Εμπρός στην αναμέτρηση με τη λευκή κόλλα και το δοθέν θέμα, νιώθω απελπιστικά ανήμπορη. Ψαχουλεύω νευρικά με το χέρι το χαρτί με τα επιρρήματα που φτιάχνουν μια εισαγωγική περίοδο, δωράκι ενός δασκάλου. Σ’ένα πάκο από φύλλα, το βρίσκω με ανακούφιση, νιώθοντας πια έτοιμη να ξεκινήσω με ένα ακαδημαικά αμφίβολο ‘κατ’αρχάς’, να συνεχίσω με ένα ημιθανές, αντιλυρικό ‘επιπροσθέτως’, φτάνοντας κάποτε στη συγγραφική κορύφωση με ένα άσχημο και προβληματικό ΄παρ’όλα αυτά.

Κατ’αρχάς δυσκολεύομαι. Εξαρχής δηλώνω το θαυμασμό μου προς αυτό που λέμε κριτική σκέψη, αλλά δεν ξέρω πώς και γιατί να ομολογήσω την πίστη μου. Θυμάμαι έναν καθηγητή που μιλούσε για τη σοφία της ετυμολογίας, έναν ιστορικό μηχανισμό που δεν εγκαταλείπει ποτέ τους Έλληνες, είτε είναι αρχαίοι είτε είναι μοντέρνοι. Η μελέτη της λέξης, της μονάδας του λόγου, έλεγε, κρύβει θησαυρούς. Αρκεί να ενσκύψει κανείς, και να εξετάσει τη ρίζα και τη σημασία, με καθαρό νου.

Κριτική σκέψη, λοιπόν. Κριτική, κριτικός. Κρίνω, κρίση. Η ορθή εκτίμηση. Το ουσιαστικό φαίνεται να’ναι του συρμού τελευταία, ο καθείς γνωρίζει για την ‘ελληνική κρίση’, εγχώριος ή διεθνής. Δισημία λέξης (αν όχι τρισημία και βάλε). Νιώθω πως εν έτει 2012, στην ελληνική πόλη της Θεσσαλονίκης, δεν μπορώ να γράψω μια έκθεση που να αναφέρεται στην μια κρίση δίχως να μιλήσω για την άλλη, αυτή που μας ταλανίζει. Ένα το κρατούμενο. Έπειτα, σκέψη. Η εξέταση, ο στοχασμός. Παραγωγή έργου με εργαλεία τη σύνθεση και την ανάλυση – εξίσου σημαντικές αρετές λόγου και συλλογισμού.

Ακολουθώντας μια υποτυπωδώς λογική σειρά, πιάνω τώρα να γυρέψω τις εφαρμογές της σκέψης στο σχολείο μου, και στην καθημερινότητά μου. Ξυπνώ. Τανιέμαι. Φτάνω κάποτε στο σχολείο. Επιτέλους: γεωγραφία, χωρική διαρρύθμιση με σκοπό τη λειτουργία της σκέψης! Λογοτεχνία, μαθηματικά, εικαστικά… Καθώς τοποθετώ απόψε τους λίγους συλλογισμούς μου σε λέξεις (βασικότατη λειτουργία, να συνιστάται), σαν να διαπιστώνω πως η φράση που τόση ώρα αναλύω υποπίπτει στο γλωσσικό σφάλμα του πλεονασμού.

Μα πώς! Μια φράση χιλιοειπωμένη από στόματα ακαδημαικά; Λανθασμένη; Πλεονασμός επί τη ευκαιρία, σημαίνει την έκφραση ενός νοήματος με περισσότερες λέξεις απ’όσες χρειάζονται. Σαν το ‘από ανέκαθεν’, ή το συχνό ‘επαναλαμβάνω ξανά’ (σωστό μόνο στην περίπτωση που επανάληψη έχει ήδη γίνει άπαξ). Πράγματι, πλεονάζει η φράση που δόθηκε προς ανάπτυξη. Η σκέψη θα πρέπει να’ναι κριτική – θα πρέπει να μην γίνεται να μην είναι κριτική. Θα πρέπει απλούστατα να μην γίνεται, να μην καμώνεται ως μη κριτική.

Η σκέψη είναι κρίση. Kαι για να τεκμηριώσω, καθώς μάλιστα ζητείται από το προβληματικό, καθώς αποδεικνύεται, θέμα της έκθεσης. Συστηματικά και συστημικά ξεμαθαίνουμε τις πρώτες έννοιες των λέξεων αφού χρειάζεται τώρα να επαναπροσδιορίσουμε τη βασικότατη όλων ‘σκέψη’, κι έτσι ξεμαθαίνουμε την εμπιστοσύνη ως προς τη πρώτη σοφία και νοηματική γενναιοδωρία που αυτές φέρουν.

Συστηματικά και συστημικά ξεμαθαίνουμε να σκεπτόμαστε. Ξεμαθαίνουμε να φανταζόμαστε (τι άλλο, λέει ο Ελύτης, είναι η νιότη παρά ισχύς φαντασίας!). Ξεμαθαίνουμε τι θα πει ελευθερία. Χειρότερο απ’όλα: ξεμαθαίνουμε να μας λείπει η ελευθερία, και δεν της αξίζει πια ούτε ένα νοσταλγικό ατένισμα. ‘Τότε’, να σηκώσει το χέρι και να πει ένας συμμαθητής μου, ‘που αμφισβητούσαμε το κάθετι. Κι έπειτα συζητούσαμε’. Αυτό θα πει επανάσταση.

Εν κατακλείδι, επιτρέψτε μου μια θυμωμένη και, αν είμαι τυχερή, εντυπωσιακή αθυροστομία: τι στο διάβολο έμαθα έξι χρόνια στο γυμνάσιο και λύκειο πέρα από τρεις άχρηστους τύπους του χρόνια τώρα πεθαμένου ‘ειμί, και τι στην ευχή θα κάνω σήμερα με την τρομαγμένα αποστηθισμένη τρίτη παράγραφο του τρίτου κεφαλαίου της ιστορίας; Φοβάμαι πως θα περάσει η κρίση που ζούμε, όπου δίνεται η έξοχη ευκαιρία για ενδοσκόπηση κι αυτοκριτική, για αναδημιουργία (προς θεού, όχι ισλαμοφοβική Δημιουργία Ξανά) και μια αξιολόγηση άξια κι εκ των έσω δεν θα έχει πραγματοποιηθεί- ούτε για δείγμα. Απομένει κάποια μέρα της Κρίσεως.

Μέχρι τότε επαφίεμαι στην κρίση σας, συμμαθητές και καθηγητές μου. Και μην με λογοκρίνετε.