Από το 1974 ως σήμερα πολλά έχουν γραφεί για το αν και πόσο πετρέλαιο υπάρχει στο Αιγαίο. Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι το Αιγαίο κρύβει μια δεύτερη Κασπία ενώ μερικοί καθηγητές συνήθιζαν να λένε στους μαθητές Γεωλογίας: «Αν βρείτε πετρέλαιο στο Αιγαίο, να μου το φέρετε να το πιω». Γεγονός είναι ότι στο επίκεντρο της διαμάχης Ελλάδας – Τουρκίας βρίσκεται το ζήτημα της έρευνας για τα πετρέλαια του Αιγαίου που έχει φέρει τις δύο χώρες πολύ κοντά στον πόλεμο. Απειλές χρήσης βίας, μυστικές έρευνες μακριά από το φως της δημοσιότητας και άτυπες συμφωνίες χαρακτηρίζουν το πολυσυζητημένο αυτό κεφάλαιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.


Η πρώτη γεώτρηση που προκάλεσε ένταση έγινε τον Μάρτιο του 1973 νοτιοανατολικώς της Λήμνου χωρίς να διαμαρτυρηθεί η Αγκυρα. Η αμερικανική εταιρεία που έκανε τις έρευνες δεν βρήκε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περιοχή αλλά ξύπνησε με καθυστέρηση το ενδιαφέρον της Τουρκίας. Τον Νοέμβριο του 1973, και ενώ η Ελλάδα έμπαινε σε μια βαθιά εσωτερική κρίση, η Αγκυρα παραχώρησε μονομερώς στην τουρκική εταιρεία TRAO 27 άδειες έρευνας για πετρέλαιο σε περιοχές που ως τότε εθεωρούντο ότι ανήκουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Ηταν η πρώτη φορά που η Τουρκία με ωμό τρόπο ήγειρε διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε έντονα και δέχθηκε τη διαπραγμάτευση για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Η τουρκική απάντηση ήλθε με την αποστολή του ερευνητικού σκάφους Chandarli στο Αιγαίο συνοδεία 37 πολεμικών σκαφών. Με την κίνηση εκείνη της Αγκυρας η υπόθεση του πετρελαίου αποκτούσε πλέον τεράστια σημασία στις σχέσεις των δύο χωρών. Μεσολάβησαν η εισβολή στην Κύπρο και η ελληνική πρόταση για παραπομπή του διακανονισμού της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για να φθάσουμε στην αποστολή ενός άλλου ερευνητικού σκάφους, του περίφημου Hora, στο Αιγαίο τον Ιούλιο του 1976. Το τουρκικό σκάφος παραβίασε ανοικτά την ελληνική υφαλοκρηπίδα στις περιοχές γύρω από τη Λήμνο και τη Λέσβο προκαλώντας σοβαρή κρίση. Ακολούθησε το Πρωτόκολλο της Βέρνης με το οποίο οι δύο κυβερνήσεις συμφώνησαν να απέχουν από έρευνες σε αμφισβητούμενες περιοχές οι οποίες «θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα».


Η πληρέστερη ως σήμερα έκθεση για την υπόθεση αυτή συντάχθηκε την περίοδο εκείνη από τη γαλλική εταιρεία BEICIP (Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίου) μετά από εντολή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Οι συντάκτες της βασίστηκαν σε σεισμικές έρευνες που έκανε η εταιρεία Texaco στον Θερμαϊκό και στο Θρακικό Πέλαγος το 1971, στις έρευνες της Oceanic στη Θάσο την περίοδο 1971-74 και της εταιρείας ADA στη Λήμνο το 1971. Ακόμη οι γάλλοι αναλυτές είχαν στα χέρια τους τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων που έκαναν οι παραπάνω εταιρείες και η Conoco στον Θερμαϊκό, στη Θάσο και στη Λήμνο. Η έκθεση της BEICIP δείχνει ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η περιοχή ανατολικώς της Θάσου στη θέση Μπάμπουρας, που συνδέεται με τα κοιτάσματα του Πρίνου, ένα κομμάτι δυτικώς της ίδιας νήσου και η περιοχή ανάμεσα στη Σάμο και στην Ικαρία. Η τελευταία αυτή περιοχή τυχαίνει να περικλείει αρκετά τμήματα «γκρίζων ζωνών», την κυριαρχία των οποίων διεκδικεί ατύπως η Αγκυρα.


Οσο για την περιοχή κοντά στη Θάσο το ελληνικό Δημόσιο ανέστειλε τον Ιανουάριο του 1978 τις έρευνες που είχαν προγραμματιστεί επικαλούμενο «λόγους ανωτέρας βίας». Η κοινοπραξία που είχε αναλάβει την έρευνα θεωρούσε ότι η περιοχή έκρυβε αποθέματα πετρελαίου που ήταν μεν βαρύ αλλά δικαιολογούσε περαιτέρω έρευνες. Οι ξένες εταιρείες συνέχιζαν να πιέζουν και ο υπουργός Βιομηχανίας κ. Στέφανος Μάνος αποφάσισε λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του 1981 να δώσει την άδεια για να αρχίσουν οι έρευνες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε την εντολή για να αρχίσουν μυστικές σεισμικές έρευνες κοντά στη Θάσο σε μια προσπάθεια βολιδοσκόπησης των τουρκικών προθέσεων. Μετά από διαρροές στον Τύπο οι αντιδράσεις της Αγκυρας ήταν έντονες. Πέρασαν πέντε χρόνια ως την επόμενη μεγάλη κρίση του Μαρτίου του 1987, όταν η Τουρκία πίστεψε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα έδινε άδεια για γεωτρήσεις στην επίμαχη περιοχή. Οι δύο χώρες έφθασαν για άλλη μία φορά κοντά στον πόλεμο. Οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών Παπανδρέου και Οζάλ κατέληξαν όμως σε μία συμφωνία στη συνάντηση της Βουλιαγμένης, τον Μάιο του 1988, η οποία πάγωνε ουσιαστικά κάθε έρευνα στο Αιγαίο εκτός των χωρικών υδάτων των δύο πλευρών.


Στο διάστημα 1977-86 οι ελληνικές υπηρεσίες διενήργησαν μια σειρά μυστικές σεισμικές έρευνες στο Βόρειο και Κεντρικό κυρίως Αιγαίο. Πρόκειται για επιχειρήσεις που έγιναν με απόλυτη μυστικότητα, χωρίς διαρροές στον Τύπο και με την προστασία μικρού αριθμού πολεμικών σκαφών. Σε αυτές συμμετείχε συνήθως ένας από τους πιο γνωστούς ειδικούς σε θέματα πετρελαίου, ο κ. Μιχάλης Μυριάνθης. Οι έρευνες αυτές επιβεβαίωσαν το ενδιαφέρον για τις περιοχές που επεσήμανε η έκθεση της BEICIP χωρίς νέες εντυπωσιακές ανακαλύψεις.


Είκοσι επτά χρόνια μετά την ιστορική γεώτρηση στη Λήμνο το Αιγαίο είναι μια παγωμένη λίμνη καθώς οι συμφωνίες της Βέρνης και της Βουλιαγμένης αποκλείουν νέες έρευνες. Η Τουρκία είχε μάλιστα φθάσει στο σημείο να διαμαρτύρεται για έρευνες εντός του Θερμαϊκού γιατί πραγματοποιούνταν σε διεθνή ύδατα. Η Ελλάδα αρνείται την ισχύ των δύο συμφωνιών αλλά όλα δείχνουν ότι το Αιγαίο θα ανοίξει πάλι για έρευνες όταν οι δύο χώρες θα ξεκαθαρίσουν πλήρως το νομικό καθεστώς του.