Διάβαζε, μου ’λεγαν.Διάβαζε να μη γίνεις αμόρφωτος, απαίδευτος.Μου το ’λεγαν οι γονείς μου, οι παππουδογιαγιάδες μου, η αδερφή μου.Όμως τελικά άκουσα το ένστικτό μου και διάβασα.Διάβαζα στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο, στο Λύκειο, στο πανεπιστήμιο, στο λεωφορείο, στο μετρό.Ύστερα όμως έμεινε συνήθεια.Άνοιγα κι άλλα βιβλία, πέρα απ’ αυτά που υπαγόρευε το αξιοσέβαστο Υπουργείο Παιδείας.Λογοτεχνία του Βενέζη, δοκίμια του Παπανούτσου, ποιήματα του Ελύτη.Είχα την τύχη οι περισσότεροί μου φίλοι να έχουν το ίδιο «κουσούρι» με μένα.
Μετά το διάβασμα μάς μαθαίνουν ότι έρχεται η εξέταση. Εξέταση στο Δημοτικό, εξέταση στο Γυμνάσιο, εξέταση στο Λύκειο, εξέταση στο Πανεπιστήμιο (ή στα πανεπιστήμια, αναλόγως πόσα μεταπτυχιακά ή διδακτορικά έχει κανείς). Και εξέταση στη ζωή.Και εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις περάσει όλα με το πλατύ χαμόγελο της ικανοποίησης να σε «καρφώνει» μπροστά στους περαστικούς, γνωστούς, φίλους και συγγενείς, μένεις μετεξεταστέος.Γιατί, ενώ έμαθες στα βιβλία ότι το κράτος σε υπηρετεί, αντ’ αυτού σε διώκει. Γιατί, ενώ κάπου πήρε το μάτι σου ότι οι εκλεγμένοι βουλευτές σε αντιπροσωπεύουν, τελικά σε διαπομπεύουν.Και δίνεις ξανά εξετάσεις.Στο ίδιο μάθημα.
Εν τω μεταξύ η ύλη αυξάνεται και οι εξεταστές γίνονται πιο επικίνδυνοι, καθώς εσύ γνωρίζεις περισσότερα από εκείνους (που σε κυβερνούν).Αναγκάζονται να σε ρωτούν πράγματα εκτός ύλης, που απαιτούν μια γενική μόρφωση, την οποία εκουσίως δεν σου παρείχαν, για να μην μπορέσεις να αντιδράσεις, όταν έρθει η στιγμή.Και ενώ ο Παύλος, η Μίνα και άλλοι δυο – τρεις μας μπορούμε να βροντοφωνάξουμε όχι, έρχεται ο Γιάννης, ο Μιχάλης, η Ελένη, η Μαρίνα, ο Αριστείδης, ο Ιάκωβος, ο Τάσος, η Μαρία, η Ελισάβετ και ο Μανούσος και πατάνε το φρένο και μας κόβουν. Γιατί;Διότι διάβασαν μόνο τη διδακτέα ύλη και δεν μπορούν να απαντήσουν παρακάτω. Μιλάω αλληγορικά, γιατί μας απαντούν «αλιγατόρικα», με κροκοδείλια δάκρυα.
Ξέρετε, μία πρόταση αλλάζει νόημα με το «δεν» και ένας αριθμός αλλάζει τιμή με το «πλην».
Το πρόσημο της χώρας το βάζουμε εμείς και δυστυχώς αυτό ακόμη δεν το έχουμε καταλάβει. «Η Ελλάδα μπορεί και θα τα καταφέρει», «Εμείς θα σώσουμε την Ελλάδα» κ.ο.κ. Τι θα γινόταν αν έλεγε κάποιος στη Βουλή των Ελλήνων «η Ελλάδα δεν μπορεί να τα καταφέρει» ή «Εμείς δεν θα σώσουμε την Ελλάδα»; Θα μιλούσε ειρωνικά; Περιπαιχτικά; Ή απλώς θα έλεγε την αλήθεια; Τι θα εκτιμούσε τότε ο πλανημένος από την έτοιμη τροφή κόσμος; Θα ξυπνούσαμε; Ίσως οι ερωτήσεις θεωρηθούν ρητορικές.
Στην αρχαία φιλοσοφία κάποιοι τύποι – νομίζω Πλάτωνας, Σωκράτης, Αριστοτέλης τους έλεγαν – αναζητούσαν συνεχώς την αλήθεια. Λογομαχούσαν σε έντονο βαθμό μάλιστα, όταν κανείς προσπαθούσε να τους αποσπάσει από το στόχο τους και να τους ξεγελάσει.Στη μοντέρνα φιλοσοφία κάποιοι άλλοι τύποι προσπαθούν να κρύψουν την αλήθεια, να βγάλουν απ’ την διδακτέα ύλη κάθετί που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους και να τους εξασθενίσει.Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από την παιδεία. Γιατί ψηφίζονταν μόνο οι ίδιοι εδώ και χρόνια; Διότι δεν είχαμε μάθει να κρίνουμε. Όταν, λοιπόν, αποκαλύφθηκε και το υπόλοιπο παγόβουνο, πέρα από την κορυφή του, τότε εκστασιαστήκαμε! Δεν το περιμέναμε! Εξ ου και η εκδικητική ψήφος πλέον σε κομματικό σχηματισμό με πλήρη έλλειψη τρόπων και έλλειψη παιδείας.
Όμως δεν φταίνε αυτοί, γιατί δεν τους διδαχτήκαμε. Δεν ήταν στα «sos».Δεν μπορούσαμε να τους αντιμετωπίσουμε έγκαιρα, διότι τα προήγουμενα ψηφοδέλτιά μας ήταν έγκυρα…Και έτσι δημιουργούνται πλέον νέες θεωρίες: εκείνη «των υπανθρώπων», της μισαλλοδοξίας, «των άκρων»…Πενία ιδεών τέχνας κατεργάζεται. Τώρα που το σκέφτομαι, καλύτερα που δε ζει ο Πλάτωνας στις μέρες μας. Θα απογοητευόταν από την πλήρη αδιαφορία που θα του έδειχναν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, καθώς το μοναδικό κανάλι που ίσως τον καλούσε για συνέντευξη θα ήταν η δημόσια τηλεόραση (ερτ με άλλο όνομα δηλαδή).Ο μισός κόσμος θα τον έλεγε κομμουνιστή και ο άλλος μισός φασίστα.Επομένως, κατά μία άποψη, είναι τυχερός που δεν γεννήθηκε στην εποχή μας.
Διάβαζε μου ’λεγαν… To έκανα. Κι ύστερα σιωπή.

* Δικηγόρος Αθηνών, LL.M. HU Berlin