Όλος ο χριστιανικός κόσμος αναγνωρίζει την διαχρονική προσφορά του θεσμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Ελλάδα χρωστάει πολλά στο Πατριαρχείο, καθώς φρόντισε για τη διαφύλαξη της ελληνικής παράδοσης στην Κωνσταντινούπολη και ενίσχυσε ηθικά και πνευματικά τους Έλληνες ομογενείς όλα αυτά τα χρόνια, παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες. Για αυτό και πιστεύουμε πως οι παλαιότεροι οφείλουν να θυμούνται πόσο σημαντική είναι η προστασία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και οι νεότεροι πρέπει να μάθουν την αξία που έχει για τον Ελληνισμό ακόμα και σήμερα.

Το όνομα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αναφέρεται στην Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, η οποία εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη στην περιοχή που ονομάζεται Φανάρι. Η ιστορία του αρχίζει από το 325 μ. Χ., μαζί με τα επίσημα εγκαίνια της ίδρυσης της Κων/πολης. Όπως γνωρίζουμε, η Χριστιανική Εκκλησία είναι χωρισμένη από το 1054 στην Ανατολική Ορθόδοξη και στην Δυτική Εκκλησία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι το πρώτο από τις 14 συνολικά Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και η εκκλησιαστική δικαιοδοσία του περιλαμβάνει Επισκοπές σε όλες τις ηπείρους, εκτός από την Αφρική. Βέβαια, όλα τα Πατριαρχεία και οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες ήταν και είναι μέχρι σήμερα αυτοδιοικούμενα, ωστόσο, αναγνωρίζουν όλα σαν πρώτο μεταξύ ίσων τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος θεωρείται και ως ο Αρχηγός της Ορθοδοξίας σε όλη την Οικουμένη.

Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι παίρνει μόνος του αποφάσεις για τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Αντιθέτως, για όλες τις αποφάσεις γενικότερου εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος προωθείται πάντοτε η κοινή συζήτηση και συμφωνία από όλους τους Προκαθήμενους των διαφόρων Ορθοδόξων Εκκλησιών σε Συνόδους, στις οποίες παρίστανται είτε οι ίδιοι, είτε αντιπροσωπείες τους. Ο σημερινός προκαθημενός του Πατριαρχείου είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος. Κατά τη διάρκεια της ύπαρξής του το Οικ. Πατριαρχείο ήταν και είναι το κέντρο, αλλά και ο προστάτης της θρησκευτικής και εθνικής ζωής του Γένους των Ελλήνων, αλλά και όλων των Ορθοδόξων Λαών της περιοχής μέχρι και τις μέρες μας.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο προσέφερε πολλά σε οποιοδήποτε μέρος της Διασποράς είχε κυ¬ριαρχικά δικαιώματα μέχρι σήμερα. Οι Ιεράρχες του, έζησαν από κοντά τα προβλήματα των αποδήμων τέκνων της Εκκλησίας και στις τρεις ηπείρους, κατανοώντας τις δυσκολίες της διαβιωσής τους. Με την ανάληψη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο των κυ¬ριαρχικών δικαιωμάτων, το Οικουμενικό πνεύμα σε συνδυασμό με την εμπειρία, προσαρμόστηκε στις νέες εποχές και συνέχισε να βοηθά όλο ανεξαιρέτως τον χριστιανικό κόσμο στα σύγχρονα προβλήματα του και τις ανάγκες του. Επίσης στάθηκε πάντοτε στο πλευρό των μεταναστών και τους βοήθησε να προσαρμοσθούν και να διατηρήσουν τα εθιμά τους, και τις παραδόσεις τους.

Γιατί η οικουμενική αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, περιλαμβάνει και τον τομέα της φιλανθρωπίας. ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ Τα περισσότερα από τα προβλήματα του Πατριαρχείου προκύπτουν κυρίως από τις σχέσεις που είχε και έχει με την Τουρκία, τόσο σε πολιτικό, σε διοικητικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Ήδη από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης το 1923, η Τουρκία ξεκίνησε οργανωμένες προσπάθειες για την αποδυνάμωση και την εξάλειψη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Τουρκία ακόμα και σήμερα, εξακολουθεί συστηματικά να παραβιάζει τις προβλέψεις σχετικά με τις μειονότητες, πού περιέχονται στο κείμενο της Συνθήκης της Λωζάννης, ειδικά τα άρθρα 14 και 37-45, αλλά και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όπως το άρθρο 9, περί θρησκευτικής ελευθερίας.

Γι’ αυτό και το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σήμερα πολλά και διάφορα προβλήματα. Παρακάτω θα αναφερθούν τα προβλήματα που απασχολούν το Παριαρχείο και θα προταθούν κάποιες λύσεις: • Η μη-αναγνώριση της Οικουμενικότητας του Πατριαρχείου και η άρνηση της Νομικής Προσωπικοτητάς του. Η Τουρκία θα πρέπει, επιτέλους, να αναγνωρίσει τον τίτλο και την Νομική Προσωπικότητα του Πατριαρχείου. Σε αυτό, βέβαια, απαιτείται η άμεση συνδρομή της Ελληνικής Πολιτείας και ιδαίτερα του Υπουργείου Εξωτερικών. • Η αδυναμία εκπαίδευσης νέων κληρικών εξαιτίας της μη επαναλειτουργίας της Σχολής της Χάλκης. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, είτε να δημιουργηθεί μια Ιερατική Σχολή στην Τουρκία με ανάλογο κύρος και ισχύ από την οποία θα μπορούν και πάλι να αποφοιτούν μεγάλοι ποιμενάρχες.Σε περίπτωση που δεν επαναλειτουργήσει η Σχολή της Χάλκης, θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια ισότιμη Θεολογική Σχολή στην Ελλάδα, η οποία θα αναγνωριστεί και απ την τουρκική κυβέρνηση, ώστε να στελεχωθεί με έμψυχο δυναμικό το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να αποφοιτούν οι νέοι μελλοντικοί Πατριάρχες. • Η μη-Έκδοση αδειών παραμονής και εργασίας σε αλλοδαπούς, μη Τούρκους υπηκόους, κληρικούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το παραπάνω αποτελεί ένα μείζον θέμα του Πατριαρχείου καθώς έτσι δημιουργείται θέμα διαδοχής του Πατριάρχη. Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμονα να ακυρωθούν τα Διατάγματα του Νομάρχη της Κωνσταντινουπόλεως του 1923 και του 1970 (Tezkere και Talimat), που αναφέρονται στην εκλογή του Πατριάρχη και τα οποία, μεταξύ άλλων, προβλέπουν ότι: α) εκλογείς και εκλόγιμοι πρέπει να είναι Τούρκοι πολίτες, β) ασκούν ήδη εκκλησιαστικά καθήκοντα εντός Τουρκίας και γ) αναγνωρίζουν παρεμβατικό ρόλο στον Νομάρχη κατά την διαδικασία εκλογής ακόμη και το δικαίωμα να διορίζει ο ίδιος Πατριάρχη. Επίσης, πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να αντιμετωπιστούν οι περιορισμοί στην παραμονή ορθοδόξων ιερωμένων στην Τουρκία, που δεν ισχύουν για άλλα δόγματα.

Συγκεκριμένα, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα άδειας παραμονής και εργασίας σε όσους κληρικούς δεν έχουν την τουρκική ιθαγένεια, ώστε να έχουν, αργότερα τη δυνατότητα να αποκτήσουν την τουρκική ιθαγένεια, εφόσον αυτό αποτελεί σύμφωνα με την Τουρκία προϋπόθεση για να στελεχώσουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το πράσινο φως έχει δοθεί πρόσφατα από την Τούρκική Κυβέρνηση πάνω στο θέμα της υπηκοότητας. Τέλος, η εκλογή του Πατριάρχη θα πρέπει να διεξάγεται μεταξύ όλων των κληρικών της Ιεραρχίας του Πατριαρχείου, όπως προβλέπεται στον Κανονικό Νόμο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στον δε εκλεγόμενο Πατριάρχη να απονέμεται η τουρκική υπηκοότητα, εάν δεν την έχει ήδη. • Η αρνητική αντιμετώπιση των περιουσιακών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του Πατριαρχείου και της Ομογένειας. Το πρόβλημα αυτό πηγάζει, φυσικά, από την άρνηση της νομικής προσωπικότητας του Πατριαρχείου από πλευράς της Τουρκίας.

Λύση σε αυτά είναι δυνατόν να δοθεί μόνο αν αναγνωριστεί ο τίτλος και η νομική προσωπικότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την τουρκική κυβέρνηση. Δίκαιο θα ήταν, να καταβληθεί αποζημίωση για τα ακίνητα των μειονοτικών ιδρυμάτων, που έχουν καταπατηθεί από το Τουρκικό Κράτος και έχουν διατεθεί σε τρίτους. Ταυτόχρονα, να αποκατασταθεί η κυριότητα εκατοντάδων δημευμένων ακινήτων που ανήκαν σε μειονοτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν κηρυχθεί από το κράτος ως «κατειλημμένα» και τα διαχειρίζεται η Γενική Διεύθυνση Βακουφίων. Σε αυτά ανήκουν κυρίως τα Ορθόδοξα Μοναστήρια, στα οποία δεν αναγνωρίζεται νομική προσωπικότητα, εκκλησίες και κοινοτικά κτίρια. Στην Ίμβρο δύο από τα επτά συνολικά ιδρύματα εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή. Και φυσικά, να παρθούν μέτρα για την αντιμετώπιση – απαγόρευση της κατάσχεσης των ιδιωτικών περιουσιών από το κράτος.

Παράλληλα, να γίνουν δίκαιες και διαφανείς οι διαδικασίες καταγραφής στο κτηματολόγιο της Ίμβρου. Η αποκατάσταση των οποίων απαιτεί χρονοβόρες και δυσανάλογα πολυέξοδες δικαστικές διαδικασίες, που αποθαρρύνουν τη μαζική διεκδίκηση ακινήτων. Καθώς επίσης, να προταθούν μέτρα, ώστε να μην παραβιάζονται τα κληρονομικά δικαιωμάτα των εκπατρισθέντων Ελλήνων που έχουν αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια, αποκόπτοντας έτσι, και τον τελευταίο δεσμό αυτών και των απογόνων τους με τον τόπο καταγωγής τους • Η διοίκηση των ελληνορθόδοξων κοιμητηρίων. Η Τουρκία παραβιάζει τη Συνθήκη της Λωζάννης με αποτέλεσμα το Πατριαρχείο να έχει χάσει το δικαίωμα να διοικεί και να ελέγχει περίπου 40 ελληνορθόδοξα κοιμητήρια. Απαιτείται, λοιπόν, να σταματήσει η παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάννης και να αναγνωριστεί επιτέλους από την Τούρκικη κυβέρνηση η κυριότητα των μειονοτήτων επί των νεκροταφείων τους και να περάσει η διοίκηση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. • Η συνολική καταπάτηση των θρησκευτικών ελευθεριών στην Τουρκία και το μέλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Οφείλεται, να προστατευθούν οι θρησκευτικές ελευθερίες και να μπορούν οι ορθόδοξοι κληρικοί να κυκλοφορούν ελεύθερα φορώντας το ράσο τους, κάτι που δεν γίνεται σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό πως μετά το τέλος της Θ. Λειτουργίας αναγκάζονται οι κληρικοί να φορούν κοινό ένδυμα για να κυκλοφορήσουν. Φυσικά, το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να βοηθήσει στη διεκδίκηση των συμφερόντων του Πατριαρχείου. Πρέπει να ζητήσει από την Τούρκικη πλευρά τον σεβασμό της υπόστασης του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και των δικαιωμάτων του, καθώς τα θέματα του Πατριαρχείου δεν σχετίζονται με τα εσωτερικά θέματα της Τουρκίας, ούτε αφορούν στο οποιοδήποτε ελληνοτουρκικό ζήτημα.

Αντίθετα, έχουν να κάνουν με παραβίαση των διεθνών συνθηκών, και σχετίζονται με τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Τουρκία έναντι της ΕΕ, ώστε να διευκολύνει την ευρωπαϊκή της ένταξη. Ακριβώς, όπως η Τουρκία συνεχώς απαιτεί και διεκδικεί, με τον ίδιο τρόπο πρέπει η Ελλάδα να προστατεύσει την Οικουμενικότητα του Πατριαρχείου και να μην επιτρέψει να αμφισβητείται πλέον από κανένα τουρκικό δικαστήριο. Οφείλει το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών να γνωστοποιήσει πως τα ζητήματα της θρησκευτικής ελευθερίας του Πατριαρχείου, αποτελούν ένα σημαντικό κεφάλαιο των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες πρέπει να γίνουν επιτέλους, ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία. Η επίλυση των προβλημάτων του Πατριαρχείου δεν θα γίνει μόνο με τις κατά καιρούς δηλώσεις του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών στον Τύπο, αλλά με συναντήσεις με την Τουρκική πολιτειακή ηγεσία, αλλά κυρίως μέσω της διπλωματικής οδού. Ας παραδειγματιστεί η Ελληνική ηγεσία από τις πρόσφατες ιδιωτικές επισκέψεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου.

Μπορεί η επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών να κινήθηκε σε φαινομενικά χαμηλούς τόνους, ωστόσο έδειξε ακόμη μία φορά πως η Τουρκία ξέρει να παίξει το παιχνίδι της διπλωματίας και να διεκδικεί όλα όσα επιθυμεί. Δεν είναι τυχαίο που δεν παρέλειψε να επισκεφτεί την Κομοτηνή, δείχνοντας ότι η Θράη βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της Άγκυρας στα ελληνοτουρκικά θέματα. Αυτό τον τρόπο διάλεξε για να φανερώσει την πρόθεση της Άγκυρας να «διεθνοποιήσει» και το θέμα της Θράκης. Μπορεί εξωτερικά να προωθεί η Τουρκία το καλό επίπεδο σχέσεων με την Ελλάδα και να γεμίζει με επαίνους τον Έλληνα Πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου για τα θετικά του μηνύματα, αλλά στο παρασκήνιο όλες αυτές οι επισκέψεις έκρυβαν τις διεκδικήσεις της Τουρκίας. Το θέμα είναι ότι τελικά κατόρθωσε να προκαλέσει με τις δηλώσεις του και να πετύχει έναν από τους πολλούς στόχους του. Κατά την επισκεψή του και στη Θεσσαλονίκη, συμφωνήθηκε η κατασκευή αποτεφρωτηρίου, η δημιουργία χώρου ταφής μουσουλμάνων και το κυριότερο μελλοντικά να φτιαχτεί κανονικό τζαμί στην Θεσσαλονίκη για όσους Μουσουλμάνους κατοικούν ή επισκέπτονται την πόλη. Σε αυτό το σημείο, ας αναρωτηθούμε…Μέσα σε μερικές μέρες ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, έκανε τον ελεγχό του στη χώρα μας, στήριξε τις Τούρκικες μειονότητες και μας έδειξε πως ξέρει από διπλωματία. Το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, γιατί δεν μπορεί να πράξει αναλόγως;

Προτείνουμε να επισκεφτεί ο Υπουργός Εξωτερικών επίσημα την Κωνσταντινούπολη, να δει από κοντά τα προβλήματα του Πατριαρχείου και όσων Ελλήνων χριστιανών έχουν απομείνει εκεί. Μπορούμε και εμείς να διεκδικήσουμε τα όσα δικαιούται το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να το βοηθήσουμε. Γιατί να μην επαναλειτουργήσει η Σχολή της Χάλκης; Γιατί να μην έχει το Πατριαρχείο την διοίκηση των ελληνορθόδοξων κοιμητηρίων; Πρέπει να ζητήσει η Ελληνική Πολιτεία επιτέλους στοιχεία και μια αναλυτική έκθεση για την κατάσταση των Ελλήνων της Ίμβρου και Τενέδου, για τους διωγμούς που υπέστησαν αλλά και τους διωγμούς ολόκληρης της ελληνικής ομογένειας στην Κωνσταντινούπολη, της Ίμβρου και Τενέδου. Με τον ίδιο τρόπο οφείλουμε να ελέγξουμε αν τηρεί τις υποχρεώσεις της η Τουρκία, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων χριστιανών της Κωνσταντινούπολης.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

Παρά τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις σχέσεις του με την τουρκική πολιτεία, τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν κάποιες θετικές εξελίξεις φέροντας ένα πνεύμα αισιοδοξίας για βελτίωση των σχέσεων τους. Οι θετικές αυτές εξελίξεις σχετίζονται με το Ορφανοτροφείο της Πριγκήπου και την Απόκτηση της Τούρκικης υπηκοότητας στους Μητροπολίτες. Όσον αφορά το Ορφανοτροφείο της Πριγκήπου, αποτελεί ευχάριστο γεγονός, η ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου της Γενικής Διεύθυνσης Ιδρυμάτων στις 13/10/2010, για επιστροφή του Ορφανοτροφείου της Πριγκήπου στο Πατριαρχείο, εφαρμόζοντας τη σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ). Επισήμως πλέον, οι τίτλοι ιδιοκτησίας θα περάσουν στα χέρια του Οικουμενικού Πατριαρχείου και θα είναι έτσι, η πρώτη φορά που επιστρέφεται τίτλος ιδιοκτησίας σε θρησκευτική μειονότητα. Θα επανεγγραφεί δηλαδή, στο όνομα του Πατριαρχείου, το μοναδικό ακίνητο που είχε στην κατοχή του και του αφαίρεσε το τουρκικό κράτος. Με αυτήν την θετική εξέλιξη, ανοίγει επίσης ο δρόμος για την επιστροφή στο Πατριαρχείο 23 ακόμα Ιδρυμάτων στα Πριγκηπόννησα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχει δηλώσει ήδη, ότι το κτίριο του Ορφανοτροφείου που είναι και το μεγαλύτερο ξύλινο κτίριο της Ευρώπης, θα επισκευαστεί και θα λειτουργήσει ως Διεθνές Οικολογικό-Περιβαλλοντικό Κέντρο, καθώς και ως Κέντρο Διαθρησκειακού Διαλόγου και Ειρήνης.

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε επιπλέον, την καταβολή από την τουρκική κυβέρνηση προς το Πατριαρχείο, 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 20.000 για δικαστικά έξοδα, ποσά τα οποία θα έπρεπε να καταβληθούν εντός τριών μηνών, διαφορετικά θα προστεθούν οι ισχύοντες κατά την περίοδο εκείνη τόκοι, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με την προσθήκη τριών επί πλέον μονάδων. Το τέλος της μακρόχρονης αυτής πορείας συνιστά μια απρόσμενη, θα μπορούσαμε να πούμε, δικαίωση της προσφυγής του Πατριαρχείου στην Ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη. Ανάλογη θετική εξέλιξη, έχει πάρει και το ζήτημα της αποκτήσης της τουρκικής υπηκοότητας από τους Μητροπολίτες. Η τουρκική κυβέρνηση ενέκρινε ευτυχώς, το αίτημα αυτό των Ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Η εξέλιξη αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική στο πλαίσιο της μελλοντικής αντιμετώπισης του προβλήματος διαδοχής του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, αφού η Άγκυρα έθετε μέχρι τώρα ως προϋπόθεση, ο εκάστοτε Πατριάρχης να είναι κάτοχος της τουρκικής υπηκοότητας. Το ενδεχόμενο απόδοσης τουρκικής υπηκοότητας σε Ιεράρχες του Θρόνου από το εξωτερικό, είχε τεθεί στο παρελθόν κατά την συνάντηση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου με τον Πρωθυπουργό της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ι.Μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά, στην Πρίγκηπο τον Αύγουστο του 2009. Από πληροφορίες είναι γνωστό πως περισσότεροι από 10 Ιεράρχες του Πατριαρχείου από όλο τον κόσμο, υπέβαλαν ήδη αίτηση και τα σχετικά δικαιολογητικά στις αρμόδιες υπηρεσίες. Είναι ελπιδοφόρες οι εξελίξεις πάνω σε αυτά τα ζητήματα, καθώς ήταν μείζονος σημασίας για τη λειτουργία του Πατριαρχείου εδώ και χρόνια. Η θετική αυτή απόφαση της Τουρκίας, έστω και μετά από χρόνια, ανάβει το πράσινο φως για μια περαιτέρω συνεργασία με το Πατριαρχείο και για τη διατήρηση των καλών σχέσεων που υπάρχουν μεταξύ τους.

Επίσης είναι σημάδι πως η Τουρκία έχει αρχίσει να κατανοεί τις ανάγκες των θρησκευτικών μειονοτήτων σήμερα, κάτι που μας κάνει να αισιοδοξούμε για το μέλλον. Το σημαντικό για το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι να προστατευτεί και να συνεχίσει ανενόχλητο την προσφορά του, το εκκλησιαστικό και φιλανθρωπικό του έργο στηρίζοντας την απανταχού Ορθοδοξία. Για να παραμείνει σε θέση να εκπληρώσει την αποστολή του, οφείλει να διεκδικήσει τα δικαιωματά του και σε αυτήν του την προσπάθεια πρέπει να βρει σύμμαχο την Ελληνική Κυβέρνηση.

Ο Χρήστος Κων. Χολέβας είναι χειρούργος οδοντίατρος υποψήφιος διδάκτορας ιατρικής σχολής ΑΠΘ