Τα περισσότερα προβλήματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πηγάζουν κυρίως από τις σχέσεις του με την Τουρκία, σε πολιτικό, διοικητικό και οικονομικό επίπεδο. Ήδη από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923, η Τουρκία είχε ξεκινήσει οργανωμένες προσπάθειες για την αποδυνάμωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου .Ένα μελανό κομμάτι στην ιστορία του Πατριαρχείου ,είναι και το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης το 1971, απόφαση που συνεχίζει ακόμα και σήμερα να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη θρησκευτική ελευθερία της μειονότητας των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Η Σχολή, που στο παρελθόν ήταν μοναστήρι, δημιουργήθηκε από τον Πατριάρχη Γερμανό Δ΄ το 1844. Κύριος στόχος της ήταν η εκπαιδευτική ενίσχυση όχι μόνο της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως αλλά και των απανταχού Ορθοδόξων. Παράλληλα, η Σχολή εξυπηρέτησε και άλλους σκοπούς όπως η ανάπτυξη της θεολογικής επιστήμης, η καλλιέργεια κληρικών σε εκκλησιαστικά και θεολογικά θέματα ακόμα και η προετοιμασία έναντι των προσπαθειών προσηλυτισμού της δύσης σε βάρος της Ορθοδοξίας.

Στα θρανία της έχουν φοιτήσει πάρα πολλοί θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες ,οι οποίοι διακονούν σήμερα ανά την υφήλιο ,συμπεριλαμβανομένου και του τωρινού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η επιβίωση του Πατριαρχείου και της οικουμενικότητας του, καθώς και το μέλλον του Οικουμενικού Θρόνου, οφείλεται εν μέρει στη Σχολή της Χάλκης, αφού έδινε τη δυνατότητα εκλογής ιεράρχη χωρίς τουρκική ιθαγένεια στον Πατριαρχικό Θρόνο.

Από το 1971 η Σχολή έχει σταματήσει το εκπαιδευτικό της έργο σύμφωνα με νόμο της τουρκικής κυβέρνησης ο οποίος απαγορεύει την ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση. Έκτοτε λειτουργεί σαν μία μοναστική αδελφότητα μακριά από τον θόρυβο των αστικών κέντρων. Επίσης, η βιβλιοθήκη της σχολής, φημισμένη για τα σπάνια βιβλία που περιέχει, συντελεί στην κατάρτιση των μοναχών στην θεολογική επιστήμη και στην εξυπηρέτηση εκκλησιαστικών και ιερατικών αναγκών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των άλλων Ορθοδόξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.

Μέχρι σήμερα το συνεχές αίτημα του Πατριαρχείου για την πλήρη επαναλειτουργία της Σχολής δεν έχει ικανοποιηθεί από την τουρκική πλευρά. Όμως, οι πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν την δικαστική διαμάχη για το Ορφανοτροφείο Πριγκήπου δημιουργούν ένα προηγούμενο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Συγκεκριμένα, το 2005 με απόφαση του πρωτοδικείου της Πριγκήπου ο τίτλος κυριότητας του Ορφανοτροφείου αφαιρέθηκε από το Πατριαρχείου και με συνοπτικές διαδικασίες μεταβιβάστηκε στο τουρκικό κράτος. Μετά από αυτό το γεγονός ξεκίνησε ένας μεγάλος Γολγοθάς για το Πατριαρχείο ώστε να είναι σε θέση να διεκδικήσει αυτό που δικαιωματικά του ανήκει.

Το ζήτημα έφτασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το οποίο στις 15 Ιουνίου του 2010 αποφάσισε ότι η κυριότητα του Ορφανοτροφείου έπρεπε να επιστραφεί στον πραγματικό κάτοχό της. Εν τέλει το ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο δικαιώθηκε διότι πέτυχε την αναίρεση της προ πενταετίας απόφαση του πρωτοδικείου της Πριγκήπου το οποίο χαρακτηριστικά διέταξε την επιστροφή του Ορφανοτροφείου στο «ρωμαίικο πατριαρχείο».

Ακόμη ένα βήμα προς την επαναλειτουργία της Σχολής είναι και το κυβερνητικό διάταγμα με ισχύ νόμου που εξέδωσε η κυβέρνηση Ερντογάν σύμφωνα με το οποίο θα επιστρέψει τα ακίνητα όλων των μειονοτικών ιδρυμάτων τα οποία τα είχαν δηλώσει το 1936 και θα τα καταγράψει στο κτηματολόγιο στο όνομα των ιδρυμάτων. Αυτή η απόφαση αν εφαρμοστεί σημαίνει πως στα ελληνικά ιδρύματα στην Κωνσταντινούπολη θα επιστραφούν χιλιάδες ακίνητα, τα νεκροταφεία, τα οποία είχαν κατασχεθεί από το τουρκικό κράτος. Θα είναι μια μεγάλη δικαίωση των αγώνων του Οικουμενικού πατριαρχείου και των ιδρυμάτων που είχαν απολέσει μεγάλο μέρος της περιουσίας τους μετά το 1936.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι διαμορφώνεται ένα θετικό κλίμα ανάμεσα στην Τουρκία και τις μη μουσουλμανικές μειονότητες που κατοικούν στο εσωτερικό της το οποίο είναι απαραίτητο ώστε να είναι σε θέση το Οικουμενικό Πατριαρχείο να διεκδικήσει επιτυχώς την πλήρη επαναφορά της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Μάλιστα, μέσα στο 2011,σύμφωνα πάντοτε με δηλώσεις του Αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης κ. Αρίντς , αναμένεται να εκδοθεί η άδεια για την λειτουργία της Σχολής, καθώς βρέθηκε μια νομική λύση. Παλαιότερα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, είχε προειδοποιήσει την τουρκική κυβέρνηση, ότι θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για το γεγονός ότι τελεί εν σιωπή η Σχολή επί 39 έτη.

Φυσικά, η πρόσφατη θετική αλλαγή του τρόπου αντιμετώπισης του θέματος από την τουρκική κυβέρνηση, οφείλεται κυρίως στα βήματα εκδημοκρατισμού που θέλει να κάνει ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν, προκειμένου να εξασφαλίσει επιτέλους τα δικαιώματα των ορθοδόξων μειονοτήτων που διαβιούν στη χώρα. Αρκετές φορές όμως, ο κ. Ερντογάν ζήτησε ανταλλάγματα προκειμένου να επαναλειτουργήσει τη Σχολή, όπως για παράδειγμα την αναγνώριση των μουφτήδων της Θράκης και της υποτιθέμενης «τουρκικής» μειονότητας, στα πλαίσια μιας αμοιβαιότητας. Κλείνοντας, θα πρέπει η Ελληνική Κυβέρνηση να υποστηρίξει σθεναρά το Πατριαρχείο, να φερθεί έξυπνα και να αντιμετωπίσει το θέμα, σαν ζήτημα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της οικουμενικότητας του Χριστιανισμού.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΩΝ ΧΟΛΕΒΑΣ Χειρούργος Οδοντίατρος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ