Κύριε Διευθυντά,
Στο φύλλο της Κυριακής 23/4/2017 της έγκριτης εφημερίδας σας δημοσιεύθηκε το άρθρο του κ. Νίκου Μπακουνάκη «Αρχείο Καβάφη». Επειδή το άρθρο αναφέρεται σε θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος αλλά, έμμεσα, και σ’ εμένα προσωπικά, σας παρακαλώ να δημοσιεύσετε την ακόλουθη απάντησή μου σε δύο μόνο σημεία του άρθρου του.
Είναι προφανές ότι ο κ. Μπ. γράφει όχι με την ιδιότητά του ως δημοσιογράφου αλλά ως άνθρωπος που οφείλει χάρη στο Ιδρυμα για την ερευνητική χορηγία που έχει δεχθεί από αυτό. Ετσι εξηγείται γιατί αναπαράγει άκριτα τους ισχυρισμούς του Ιδρύματος και, παραβαίνοντας τη βασική αρχή της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, δεν λαμβάνει υπόψη του (γιατί;) τα κείμενα που δημοσιεύθηκαν στο The Athens Review of Books (τχ. Απριλίου). Συγκεκριμένα, αναπαράγει τον ισχυρισμό του Ιδρύματος, όταν γράφει ότι «έχει ξεσπάσει πολεμική εναντίον του Ιδρύματος από επιστήμονες που ανήκαν στον κύκλο του Γ. Π. Σαββίδη».
Ομως τα πράγματα δεν είναι διόλου έτσι· ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Το Ιδρυμα (οικονομικά και πολιτικά ισχυρό) είναι αυτό που εξαπέλυσε αναίτια επίθεση εναντίον καταξιωμένων μελετητών του έργου του Καβάφη (δεν περιλαμβάνω τον εαυτό μου σε αυτούς)· είναι το Ιδρυμα που απέστειλε τις γνωστές προσβλητικές και, από κάθε άποψη, απαράδεκτες επιστολές, αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, να θέσουν υπό την κρίση του Ιδρύματος την επιστημονική τους εργασία. Είναι το Ιδρυμα που επιτέθηκε, με εξώδικη διαμαρτυρία (!), εναντίον των εκδόσεων University Studio Press και εναντίον του Μιχάλη Πιερή για τη δημοσίευση στο περιοδικό Κονδυλοφόρος του «Αναλυτικού και Ειδολογικού Καταλόγου του Αρχείου Καβάφη», συντάκτης του οποίου είναι ο Πιερής.
Οι θιγόμενοι έπραξαν το αυτονόητο: δημοσιοποίησαν, ως όφειλαν, τα ντοκουμέντα της επίθεσης που δέχθηκαν, και μάλιστα με καθυστέρηση, όταν το Ιδρυμα δεν ανακάλεσε τους προσβλητικούς ισχυρισμούς του και δεν απέσυρε τις απαράδεκτες απαιτήσεις του.
Ομως ο κ. Μπ. αντί, ως δημοσιογράφος, να κρίνει τις πράξεις του Ιδρύματος, μετέτρεψε τα θύματα σε θύτες και τον θύτη σε θύμα. Μάλιστα, αναπαράγει (επαυξημένο) και τον ψευδή ισχυρισμό του Ιδρύματος, όταν γράφει ότι «μερικοί» (sic!) από αυτούς που παίρνουν μέρος στην (δήθεν) «πολεμική» εναντίον του Ιδρύματος «έχουν δεχθεί χορηγίες του Ιδρύματος Ωνάση».
Οσον αφορά τη δική μου εμπλοκή, τον πληροφορώ ότι είμαι μέλος της Σ.Ε. και γραμματέας σύνταξης του Κονδυλοφόρου, του περιοδικού που δέχθηκε την επίθεση του Ιδρύματος. Εκ της θέσεώς μου, όφειλα να υπερασπιστώ το περιοδικό. Ελεγξα, λοιπόν, το Ιδρυμα, που δεν έπραξε το αυτονόητο: Να συντάξει και να αναρτήσει τον κατάλογο του Αρχείου μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα μετά την αγορά του. Ομως το Ιδρυμα, αφού επί τέσσερα και πλέον χρόνια έπαιζε κρυφτό με τον κατάλογο, μόλις τώρα (τον Απρίλιο του 2017) εδέησε να αναρτήσει έναν «προσωρινό» κατάλογο, κατά πολύ ατελέστερο από αυτόν που δημοσιεύθηκε στον Κονδυλοφόρο.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.

Χ. Λ. Καράογλου,
ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ.

Απάντηση συντάκτη:
Το άρθρο μου δεν ήταν απάντηση στα κείμενα που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό TARB. Με αφορμή την αντιπαράθεση αναφέρθηκα σε δύο βασικά ζητήματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση του Αρχείου Καβάφη και οποιουδήποτε αρχείου: 1) Αν υπάρχει προσβασιμότητα. 2) Ποιος έχει δικαίωμα να συντάξει τον κατάλογο ενός αρχείου. Για μένα αυτά είναι τα ερευνητικά θέματα. Ολα τα άλλα είναι πολιτική, εσωστρεφής φιλολογία που δεν ενδιαφέρει κανέναν. Εγραψα άρθρο, δεν έκανα ρεπορτάζ. Είπα, λοιπόν, τη γνώμη μου. Ο κ. Καράογλου γνωρίζει από διάκριση ειδών. Και επειδή σέβομαι τη δεοντολογία, δήλωσα ευθύς εξ αρχής, στο ίδιο το άρθρο, ότι έχω δεχθεί ερευνητική χορηγία από το Ιδρυμα Ωνάση, όπως εκατοντάδες ακαδημαϊκοί, και ότι είμαι (άμισθος) αξιολογητής φακέλων για υποτροφίες που δίνει το Ιδρυμα σε φοιτητές, όπως κάνουν δεκάδες άλλοι συνάδελφοί μου. Ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης διαβάζει όλα τα στοιχεία.

Νίκος Μπακουνάκης, δημοσιογράφος – καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ