Η πλέον καθοριστική ημέρα στην «κούρσα» των εκάστοτε συσχετισμών εντός του ΚΚΕ ­ όπως και σε όλα τα κόμματα άλλωστε ­ είναι η τελευταία ημέρα του συνεδρίου. Τότε που εκλέγεται το νέο καθοδηγητικό όργανο του κόμματος, εν προκειμένω η Κεντρική Επιτροπή (ΚΕ), η οποία στη συνέχεια εκλέγει Γενικό Γραμματέα, Πολιτικό Γραφείο (ΠΓ) και τη Γραμματεία της, η οποία συντονίζει τη λειτουργία των οργανώσεων και τις ελέγχει σχετικώς με την εφαρμογή των αποφάσεων. Σήμερα, τελευταία ημέρα του 16ου Συνεδρίου, εκλέγονται τα νέα καθοδηγητικά όργανα του κόμματος. Εκπλήξεις ωστόσο δεν αναμένονται, αφού η σύνθεση του σώματος δεν επιτρέπει συσχετισμούς με άλλα θορυβώδη συνέδρια. Συμπέρασμα που προκύπτει μάλλον αβίαστα από το ότι κατά των θέσεων της ΚΕ ψήφισαν μόνο 71 μέλη του κόμματος και 125 ψήφισαν λευκό. Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι και οι αντιπρόσωποι που εστάλησαν από τις οργανώσεις στο συνέδριο προέρχονται από την ίδια συντριπτική πλειοψηφία. Σύμφωνα δε με κάποιες πληροφορίες, ακόμη και οι παρατηρητές του συνεδρίου που απλώς παρακολουθούν δίχως να έχουν δικαίωμα ψήφου επελέγησαν με αυστηρότερα κριτήρια (γραμματείς νομαρχιακών επιτροπών, μέλη τμημάτων της ΚΕ κ.ά.).


Η κυρία Αλέκα Παπαρήγα λοιπόν θα είναι ­ εκτός απροόπτου ­ και πάλι Γραμματέας του κόμματος, καθώς οι πολιτικές επιλογές της, αν και αμφισβητήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν από τους τέσσερις διαγραφέντες και μικρές κομματικές δυνάμεις, στηρίχθηκαν από το συντριπτικό μέρος των μελών. Αυτό άλλωστε ήθελε να πει και η ίδια αναφέροντας στην εισηγητική ομιλία της κατά την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου ότι η πλειοψηφία συμφώνησε όχι μόνο με τη στρατηγική «αλλά και με τους βηματισμούς, τα μέσα, τις μεθόδους και τις προϋποθέσεις που απαιτεί η δράση για τη συγκρότηση του Μετώπου». Ολα τα υπόλοιπα δηλαδή, περί ενότητας της δράσης των αριστερών δυνάμεων «πάνω στο πρόβλημα» κτλ. που είχε υποστηρίξει ο κ. Δ. Κωστόπουλος, δεν έχουν καμία ισχύ. Η κυρία Παπαρήγα τα χαρακτήρισε «άλλοθι και προπέτασμα καπνού για να κρυφτούν οι πραγματικές απόψεις που υποστηρίζουν μια γραμμή συμμαχίας, που αν δεν συγκλίνει στα περισσότερα, συγγενεύει με την Κεντροαριστερά». Στην εισήγηση της ΚΕ υπογραμμίζεται μάλιστα ότι «η ενότητα πάνω στο πρόβλημα δεν ενώνει» αλλά «χωρίζει σε κουτάκια τους εργαζομένους»


* Οι τέως και ο Στάλιν


Το 16ο Συνέδριο λοιπόν θα κατεβάσει απόψε την αυλαία του. Κατά την κομματική παράδοση γίνεται «κεκλεισμένων των θυρών». Μοναδική εξαίρεση στην ιστορία του ήταν το 13ο Συνέδριο, λόγω των εντελώς διαφορετικών συνθηκών βεβαίως που επικρατούσαν τότε ­ σε ένα συνέδριο όπου παρίστατο ο τότε… πρεσβευτής των ΗΠΑ κ. Μ. Σωτήρχος και απηύθυνε χαιρετισμό ο κ. Κ. Μητσοτάκης το ότι ήταν ανοιχτό προς τον Τύπο και τα ΜΜΕ έμοιαζε το λιγότερο ως αυτονόητο! Αυτή τη φορά πάντως επελέγη η πλήρης απομόνωση. Κατά τα λοιπά στο επίκεντρο των ομιλιών βρέθηκαν η υπόθεση του Μετώπου και το επίπεδο λειτουργίας των οργανώσεων του κόμματος. Κυρίως το τελευταίο θέμα απασχόλησε πάρα πολλούς ομιλητές λόγω των σοβαρών αδυναμιών που εντοπίζονται. Για το θέμα των «τεσσάρων» ακούστηκαν βαριές κουβέντες, ενώ δεν έλειψαν και κάποιες αναφορές στο θέμα που ανέδειξε μεταξύ άλλων ο προσυνεδριακός διάλογος περί Στάλιν. Το ζήτημα της αποκήρυξης του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ (Φεβρουάριος 1956), υπό τον Ν. Χρουστσόφ, το οποίο επέφερε την αποκαλούμενη «αποσταλινοποίηση», ετέθη από σύνεδρο για να προκαλέσει την αντίδραση του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ κ. Χ. Φλωράκη, ο οποίος θέλησε να βάλει ένα τέλος στη συζήτηση αυτή. «Το θέμα δεν είναι η εξέταση του 20ού Συνεδρίου» είπε στους συνέδρους, αλλά να προβληθούν τα θετικά των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Ο κ. Φλωράκης άλλωστε γνωρίζει καλύτερα από όλους τα επακόλουθα μιας τέτοιας ενέργειας που ουσιαστικώς θα ανέτρεπε όλες τις κομματικές αποφάσεις που επακολούθησαν, αρχής γενομένης από την 6η Πλατιά Ολομέλεια (1956) που αποκήρυξε τον Ν. Ζαχαριάδη. Παρά ταύτα δεν παρέλειψε να αναφερθεί στον Στάλιν, επικαλούμενος μάλιστα την προτροπή του στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ ­ που προηγήθηκε της αποκαθήλωσής του ­ «να ανυψωθεί η σημαία της εθνικής ανεξαρτησίας και της εθνικής κυριαρχίας». Προτροπή που ο κ. Φλωράκης χαρακτήρισε «αρκετά επίκαιρη και για το σήμερα».