Ο ηγέτης της Αλλαγής



Αν το όνομα του Κωνσταντίνου Καραμανλή είναι δεμένο με την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη στερέωση του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος με θεσμούς που του εξασφάλισαν αντοχές και μακροβιότητα, το όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου έχει εκ των πραγμάτων συνδεθεί με τη συμφιλίωση της οικονομίας με την κοινωνία, με την ύφανση της κοινωνικής συνοχής, η οποία τελικά και στήριξε τον ήρεμο πολιτικό βίο που έζησε η Ελλάδα όλα αυτά τα 25 χρόνια.


Στα δέκα χρόνια που ήταν πρωθυπουργός και στα άλλα επτά περίπου που ήταν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Ανδρέας έβαλε βαθιά την προσωπική του σφραγίδα στην οικονομική πολιτική, έτσι ώστε είναι αδύνατον να αξιολογηθεί η περίοδος αυτή χωρίς συνδέσεις και αναφορές στα οράματα αλλά και στον ρεαλισμό, στην ιδεολογία αλλά και στο ένστικτο, στο πάθος αλλά και στις αντιφάσεις που χαρακτήριζαν τον ιδρυτή του ΠαΣοΚ. Οπως επίσης αποτελεί εντυπωσιακό στοιχείο η πρωτοφανής αντίδραση, η εχθρότητα, ακόμη και το μίσος που συγκέντρωσε η οικονομική πολιτική του Ανδρέα συγκρινόμενη με τις άλλες πολιτικές του (π.χ. στα εθνικά θέματα ή στα εσωτερικά), που ενόχλησαν λιγότερο.


* Η οικονομική πολιτική


Ποια ήταν λοιπόν αυτή η οικονομική πολιτική; Ηταν ο ιδρυτής του ΠαΣοΚ ο ολετήρας της εθνικής οικονομίας που τη βύθισε σε χρέη τα οποία θα πληρώνουν ακόμη και τα εγγόνια μας; Ηταν ο τριτοκοσμικός ηγέτης που επεδίωκε να βγάλει την Ελλάδα από την Ευρώπη και να την καταστήσει Κούβα ή Αλβανία; Αυτά και ακόμη πιο απίθανα λέγονται και γράφονται από δήθεν φιλελεύθερους οικονομολόγους και πολιτικούς, οι οποίοι φυσικά ξεχνούν ότι η Ελλάδα θα εισέλθει στην ΟΝΕ το 2000 με βάση ένα πενταετές πρόγραμμα σύγκλισης που έγινε το 1994 και φέρει την υπογραφή «Ανδρέας Παπανδρέου»! Αυτή η οικονομική πολιτική που ασκείται τώρα και για την οποία ούτε οι διεθνείς οργανισμοί ούτε οι αγορές ούτε ακόμη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν αμφισβητούν ότι μας οδηγεί στην καρδιά της Ευρώπης είναι αυτή ακριβώς που συνέθεσε ο Ανδρέας από τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου του 1993 όταν επέστρεψε στην εξουσία το ΠαΣοΚ. Μπορεί μερικοί «εκσυγχρονιστές» να το αμφισβητούν και αυτοί, αλλά ο ίδιος ο πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης το επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία.


«Καλά όλα αυτά» ­ είναι η αντίρρηση ­ «αλλά ξεχνάτε τα τραγικά λάθη του Ανδρέα την πρώτη οκταετία του ΠαΣοΚ; Τις κρατικοποιήσεις και το δημόσιο χρέος που κατέστρεψαν την οικονομία έτσι ώστε ο ίδιος ο σημερινός υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ι. Παπαντωνίου να μιλά για «χαμένη οκταετία»;».


*Κίνδυνος χρεοκοπίας


Τι έγινε λοιπόν αυτή την οκταετία; Με υπουργούς Εθνικής Οικονομίας τους κκ. Απ. Λάζαρη στην αρχή και μετά τον κ. Γ. Αρσένη το ΠαΣοΚ έδωσε όντως μεγάλες αυξήσεις στους μισθωτούς και κρατικοποίησε όλες σχεδόν τις προβληματικές, για να ξυπνήσει μεσάνυχτα το καλοκαίρι του 1985, ευθύς μετά τις εκλογές, τον Ανδρέα ο κ. Δ. Χαλικιάς, διοικητής τότε της Τράπεζας της Ελλάδος, και να του αναγγείλει ότι έχει στο ταμείο του μόνο 200.000 δολάρια και το ισοζύγιο πληρωμών κλείνει με έλλειμμα 3,5 δισ.! «Χρεοκοπούμε, Πρόεδρε!». Και ο Ανδρέας, που, όπως λέει ο κ. Αδ. Πεπελάσης, είχε οξεία αίσθηση και του πολιτικού αλλά και του προσωπικού κινδύνου, αλλάζει άρδην πολιτική περνώντας από τις παροχές στη λιτότητα και αντικαθιστά τον κ. Γ. Αρσένη με τον κ. Κ. Σημίτη εκτιμώντας τη συνέπειά του και την ευθύνη του στην ανάληψη πολιτικού κόστους.


Αυτές οι αντιφάσεις και τα πισωγυρίσματα σημαίνουν άραγε ότι η οκταετία ήταν χαμένη; «Την πρώτη τετραετία πήραμε από το μέλλον, δανειστήκαμε από τους πόρους που θα παράγονταν μελλοντικά στα επόμενα δύο-τρία χρόνια για να αποκαταστήσουμε κοινωνική δικαιοσύνη και μια στοιχειώδη συνοχή μεταξύ του λαού ώστε να μπορέσει να προχωρήσει» λέει ο κ. Ακης Τσοχατζόπουλος, και ο κ. Αδ. Πεπελάσης προσθέτει: «Δεν θεωρώ χαμένη την οκταετία. Το αντίθετο! Δεν πρέπει να κρίνουμε την οικονομική πολιτική σαν στενόκαρδοι λογιστές. Η αλήθεια είναι ότι την πρώτη τετραετία κυριάρχησε το κοινωνικό στοιχείο και η οικονομία χρησιμοποιήθηκε για να εξισορροπηθεί η κοινωνία. Αν δεν γινόταν όμως αυτό, πώς θα μπορούσαμε να μπούμε στην Ευρώπη με μια κοινωνία διχασμένη, με αντίρροπες δυνάμεις και ολόκληρα στρώματα του λαού αποκλεισμένα; Τη δεύτερη τετραετία πρυτάνευσε ο ρεαλισμός και η οικονομία βάδισε στον δρόμο της σταθεροποίησης».


* Μεγάλες αυξήσεις


Πράγματι το 1982 το ΠαΣοΚ έδωσε μεγάλες αυξήσεις στους εργαζομένους, στους συνταξιούχους και στους αγρότες. Σύμφωνα με τα εθνικολογιστικά στοιχεία, οι συνολικές αμοιβές των 3,5 περίπου εκατομμυρίων που απασχολούνταν στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα το 1981 ήταν 831,4 δισ. δρχ., το 1982 ανέβηκαν απότομα σε 1.069,3 δισ. και με διαδοχικές αυξήσεις έφθασαν τις 2.204,3 δισ. το 1986, προτού αρχίσει η λιτότητα του σταθεροποιητικού προγράμματος. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 589 δρχ. έφθασε στις 1.660 δρχ.


Παράλογες αυτές οι μεγάλες αυξήσεις; Ισως! Η Ελλάδα όμως άλλαξε μέσα σε τέσσερα χρόνια, η φτώχεια εξαλείφθηκε και ολόκληρες περιθωριοποιημένες ομάδες του πληθυσμού ενσωματώθηκαν σε μια κοινωνία αποκτώντας ελπίδα και όραμα. Ας μην ξεχνάμε ότι μεγάλες αυξήσεις έδωσε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την περίοδο 1975-1978 (επικρινόμενος και αυτός σφόδρα από τους βιομηχάνους) χωρίς όμως να επουλώσει τα μεγάλα κοινωνικά τραύματα που είχε ανοίξει η επτάχρονη δικτατορία, η οποία με την απαγόρευση των απεργιών και τις συνδικαλιστικές διώξεις είχε μεταβάλει σε δουλοπάροικους τους εργαζομένους.


Ηταν ίσως ανορθόδοξη αυτή η οικονομική πολιτική αφού, όπως λέει και ο κ. Παπαντωνίου, πρώτα έπρεπε να γίνει η ανάπτυξη και μετά να μοιρασθεί το προϊόν της, αλλά τελικά ο Ανδρέας τα κατάφερε ενώνοντας τον λαό και στο τέλος της πολιτικής του πέτυχε και τα δύο ­ και την ανάπτυξη και την κοινωνική δικαιοσύνη στο μέτρο του δυνατού.


Και το δημόσιο χρέος; Ηταν 27,2% του ΑΕΠ το 1981 για να φθάσει στο 60% όταν έκλεισε η πρώτη οκταετία. Μεγάλη η αύξηση, αλλά συνεχίστηκε όλα τα επόμενα χρόνια και περισσότερο μάλιστα την τριετία 1990-1993 της ΝΔ, διότι δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι το μικρό και νοικοκυρεμένο κράτος των δεκαετιών του ’50 και του ’60 ήταν ένα κράτος που ήταν μόνο χωροφύλακας, χωρίς δαπάνες στην παιδεία, στην υγεία και γενικά χωρίς ενδιαφέρον για την κοινωνία.


* Η «Ευρώπη των λαών»


Και ας μην ξεχνάμε επίσης ότι αυτή η οικονομική πολιτική με τα κενά της και τις αντιφάσεις της ήταν που τελικά συμφιλίωσε την κοινή γνώμη της χώρας με την Ευρώπη έτσι ώστε να διευκολυνθεί και ο Ανδρέας στη μεταλλαγή του συνθήματος «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» στο «Ευρώπη των λαών».


Αλλά η μεγαλύτερη συμβολή του Ανδρέα στην οικονομία ήταν η ευρωπαϊκή στροφή του 1993 και η αταλάντευτη εφαρμογή μιας οικονομικής πολιτικής που οδηγούσε κατευθείαν στην ΟΝΕ. Οπως λέει ο συνεργάτης του κ. Τ. Χυτήρης, ύστερα από το 1989 και ειδικά μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού ο Α.Π. πίστευε ότι η Ευρώπη θα αναδειχθεί σε ένα ισχυρό κέντρο, σε έναν δεύτερο διεθνή πόλο έναντι της Αμερικής, και στήριζε πολλές ελπίδες στη συμβολή των σοσιαλιστών ηγετών Βίλι Μπραντ και Φρανσουά Μιτεράν. Ετσι, παρ’ όλο που ιδεολογικά δεν του πήγαινε το Μάαστριχτ, που το θεωρούσε συνθήκη γραμμένη από τραπεζίτες, πήρε από τότε την απόφαση να κάνει έργο της πολιτικής του την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και μετά την επιστροφή του ΠαΣοΚ στην εξουσία, τον Οκτώβριο του 1993, ανέθεσε το υπουργείο στον Γιώργο Γεννηματά, έναν πολιτικό που είχε την εκτίμηση των εργαζομένων αλλά και την εμπιστοσύνη των επιχειρηματιών και ο οποίος εγγυάτο την κοινωνική αποδοχή της αυστηρής οικονομικής πολιτικής που θα μας οδηγούσε στην ένταξη. Τον Απρίλιο του 1994 ο Α.Π. βρίσκεται σε επίσημη επίσκεψη στην Ουάσιγκτον και ο Γεννηματάς πεθαίνει στην Αθήνα. Ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας κ. Ι. Παπαντωνίου, που τον συνοδεύει, θυμάται ότι ένα βροχερό απόγευμα τον φώναξε ο Ανδρέας στη σουίτα του στο «Waldorf Astoria» και μία ώρα συζητούσε μαζί του για το μείγμα πολιτικής που θα μας οδηγήσει στην ΟΝΕ χωρίς όμως να κλονίσει την κοινωνική συνοχή. «Πρόεδρε» του είπε ο κ. Παπαντωνίου «μοιάζει λίγο με τετραγωνισμό του κύκλου, αλλά μπορεί να γίνει». «Με κοιτούσε όλη την ώρα διεισδυτικά» λέει ο ΥΠΕΘΟ, «μου έκανε ερωτήσεις και άκουγε χωρίς να σχολιάζει».


* «Εγώ θα σε στηρίξω»


«Οταν γυρίσαμε στην Αθήνα, στις 4 Μαΐου, με πήρε ο Αντώνης Λιβάνης και μου είπε ότι ο Πρόεδρος σκέπτεται να μου αναθέσει την ευθύνη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Πράγματι την επομένη με κάλεσε ο Ανδρέας και αφού μου το ανακοίνωσε, μου υπογράμμισε: «Στο υπουργείο σου θα έχεις ελεύθερα τα χέρια από εμένα. Θα εφαρμόσεις την πολιτική που πιστεύεις όπως μου την εξέθεσες και εγώ θα σε στηρίξω»».


Οπερ εγένετο, και ακριβώς εδώ βρισκόταν μια από τις μεγάλες αρετές του Ανδρέα. Στήριζε τους συνεργάτες του υπουργούς στην εφαρμογή της πολιτικής που είχε συμφωνήσει μαζί τους. Οπως το 1985 τον κ. Κ. Σημίτη, έτσι και το 1994 στήριξε τους κκ. Ι. Παπαντωνίου και Αλ. Παπαδόπουλο από όλους που μέσα στην κυβέρνηση και στο κόμμα αντιδρούσαν στην αυστηρή οικονομική πολιτική. Δεν τους άφησε ποτέ εκτεθειμένους για να διαφυλάξει κάποιες κακώς εννοούμενες πολιτικές και κομματικές ισορροπίες.