Από την αρχή αυτής της κρίσης, στη σκέψη πολλών γεννήθηκαν συνειρμοί με την ιστορική περίοδο της «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης», το πρώτο, σχετικά βραχύβιο (1919-1933) πείραμα της Γερμανίας με τη δημοκρατία μετά την ήττα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Μια δημοκρατία που καταλύθηκε de facto με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία.

Οι συνειρμοί αυτοί δεν είναι αδικαιολόγητοι, αν σκεφτεί κανείς μερικά κοινά χαρακτηριστικά: ακραία οικονομική ύφεση, καλπάζουσα ανεργία και συνθήκες αυξανόμενης εξαθλίωσης των πολιτών, στοχοποίηση –στα όρια της δαιμονοποίησης- εκ μέρους των υπολοίπων ευρωπαϊκών λαών, αίσθημα ήττας και εθνικής ταπείνωσης, εσωτερική αναρχία με ανεξέλεγκτη δράση ακραίων ομάδων του κοινωνικού και πολιτικού περιθωρίου, κατακόρυφα αυξανόμενη εγκληματικότητα… Ακόμα και η συγκυριακή οικονομική δυσπραγία της υπερατλαντικής υπερδύναμης, της μόνης χώρας που έδειχνε κάποιες «φιλικές» διαθέσεις προς το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης!

Στην παγίδα του «συνδρόμου της Βαϊμάρης» έπεσα κι ο ίδιος, όπως φανερώνει ένα προηγούμενο άρθρο μου: «Πόσο απέχουν λίγα εκατοστά στο χάρτη;» (https://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=451969) Διατύπωσα, τότε, ανοιχτά τον φόβο ότι, όπως το ναζιστικό κόμμα εκμεταλλεύτηκε τις αδυναμίες της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης για να την καταλύσει, έτσι και κάποιοι σύγχρονοι εγχώριοι υπερεθνικιστές, θαυμαστές αναφανδόν των ναζί, θα μπορούσαν υπό τις παρούσες ακραίες περιστάσεις να προκαλέσουν ρωγμές –ίσως ακόμα και θανάσιμο τραυματισμό- στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας…

Ίσως θα ‘πρεπε να αισθάνομαι δικαιωμένος για τους φόβους μου μετά το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα και τις απρόσμενα υψηλές επιδόσεις κάποιων ακραίων «πολιτικών» σχηματισμών… Εν τούτοις, αρχίζω σιγά-σιγά να συνειδητοποιώ πως η φωτιά δεν βρίσκεται απαραίτητα εκεί (ή τουλάχιστον, μόνο εκεί) απ’ όπου έρχεται ο καπνός! Γιατί, όλοι εμείς που διαλογιστήκαμε πάνω στους «προφανείς» συσχετισμούς με τη Βαϊμάρη, δεν λάβαμε υπόψη και κάποιες πολύ σημαντικές διαφορές: το γεγονός, π.χ., ότι η Γερμανία, αν και ηττημένη στον Μεγάλο Πόλεμο, παρέμενε βιομηχανική δύναμη με σημαντικό φυσικό πλούτο (πράγμα που βοήθησε τους ναζί στην εξαγορά συνειδήσεων μέσω ανόρθωσης της οικονομίας και καταπολέμησης του εφιάλτη της ανεργίας) αλλά και την αναμφισβήτητη αλήθεια ότι η δημοκρατία στη σημερινή Ελλάδα –σε αντίθεση με το ασταθές νεαρό, τότε, πολίτευμα της Βαϊμάρης- είναι καλά παγιωμένη και διαθέτει όλους τους αυτοσυντηρητικούς μηχανισμούς που απαιτούνται ώστε να μην κινδυνεύει από τους αρνητές της, ακόμα και τους ευρισκόμενους εντός του συμβολικού χώρου του κοινοβουλίου (και είναι σίγουρα περισσότεροι του ενός!).

Όμως, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, το πολίτευμα απειλείται από τις ίδιες του τις εσωτερικές παθογένειες, εκείνες τις καταστροφικές νοοτροπίες και συμπεριφορές, δηλαδή, που αναδύονται μέσα από καθαρά δημοκρατικές διαδικασίες. Ακούγοντας αυτές τις μέρες στα κανάλια τον πολιτικά οξύ (στα όρια του ιταμού), προκλητικά αλαζονικό, αυτάρεσκα εγωπαθή, επικίνδυνα ανεύθυνο, και σαγηνευτικά –για τους δεινοπαθούντες πολίτες- λαϊκιστικό λόγο των οιονεί «νικητών» της πρόσφατης εκλογικής αναμέτρησης, αρχίζω να διακρίνω το φάντασμα μιας νέας απειλής για την οποία το πολίτευμα δεν έχει αντίδοτο, αφού αυτή είναι γέννημα-θρέμμα της ίδιας της λαϊκής βούλησης και, ως εκ τούτου, αποτελεί ιερή θεσμική επιταγή και απαράβατη εντολή εθνικής πορείας…

Αρχίζει σιγά-σιγά να αποκαλύπτεται ότι το φαινομενικά α-πολιτικό κίνημα των «αγανακτισμένων» είχε κομματική υποδαύλιση και οδήγησε σε σημαντική εκλογική κεφαλαιοποίηση… Αρχίζει επίσης να αχνοφαίνεται η κυνική, αλαζονική μορφή νέων καιροσκόπων δημαγωγών που συγκεντρώνουν όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά –αλλά δυστυχώς μόνο αυτά- των αρχιερέων του δικομματισμού, παλιών και νεότερων… Και αρχίζει να παγιώνεται η αίσθηση ότι κάποιοι προετοίμασαν μεθοδικά την ανάδειξη αυτών των μορφών σε επικυρίαρχες προσωπικότητες της πολιτικής σκηνής, έστω κι αν η επικυριαρχία αυτή θα είχε ως προϋπόθεση μια εθνική τραγωδία (με αναμφίβολη και πρωταρχική, βεβαίως, ευθύνη του δικομματισμού)…

Διαβάζοντας τώρα ξανά το παλιότερο άρθρο μου, αναθεωρώ την αρχική πρόθεσή μου να προβάλω το ερώτημα του τίτλου του ως ρητορικό: κανείς δεν μπορεί, τελικά, να καταφεύγει σε εύκολες συγκρίσεις και συσχετισμούς με την ιστορική περίοδο της Βαϊμάρης προκειμένου να κατανοήσει την σύνθετη τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα στη χώρα μας. Κι αυτά που με φοβίζουν περισσότερο δεν είναι τόσο οι ομοιότητες, όσο κάποιες από τις διαφορές. Γιατί, όσο κι αν συνεχίζει να τρομάζει το φάντασμα του φασισμού, η δημοκρατία έχει σήμερα όλους τους αμυντικούς μηχανισμούς που χρειάζονται για την προστασία των θεσμών της.

Ο πραγματικός κίνδυνος για το πολίτευμα, όμως, συνίσταται στις επιδέξιες μεταμφιέσεις του πολιτικού αμοραλισμού σε δημοκρατικά καθαγιασμένους «φιλολαϊκούς» οραματισμούς. Και ο κίνδυνος αυτός θα εκλείψει μόνο όταν «ο λαός» –για να μεταχειριστώ μια προσφιλή έκφραση της πολιτικής ρητορείας– πάψει να αναδεικνύει τους πολιτικούς ηγέτες του με βάση την ελκυστική εικόνα και την ευχάριστη θωπεία ακουστικών τυμπάνων και συνειδήσεων, και αρχίσει να τους επιλέγει με βάση ρεαλιστικές θέσεις και αποδεδειγμένα ειλικρινείς προθέσεις…

Για να μη ζήσουμε πάλι αυτά που βλέπαμε για χρόνια ολόκληρα στο εναλλασσόμενο εξουσιαστικό πινγκ-πονγκ του δικομματισμού, κι αυτά που (δυστυχώς) ξαναείδαμε στην πρόσφατη εκλογική διαδικασία της κατεδάφισής του!

http://costas-sci.blogspot.com/