Ο τρόπος αναγραφής των ονομάτων των ομογενών μας με λατινικούς χαρακτήρες στα διαβατήριά τους τείνει να εξελιχθεί σε μείζον πρόβλημα, στο οποίο η κυβέρνηση καλείται να δώσει άμεσα λύση και δη πριν το διογκούμενο κλίμα δυσαρέσκειας μετουσιωθεί σε σωρεία προσφυγών στη δικαιοσύνη εκ μέρους των θιγομένων.

Η ισχύουσα νομοθεσία (Κ.Υ.Α. 3021/22/10-στ΄/26.07.07, άρθρο 6), προβλέπει μεν την αναγραφή των ονομάτων με βάση το πρότυπο ΕΛ.Ο.Τ. 743, το οποίο επιβάλλει αντιστοιχία μεταξύ ελληνικών και λατινικών χαρακτήρων, παρέχει, ωστόσο, ρητώς τη δυνατότητα παρέκκλισης από τον εν λόγω κανόνα, εφόσον τα αιτήματα των ενδιαφερομένων συνοδεύονται από φωτοαντίγραφα αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων ή προηγούμενων ελληνικών διαβατηρίων που πιστοποιούν την αναγραφή του ονόματός τους με συγκεκριμένο (διαφορετικό από αυτό του προτύπου) τρόπο, εις ό,τι αφορά τους λατινικούς χαρακτήρες. Η συνεχιζόμενη πρακτική της Ελληνικής Αστυνομίας/Δ/νση Διαβατηρίων να αγνοεί αιτήματα των ομογενών για αναγραφή του ονόματός τους στα διαβατήρια κατά παρέκκλιση του προτύπου, δημιουργεί σειρά προβλημάτων στους τελευταίους και εγείρει τις εύλογες διαμαρτυρίες τους, των οποίων αποδέκτες είναι κατά κύριο λόγο οι – ανήμπορες να τους βοηθήσουν – προξενικές μας Αρχές.

Η στάση της Αστυνομίας, η οποία απορρίπτει τις αιτήσεις των ομογενών για διαφορετική αναγραφή του ονόματός τους με λατινικούς χαρακτήρες, ακόμα και όταν συνοδεύονται από φωτοαντίγραφα αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων ή παλαιών ελληνικών διαβατηρίων, βασίζεται σε μία άκρως συζητήσιμη γνωμοδότηση του Ζ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (υπ’ αριθ. 9/2010), η οποία θέτει πρόσθετες προϋποθέσεις σε σχέση με αυτές που προβλέπει ο νόμος για τη δυνατότητα άσκησης του σχετικού δικαιώματος. Κάνοντας χρήση αυτής της γνωμοδότησης, η Αστυνομία ισχυρίζεται παγίως ότι τα αιτήματα για διαφορετική αναγραφή δεν συνιστούν παρέκκλιση αλλά αλλαγή του επωνύμου ή του ονόματος και ως εκ τούτου τα απορρίπτει.

Στο σημείο αυτό, γεννούνται ορισμένα εύλογα ερωτήματα, ακολουθούμενα από ορισμένες εξίσου εύλογες παρατηρήσεις:

α) Ποιος προκάλεσε τη γνωμοδότηση του Ζ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους;

β) Ποιες σκοπιμότητες εξυπηρετεί η ταλαιπωρία εκατομμυρίων ομογενών μας που διαβιούν στην αλλοδαπή;

γ) Γιατί θεωρήθηκε απαραίτητη η «ερμηνεία» του νόμου, τη στιγμή που ο τελευταίος είναι σαφής και πλήρης;

δ) Γιατί η ερμηνεία που δόθηκε καταστρατηγεί όχι μόνο το γράμμα αλλά και το πνεύμα του νόμου, ο οποίος, όπως ειπώθηκε προβλέπει τη δυνατότητα παρέκκλισης «ύστερα από αίτημα του ενδιαφερομένου, με βάση τη διαφορετική εγγραφή που υφίσταται σε δημόσιο έγγραφο της ημεδαπής ή αλλοδαπής αρχής, το οποίο υποχρεούται να επιδείξει», χωρίς να θέτει περαιτέρω προϋποθέσεις;

Η ειρωνεία είναι ότι η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κάνει ρητή μνεία του νόμου (τον οποίο στην ουσία καταστρατηγεί), ενώ στο Τμήμα ΙΙ Παράγραφος 2 κάνει δεκτό ότι «απόκλιση δικαιολογείται και όταν υποβάλλει αίτημα εκδόσεως πρόσωπο, το οποίο έχει γίνει γνωστό και επί ικανό χρονικό διάστημα εξατομικεύεται στο πλαίσιο των σχέσεων και συναλλαγών του στην αλλοδαπή με ονοματεπώνυμο μεταγεγραμμένο στο διαβατήριό του σε λατινικούς χαρακτήρες με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που επιβάλλουν οι ισχύοντες κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος σχετικοί κανόνες και το οποίο (πρόσωπο) ζητεί τη διατήρηση στο νέο του διαβατήριο του αρχικού τρόπου μεταγραφής του ονοματεπωνύμου του σε λατινικούς χαρακτήρες».

Επί του σημείου αυτού έχει υπερθεματίσει και ο Συνήγορος του Πολίτη (Πόρισμά του από 17.04.03), ο οποίος κάνει λόγο για «υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι σε όσους Έλληνες πολίτες, καλοπίστως εμπιστευθέντες τα αρμόδια κρατικά όργανα, είχαν ήδη κινηθεί εκτός Ελλάδος, χρησιμοποιώντας μία συγκεκριμένη εκδοχή του ονοματεπωνύμου τους στο λατινικό αλφάβητο». Προφανώς αναφέρεται στην περίφημη «συνέχεια» που κάθε Πολιτεία είναι υποχρεωμένη να εμφανίζει έναντι των πολιτών της και η οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων – αλλά όπως φαίνεται όχι σε αυτή της Ελλάδας – θεωρείται δεδομένη. Εν προκειμένω, ουδείς βγαίνει – προφανώς διότι δεν μπορεί – να εξηγήσει στους ενδιαφερόμενους γιατί ενώ επί σειρά ετών ήταν εφικτή η αναγραφή του ονόματος ή του επωνύμου τους με λατινικούς χαρακτήρες στο διαβατήριό τους, σύμφωνα με την εκδοχή που ίσχυε στον τόπο διαμονής τους, ξαφνικά τούτο είναι αδύνατο.

Τα ανωτέρω συνοψιζόμενα, καταδεικνύουν ότι οι καλοπίστως εμπιστευθέντες τα αρμόδια κρατικά όργανα Έλληνες πολίτες κακώς το έπραξαν και τώρα τρέχουν να διασώσουν ό,τι μπορεί να διασωθεί. Οι προσφυγές ήδη άρχισαν και στη μοναδική περίπτωση που γνωρίζω ο ενδιαφερόμενος δικαιώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Το ζήτημα χρήζει άμεσης ρύθμισης γιατί το 2011 είναι έτος κατά το οποίο λήγουν τα πρώτα διαβατήρια νέου τύπου, πενταετούς ισχύος, που εκδόθηκαν το 2006 και οι σπεύδοντες να τα αντικαταστήσουν ομογενείς είναι χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια. Είναι δε εύκολο να φανταστεί κανείς τις αντιδράσεις όλων αυτών των ανθρώπων όταν έρχονται αντιμέτωποι ξαφνικά με μία νέα πραγματικότητα, η οποία τους δημιουργεί ανυπέρβλητα προβλήματα στον επαγγελματικό και κοινωνικό τους βίο στις χώρες όπου διαμένουν. Σημειωτέον ότι πολλοί εξ αυτών είναι διακεκριμένα μέλη των κοινωνιών τους και διαφημίζουν, δια της παρουσίας τους και μόνο, την Ελλάδα.

Το σύνολο των ανωτέρω θα μπορούσε να ρυθμισθεί με μία απλή συνεννόηση μεταξύ της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών και εκείνης του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Από τη στιγμή που το νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει, τα περί ενδεχόμενων κωλυμάτων που θέτει η Γνωμοδότηση του Ζ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.

Ζητείται βούληση κ.κ. Υπουργοί. Εκτός και εάν η κυρίαρχη πολιτική που υποτίθεται ότι ασκούμε ως χώρα έχει πάει περίπατο και σε αυτή την περίπτωση. Και μην αρχίσει κανείς να λέει ιστορίες περί ανάγκης περιφρούρησης της δημόσιας ασφάλειας. Εδώ μιλάμε για ζωές εκατομμυρίων Ελλήνων που κυριολεκτικά καταστρέφονται.

Και επειδή όλα τα παραπάνω επιχειρήματα, αν και ακλόνητα, μπορεί να σας αφήσουν ασυγκίνητους, μήπως σας λέει κάτι το γεγονός ότι πολλοί εξ αυτών σκέφτονται πλέον σοβαρά το ενδεχόμενο να αποποιηθούν της ελληνικής ιθαγενείας; Απλά σκεφθείτε.