Η συμβατική σοφία υποδεικνύει τη σύγκρουση της ελευθερίας του λόγου με τη θρησκευτική ελευθερία. Και με αυτό το δεδομένο κρίνονται υποθέσεις όπως του «γέροντος Παστίτσιου» ή του βίντεο «Αθωότητα των Μουσουλμάνων». Πώς ακριβώς όμως πλήττεται η θρησκευτική ελευθερία από την ελευθερία του λόγου, έστω και στην πιο ακραία μορφή της τελευταίας;

Είναι δυσνόητος ο υποτιθέμενος τρόπος με τον οποίο κάποιος είναι λιγότερο ελεύθερος στην εκδήλωση των θρησκευτικών του πεποιθήσεων όταν κάποιος άλλος εκφράζει την –οποιαδήποτε- κριτική ή σάτιρά του.Είναι, από την άλλη πλευρά, εμφανές, πώς είναι λιγότερο ελεύθερος να εκφραστεί κάποιος, όταν ορισμένα ζητήματα είναι υπεράνω κριτικής και σχολιασμού, επειδή κατά τη γνώμη μίας ομάδας ανθρώπων συνιστούν θεόδοτες αλήθειες.

Για να στοιχειοθετηθεί «κακόβουλη βλασφημία» σύμφωνα με τον ισχύοντα Ποινικό Κώδικα (άρθρο 198, παρ. 2), αρκεί κάποιος να εκφράσει «έλλειψη σεβασμού προς τα θεία με βλασφημία». Ιδιαίτερα υπό το φως της πρόσφατης εφαρμογής της διάταξης, η εκδήλωση της έλλειψης σεβασμού προς τα θεία φαίνεται να συνοδεύεται σχεδόν εξ ορισμού από βλασφημία. Θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο ότι η ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων περιλαμβάνει και την ελευθερία της έλλειψης θρησκευτικών πεποιθήσεων και τις συνακόλουθες εγγυήσεις στο επίπεδο της εκδήλωσής αυτής.

Κανένας επιστήμονας δεν ζήτησε τη σύλληψη του Μητροπολίτη Πειραιώς, όταν «σατίριζε» (παραληρών) την ανακάλυψη του μποζονίου του Χιγκς, με ευθέως προσβλητικά σχόλια για όσους πιστεύουν κάτι τόσο …εξωφρενικό και ηλίθιο. Άλλωστε, οι πληγωμένοι ζηλωτές μπορούν να παρηγορηθούν από την αιώνια τιμωρία που περιμένει τους απίστους, όταν αρχίσει το πραγματικό πανηγύρι, στις αβύσσους της κόλασης. Ο αγαθός πατήρ θα αποδώσει έτσι δικαιοσύνη στους αντιφρονούντες. Ή, ακόμη καλύτερα, μπορεί να παρέμβει σε αυτό τον κόσμο, όπως συχνότατα φαίνεται να πράττει μέσω των θαυμάτων του Παϊσίου και όχι μόνο.

Καλώς πράττει η Χρυσή Αυγή να ζητά την εφαρμογή των νόμων περί εξύβρισης, αφού συνιστούν προστάγματα της ελληνικής πολιτείας. Υπεύθυνη είναι κάθε πλειοψηφία του ελληνικού Κοινοβουλίου που έχει επιτρέψει την ύπαρξη αυτών των νόμων. Και είτε πρόκειται για την επιλεκτική εφαρμογή τους όταν θίγεται ο εις πραγματικός θεός των Ορθοδόξων είτε για την καθολική εφαρμογή τους, τέτοια αποκρουστικά κατάλοιπα πρέπει να απομακρυνθούν από την ελληνική έννομη τάξη.

Ποιο είναι το έννομο αγαθό που θίγεται, ώστε να στοιχειοθετείται έγκλημα; Τα συναισθήματα της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΧΑ; Φαντάζομαι ότι η «λογική» απάντηση θα ήταν «το θρησκευτικό συναίσθημα των πιστών». Διαφωνία και αμφισβήτηση δεν προκρίνονται ως εγκληματικές συμπεριφορές σε ελεύθερες κοινωνίες.

Είναι καιρός όλοι να αναγνωρίσουν πως καμία θέση και κανένα «πιστεύω» δεν είναι δυνατόν να καθιστά παράνομη την κριτική, τη σάτιρα ακόμη και την κοροϊδία. Η απάντηση σε λόγο κακής ποιότητας οφείλει να είναι λόγος καλύτερης ποιότητας. Και αν κάποιος προσβληθεί προσωπικώς, υφίστανται οι γενικοί νόμοι. Όποιος διαφωνεί, οφείλει να παραδεχτεί πως ζητά ειδική μεταχείριση. Και τότε, δημοκρατικά, μπορούμε να συζητήσουμε αν θέλουμε να παραχωρήσουμε τέτοια ειδική μεταχείριση.

Φοιτητής Νομικής

john.parad@gmail.com