Η ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης βρίσκει τις ελληνικές επιχειρήσεις σε μια περίοδο ωρίμασης και ανασύνταξης των δυνάμεών τους. Κατά τη διάρκεια της κρίσης οι επιχειρήσεις επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή και αντανακλαστικά, εν τούτοις τα σημάδια της κρίσης και το δυσχερές οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε είναι ακόμη εμφανή για πολλές από αυτές.
Σήμερα, σχεδόν 5 στις 10 επιχειρήσεις παρουσιάζουν έντονα προβλήματα ρευστότητας και έχουν ανάγκη χρηματοδότησης, χωρίς εν τούτοις να έχουν πρόσβαση σε αυτήν. Σε πολλές από αυτές τα δάνειά τους υπερβαίνουν τις πωλήσεις τους, παρουσιάζουν αρνητικό κεφάλαιο κίνησης, δεν είναι συνεπείς με τις υποχρεώσεις πληρωμής τόκων ή/και κεφαλαίου των δανειακών υποχρεώσεών τους. Πρόκειται για επιχειρήσεις που ακόμα και τα τελευταία δύο έτη που η οικονομία δείχνει να σταθεροποιείται και να περνάει σε φάση έστω ισχνής ανάπτυξης αυτές βλέπουν τον κύκλο εργασιών τους να συρρικνώνεται περαιτέρω σε ποσοστό άνω του 10% και τη λειτουργική τους κερδοφορία να είναι μηδενική. Η πρόκληση για αυτές τις επιχειρήσεις είναι η βιώσιμη αναδιάρθρωσή τους μέσω συγχωνεύσεων, αναδιάρθρωσης δανεισμού, πώλησης ζημιογόνων δραστηριοτήτων, αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ή εισαγωγής νέου μειοψηφικού ή πλειοψηφικού επενδυτή. Παράλληλα, για τους έλληνες επιχειρηματίες, σημαντικότερες απειλές που αντιμετωπίζουν, όπως μας τις έχουν εκφράσει στην έρευνα IBR της Grant Thornton (έρευνα International Business Report που διενεργείται ανά τρίμηνο σε 2.500 επιχειρήσεις σε 36 χώρες παγκοσμίως), συνδέονται με τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, την υψηλή ανεργία και τος υψηλό δημόσιο χρέος, ενώ ακόμα και σήμερα πάνω από το 50% των ερωτηθέντων συνεχίζουν να θεωρούν ότι υπάρχει οικονομική αβεβαιότητα. Επίσης εκφράζουν ανησυχίες αναφορικά με τις μεταναστευτικές ροές αλλά και την πολιτική σταθερότητα. Τέλος, η άνθηση του λαϊκισμού/εθνικισμού διαμορφώνει για τις επιχειρήσεις μια συνεχή απειλή ενός κύματος προστατευτισμού που θα μπορούσε να υπονομεύσει το εμπόριο και τις ροές κεφαλαίων.
Εν τούτοις είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός ότι υπάρχει πλήθος ελληνικών επιχειρήσεων με έντονη αναπτυξιακή προοπτική αλλά και σημαντικές προοπτικές προσέλκυσης κεφαλαίων που μπορούν να τους δώσουν την απαιτούμενη ώθηση. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από λεπτομερή ανάλυση των ελληνικών επιχειρήσεων προκύπτει ότι οι 2 στις 10 επιχειρήσεις έχουν ανεκμετάλλευτη δυναμική που προκύπτει από την αναπτυξιακή τους πορεία και την ισχυρή τους χρηματοοικονομική δομή, ενώ η 1 στις 10 επιχειρήσεις μπορεί δυνητικά να αποτελέσει ελκυστικό στόχο επένδυσης, γεγονός που προκύπτει από την αυξανόμενη ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της, η οποια συνοδεύεται όμως από εύθραυστη κεφαλαιακή διάρθρωση. Παράλληλα, 2 στις 10 επιχειρήσεις θα μπορούσαν να είναι εν δυνάμει επενδυτές, καθώς διαθέτουν ισχυρή χρηματοοικονομική δομή και διαθέσιμη ρευστότητα, αλλά δραστηριοποιούνται σε αγορές και προϊόντα που φαίνονται να μην έχουν δυναμική, συνεπώς στρατηγικός τους στόχος θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση των πόρων τους, στη διενέργεια επενδύσεων που θα ξεκλειδώσουν τις προοπτικές ανάπτυξής τους. Τα προαναφερθέντα έχουν εξαιρετική σημασία λαμβάνοντας υπόψη το θετικό επιχειρηματικό μομέντουμ που δείχνει να διαμορφώνεται. Σήμερα είναι η πρώτη φορά από το πρώτο τρίμηνο του 2015 που, σύμφωνα με την έρευνα IBR της Grant Thornton, πλέον οι επιχειρηματίες που δηλώνουν αισιόδοξοι για το μέλλον υπερτερούν εκείνων που δηλώνουν απαισιόδοξοι. Οι προσδοκίες αναφορικά με την αύξηση των εσόδων και της κερδοφορίας τους για τους επόμενους 12 μήνες είναι στο υψηλότερο επίπεδο. Η αισιοδοξία αυτή έρχεται σε μια στιγμή που συνολικότερα οι ευρωπαίοι επιχειρηματίες δείχνουν να ανακτούν την αισιοδοξία τους παρά το γεγονός ότι η ανάπτυξη στην ευρωζώνη έδειξε να επιβραδύνεται στο πρώτο τρίμηνο του 2018 (0,4% σε σχέση με 0,7% το προηγούμενο τρίμηνο). Είναι συνεπώς τώρα η κατάλληλη στιγμή για εκείνες τις καίριες παρεμβάσεις που θα μοχλεύσουν για τις ελληνικές επιχειρήσεις τις δυνάμεις που αναπτύσσονται.
Από τους σημαντικότερους τομείς που χρήζουν παρέμβασης είναι αυτός της φορολογίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 58% των κερδών που έχουνε παράξει στο σύνολό τους οι ελληνικές επιχειρήσεις την τελευταία τριετία έχει αναλωθεί σε φόρους. Ενδεικτικές παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν:
  • ˜ Μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων από το 29% στο επίπεδο του 20% και του φόρου των μερισμάτων από το 15% στο 5%. Οι παρεμβάσεις αυτές έχει εκτιμηθεί ότι θα έχουν ένα δημοσιονομικό κόστος της τάξης των 900 εκατ. ετησίως.
  • ˜ Δυνατότητα μεταφοράς φορολογικών ζημιών για 10ετία, αντί της ισχύουσας 5ετίας.
  • ˜ Αύξηση αποσβέσεων στις νέες επενδύσεις παγίων σε ποσοστό έως 200%.
  • ˜ Μείωση φορολογικού συντελεστή κατά 2% (επιπλέον των γενικών μειώσεων) όταν επιχειρήσεις που απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζομένους αυξάνουν τις θέσεις εργασίας κατά τουλάχιστον 10%.
  • ˜ Μείωση ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων.
  • ˜ Αύξηση ορίου υπαγωγής στον ΦΠΑ από 10.000 σε 25.000 ευρώ.
  • Παράλληλα είναι επιτακτικό η φορολογική πολιτική να δίνει στις επιχειρήσεις εργαλεία και κίνητρα ώστε να επενδύσουν στην καινοτομία, στην εξωστρέφεια και στην ανάπτυξη προϊόντων που θα κερδίσουν το στοίχημα της ανταγωνιστικότητας τόσο σε τοπικό όσο και διεθνές επίπεδο. Τέτοια εργαλεία / κίνητρα μπορούν ενδεικτικά να είναι τα εξής:
  • ˜ Φορολογικά κίνητρα για ιδιώτες που χρηματοδοτούν νεοφυείς και καινοτόμες επιχειρήσεις (start-up).
  • ˜ Μείωση πραγματικού φορολογικού συντελεστή για έσοδα που προκύπτουν από Ερευνα και Ανάπτυξη (R&D) –Patent Box για πνευματική ιδιοκτησία που δημιουργείται στην Ελλάδα.
Τα ανωτέρω είναι κρίσιμα ώστε να μεταβληθεί το δημοσιονομικό μείγμα που οδήγησε στην τρέχουσα δημοσιονομική θέση και βασίζεται κυρίως σε αύξηση φόρων, δημιουργώντας υψηλές επιβαρύνσεις για την επιχειρηματικότητα. Με τον τρόπο αυτόν θα απελευθερωθούν πόροι για τη διενέργεια επενδύσεων που θα έχουν πολλαπλασιαστική θετική επίδραση στο σύνολο της οικονομίας. Τέλος, θα διευκολυνθεί η προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων τα οποία θα δώσουν σε πολλές επιχειρήσεις την ώθηση που χρειάζονται ώστε να εισέλθουν στη φάση της εξυγίανσης και της ανάπτυξης.
Ο κ. Θανάσης Ξύνας είναι Partner στο τμήμα Assurance της Grant Thornton.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ