Από τον Γκ. Μπράουν και τον Χοσέ Θαπατέρο μέχρι τον Γ. Παπανδρέου και τον Νικολά Σαρκοζί, η πλειονότητα των ηγετών του σύγχρονου κόσμου φεύγουν από την εξουσία με την στάμπα του αποτυχημένου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Φταίει η πολυπλοκότητα των προβλημάτων ή μήπως οι αργοί ρυθμοί της δημοκρατίας μας; Φταίει το κράτος με τους περιορισμούς που θέτει στα άτομα; Και ήταν πάντοτε έτσι ή μήπως απλά οι σύγχρονοι ηγέτες αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων;

«Η ανθρώπινη ιστορία μετράει περίπου 6.000 χρόνια αποτυχημένων διακυβερνήσεων» έγραφε 9 χρόνια πριν η Dorothy Anne Seese στον “Federal Observer“. «Οι άνθρωποι δοκίμασαν τα πάντα για να βρουν ένα σύστημα που να “δουλεύει” για την ικανοποίηση του λαού. Κι όμως οι ηγέτες δεν είναι ικανοποιημένοι ποτέ με την συνεχώς αυξανόμενη δύναμή τους ενώ οι πολίτες δεν ικανοποιούνται αν πρέπει να είναι συμμετοχικοί και να εργαστούν για τη διατήρηση των ελευθεριών που έχουν» τονίζει.

Η κυβέρνηση ως προσωποποίηση του (αναγκαίου) κακού

Καταρχάς η έννοια της «εξουσίας» είναι φορτισμένη με αρνητικές συνεκδοχές για τους πολίτες. Σύμφωνα με τον Vincent Ostrom, καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο της Ιντιάνα, «η φύση της κυβέρνησης περιλαμβάνει τη νόμιμη χρήση της δύναμης (force) στον καθορισμό των ανθρώπινων σχέσεων». Αλλά «η χρήση της δύναμης στις ανθρώπινες σχέσεις είναι εκ φύσεως κάτι κακό».

Για τον Ostrom «τα όργανα του κακού» (δηλ. η νόμιμη χρήση της δύναμης από πλευράς κράτους) είναι η αναγκαία συνθήκη για την πραγματοποίηση του κοινού καλού. Αυτό, δηλαδή, που υποστήριζε ο Hobbs στη θεωρία της κυβερνητικής οργάνωσης. «Χωρίς κανόνες ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κυβερνητικής οργάνωσης οι άνθρωποι θα βρεθούν σε μια κατάσταση πολέμου όπου κάθε άτομο θα αντιμάχεται τους υπόλοιπους».

Με λίγα λόγια οι κοινωνίες αποφάσισαν να εκχωρήσουν το δικαίωμα της νόμιμης χρήσης της δύναμης στο κράτος, το οποίο θεσπίζει κανόνες και φροντίζει για την εφαρμογή τους έτσι ώστε να μην προκύψει χάος στην κοινωνία. Όμως η κυβέρνηση ως φορέας αυτής της εξουσίας, γίνεται de facto αντιδημοφιλής.

Ο John Stossel πάει αυτόν τον συλλογισμό λίγο παραπέρα τονίζοντας παράλληλα την εγγενή αντιφατικότητά του. Τελικά, υποστηρίζει στο τελευταίο του βιβλίο ο φιλελεύθερος δημοσιογράφος, η ανάμειξη του κράτους πέρα από ένα σημείο δε μας είναι απλά δυσάρεστη αλλά κάνει περισσότερο κακό παρά καλό. Πλείστοι όσοι κρατικοί περιορισμοί, λέει ο Stossel (ποινικοποίηση των ναρκωτικών, υψηλές αμυντικές δαπάνες, περιορισμοί στην ελευθερία του λόγου) σε συνδυασμό με ιδέες – ταμπού τις κοινωνίας τις οποίες οι κυβερνήσεις υπηρετούν (π.χ. ότι οι εργατικές ενώσεις προστατεύουν τους εργάτες) οδηγούν μια κυβέρνηση στην αποτυχία. Εν τέλει τα άτομα θα μπορούσαν να χειριστούν καλύτερα τα ζητήματα τους χωρίς την κρατική παρέμβαση.

Ηγεσία

Αν λοιπόν η ανάμειξη του κράτους είναι λίγο πολύ αποδεκτή στο σύγχρονο κόσμο και απλά διαφωνούμε για το εύρος της, αναπόφευκτα φτάνουμε στον παράγοντα με τη μεγαλύτερη για πολλούς επίδραση στην επιτυχία ή αποτυχία μιας κυβέρνησης: την προσωπικότητα του ηγέτη.

Ένας ηγέτης γίνεται αξιοκαταφρόνητος, αναφέρει ο Machiavelli στον «Ηγεμόνα», όταν «θεωρείται ασταθής, επιπόλαιος, μαλθακός, λιγόψυχος και αναποφάσιστος». Ο ηγέτης πρέπει να υποστηρίζει τις επιλογές του, όχι όμως με δογματισμό. Πρέπει να επιλέγει τους πιο άξιους, για δύο λόγους: Πρώτον, αυτό είναι το πρώτο πεδίο στο οποίο κρίνεται η ευφυΐα του: από το ποιοι τον περιτριγυρίζουν. Και δεύτερον, διότι από την επιλογή των στελεχών εξαρτάται εν πολλοίς η επιτυχία του κυβερνητικού έργου.

Οι θεσμοί ως «μαξιλαράκι ασφαλείας»

Κι όμως όλο και συχνότερα βλέπουμε ηγέτες που τη μια μέρα χαίρουν υψηλής εκτίμησης και την άλλη καταστρέφονται. Οφείλεται μήπως αυτό στις προσδοκίες που δημιουργούν προεκλογικά, αλλά όντας ανακόλουθοι μετεκλογικά δεν μπορούν να υποστηρίξουν; Μπορεί. Για τον Machiavelli αυτό οφείλεται περισσότερο στην έλλειψη πρόνοιας και προνοητικότητας από την πλευρά των ηγετών. «Τίποτα δεν εμποδίζει τους ανθρώπους όταν οι καιροί είναι ήρεμοι να προνοούν και να φτιάχνουν προχώματα και φράγματα. (…) Η τύχη δείχνει την δύναμή της όπου δεν υπάρχει ικανότητα οργανωμένη να της αντιταχθεί» σημειώνει.

Αυτό το «μαξιλαράκι ασφαλείας» που αναφέρει κωδικοποιημένα ως «πρόνοια» ο Μακιαβέλι, στο σύγχρονο δυτικό κόσμο εμφανίζεται με τη μορφή των θεσμών. Είναι κατά κάποιο τρόπο η θεωρία του Hobbs που αναφέραμε νωρίτερα αλλά κατά τι «εκμοντερνισμένη».

Στο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» ο οικονομολόγος του ΜΙΤ Ντ. Ατζέμογλου και ο Πολ. Επιστήμονας του Harvard Τζ. Ρόμπινσον αναφέρονται στους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς που εξασφαλίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και της ασφάλειας, δίνοντας παράλληλα ευκαιρίες στους πολίτες να καινοτομήσουν. «Oι χώρες διαπρέπουν όταν δημιουργούν πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς που αποδεσμεύουν, ενισχύουν και προστατεύουν το πλήρες δυναμικό του κάθε πολίτη να καινοτομεί, να επενδύει και να αναπτύσσεται» (creative destruction). Αποτυγχάνουν, όταν αυτοί οι θεσμοί λειτουργούν συγκεντρωτικά, προς όφελος των ολίγων («Τα Νέα», 3/3/12).

Η ανθρώπινη φύση

Συχνά, όμως, τείνουμε να υποτιμούμε το κατά Hobbes παράδοξο της ανθρώπινης φύσης: Οι ανθρώπινες πολιτείες είναι αντικείμενα και οι άνθρωποι είναι ταυτόχρονα το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένες αλλά και οι τεχνίτες που τις δημιουργούν και τις οργανώνουν. Κι όπως αναφέρει ο καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο St. Lawrence, Steven Horwitz συχνά παίρνουμε ως δεδομένο «ότι οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες είναι ανιδιοτελείς και ενδιαφέρονται μόνο για να κάνουν το καλύτερο δυνατό. Στην πραγματικότητα όμως γνωρίζουμε ότι οι πολιτικοί συχνά ενεργούν για το ατομικό τους συμφέρον».

Τελικά δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι οι άνθρωποι βάζουν πολλές φορές το ατομικό πάνω από το γενικό συμφέρον. Συχνά υπάρχουν υστερόβουλα κίνητρα, αλλά ακόμα συχνότερα πρόκειται για αντανακλαστική αντίδραση, τίποτα το παράξενο και κακόβουλο: Οι πολιτικοί, λέει ο Horwitz, όταν αντιληφθούν πόσο δύσκολο και πολύπλοκο είναι να πετύχουν αυτό που ορίζεται ως δημόσιο συμφέρον εξαντλούν την ενέργεια και τη φαντασία τους στην προσπάθεια τους να επανεκλεγούν. Έτσι προχωρούν σε παροχές ενώ κρατούν χαμηλά τη φορολογία και οδηγούνται σε μεγάλα ελλείμματα πιθανότατα χωρίς να έχουν καν αυτήν την πρόθεση.

Για τον Henry Mintzberg, διεθνώς αναγνωρισμένο καθηγητή Μάνατζμεντ στο πανεπιστήμιο McGill του Μόντρεαλ, σε όλα τα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και το γεγονός ότι αξίες τις διοίκησης και του μάνατζμεντ δεν βρίσκουν συχνά εφαρμογή στον χώρο της πολιτικής. Οι τεχνικά όχι παράνομες αθρόες προσλήψεις – αντικαταστάσεις στις οποίες προχωρούν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, έχουν ως στόχο τον πολιτικό έλεγχο της δημόσιας διοίκησης. Όμως, τελικά οδηγούν σε μια μεγάλη δυσλειτουργία και στην συνακόλουθη ασυνέχεια του κράτους, που δημιουργεί πάμπολλα προβλήματα λειτουργικότητας στον κρατικό μηχανισμό.

Η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης αντανακλάται και στην πολυπλοκότητα των προβλημάτων που καθορίζουν την μοίρα μιας κυβέρνησης. Στα παραπάνω πρέπει να συνυπολογιστεί και η ανθρώπινη αδυναμία της εύκολης και βιαστικής κριτικής των κακώς κειμένων. Όμως όσο γρήγορα φαίνονται τα άσχημα μιας πολιτικής, τόσο χρόνο θέλουμε για να δούμε τα καλά της. Και βέβαια η δημοκρατία έχει του δικούς της ρυθμούς –διαβουλεύσεις, ανεξάρτητες αρχές κοκ. που τρενάρουν τις διαδικασίες για να εξασφαλίσουν τον εσωτερικό έλεγχο και ενδεχομένως δοκιμάζουν τις αντοχές των πολιτών.

Υπό αυτό το πρίσμα στέκομαι σε μια άλλη αποστροφή του λόγου του Mintzberg, που δίνει έμφαση στο πως διάκεινται οι κοινωνίες απέναντι σ’ αυτό που αντιπροσωπεύει η έννοια της «δημόσιας υπηρεσίας». «Οι κοινωνίες έχουν τις δημόσιες υπηρεσίες που αναμένουν. Αν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι έχουν μια γραφειοκρατική κυβέρνηση έτσι θα είναι! Αν αντιθέτως αναγνωρίζουν τις δημόσιες υπηρεσίες ως κάτι ευγενές θα καταλήξουν να έχουν μια ισχυρή κυβέρνηση».

Στις κοινωνίες όπου οι θεσμοί λειτουργούν όπως πρέπει, εξασφαλίζοντας τη συνέχεια του κράτους, τον έλεγχο της εξουσίας και την εφαρμογή των κανόνων και που οι πολίτες έχουν μια σχετική επίγνωση του τι είναι εφικτό και τι όχι, η επιτυχία γίνεται πιο εύκολη υπόθεση, έστω και αν δεν βγαίνουν κάθε μέρα Churchill και Roosevelt. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτό που είχε πει κάποτε ο αμερικανός οικονομολόγος John Kenneth Galbraith, ότι «η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού, είναι η επιλογή ανάμεσα στο καταστροφικό και το δυσάρεστό». Και τα όρια μεταξύ των δύο πολλές φορές είναι δυσδιάκριτα…

* Κάτοχος Μεταπτυχιακού (MSc) στο Μάνατζμεντ από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης και απόφοιτος Δημοσιογραφίας με υποτροφία από το ΙΕΚ Ακμή.

Info:

  • John Stossel, “No they can’t: Why Governments Fail – But Individuals Succeed”, Threshold Editions.
  • Steven Horwitz, Two Structural Reasons Why Government Fails, The Freeman Online, 27.05.10
  • Henry Mintzberg, ‘Managing Government, Governing Management’, Harvard Business Review, May 1996.
  • 5. Vincent Ostrom, καθ. Πολιτικών Επιστημών, ‘The Theory of Public Choice – II’, 6/1984
  • Νικολό Μακιαβέλι, ‘Ο Ηγεμών’, εκδ. Πατάκη, 2007