιεί την υπόσταση του δελφίνου σε ένα κόμμα στο οποίο προσχώρησε μόλις το 1994. Κάπως έτσι διαμορφώνεται μια τριμερής στρατηγική συμμαχία που προκαλεί εκνευρισμό σε πολλούς στο ΠαΣοΚ.


Από καιρό όταν μιλούσε «για τον Ακη» ο κ. Χριστοδουλάκης έδινε την εντύπωση ότι γνωρίζονται από παλιά και ας μην είχαν καμία σχέση ως τη στιγμή που κάθησαν μαζί στο τραπέζι του Υπουργικού Συμβουλίου. Και όταν ο κ. Τσοχατζόπουλος αναφερόταν στον κ. Χριστοδουλάκη προσέθετε πάντα ότι «είναι ο μόνος που καταλαβαίνει». Η αντικατάσταση του ενός από τον άλλο στο υπουργείο Ανάπτυξης ήταν η μόνη αλλαγή φρουράς που δεν έφερε τα πάνω κάτω. Για πολύ μεγάλο διάστημα ο κ. Τσοχατζόπουλος διατήρησε στις θέσεις τους τούς στενούς συνεργάτες του κ. Χριστοδουλάκη, όπως ο κ. Ι. Καλογήρου που αποχώρησε μόνο όταν ο κ. Χριστοδουλάκης τον κάλεσε στην πλατεία Συντάγματος. Οταν άλλοι υπουργοί «σκούπισαν» κυριολεκτικά τους συνεργάτες των προκατόχων τους, στην οδό Μιχαλακοπούλου υπάρχουν ακόμη φίλοι του κ. Χριστοδουλάκη. Ο κ. Τσοχατζόπουλος συνέχισε την πολιτική του προκατόχου του σε κρίσιμους τομείς, όπως είναι η ενέργεια και οι αποκρατικοποιήσεις, χωρίς να εγείρει ποτέ οποιαδήποτε ένσταση, ακόμη και εκεί που βρήκε καθυστερήσεις. Πράγμα σπάνιο για κυβέρνηση του ΠαΣοΚ, οι δύο υπουργοί έχουν πάντα ανοικτό το «κόκκινο» τηλέφωνο μεταξύ τους και πρώτη φορά ο Πρωθυπουργός δεν χρειάζεται να κάνει τον ενδιάμεσο σε δύο υπουργεία από τα οποία εξαρτάται εν τέλει η ουσία της κυβερνητικής πολιτικής.


ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ Τα παλαιά εσωκομματικά σχήματα


Το τρίγωνο Σημίτης – Ακης – Χριστοδουλάκης κάνει πολλούς στο ΠαΣοΚ να αναθεωρούν τη στρατηγική τους για το μέλλον, ιδίως όταν προσθέτουν τις εκ παραλλήλου καλές σχέσεις των δύο υπουργών με έναν τρίτο: τον υπουργό Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου, τον άνθρωπο που διατηρεί τις περισσότερες πιθανότητες να πάρει μια μέρα το τιμόνι του ΠαΣοΚ. Κομματικός παράγων που γνωρίζει καλά τις κυλιόμενες εσωτερικές ισορροπίες αποφαίνεται ότι η σταθερή προσέγγιση των υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης ακυρώνει τα παλαιά εσωκομματικά χαρακώματα και διαμορφώνει νέους άξονες επί των οποίων θα διαμορφωθεί το τοπίο της «μετά Σημίτη» εποχής. Προς το παρόν όλοι αρκούνται στην ικανοποίηση της έκπληξης που συνιστά η συναντίληψη των δύο οικονομικών υπουργών και προφανώς ο πλέον ικανοποιημένος είναι ο ίδιος ο κ. Σημίτης.