Με την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής, η χώρα εισέρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία, έχοντας διορθώσει τις κύριες μακροοικονομικές ανισορροπίες των περασμένων δεκαετιών, θα επιχειρήσει να επιλύσει τα βασικά προβλήματα που επέφερε η μακροχρόνια ύφεση.
Η μεγαλύτερη πρόκληση της μεταμνημονιακής εποχής είναι η μείωση του ποσοστού ανεργίας μέσω της δημιουργίας νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας πλήρους απασχολήσεως. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτείται ένα θετικό επενδυτικό σοκ που θα αυξήσει το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ κατά 12-15 εκατοστιαίες μονάδες, φθάνοντας τουλάχιστον στο επίπεδο που επικρατούσε πριν από την έλευση της οικονομικής κρίσεως. Η διαθεσιμότητα των επενδυτικών κεφαλαίων αναμένεται να στηριχθεί σε δύο βασικούς άξονες: στη δυνατότητα προσελκύσεως επενδύσεων από το εξωτερικό και στην επιτυχία του τραπεζικού συστήματος, να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις των μη εξυπηρετουμένων ανοιγμάτων και της ρευστότητας.
Η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων είναι καθοριστικής σημασίας για τη στήριξη της οικονομικής αναπτύξεως σε μακροχρόνιο ορίζοντα, καθώς ενισχύει τις εξαγωγικές δυνατότητες της χώρας, αφού αφορά, ως επί το πλείστον, εξωστρεφείς επενδυτικές πρωτοβουλίες και τονώνει την παραγωγικότητα της εργασίας μέσω της υιοθετήσεως τεχνολογικών καινοτομιών. Παράλληλα, η απορρόφηση των διαθέσιμων κοινοτικών κονδυλίων αποτελεί έναν πρόσθετο παράγοντα καλύψεως του επενδυτικού κενού. Η στήριξη, ωστόσο, των ευρωπαίων εταίρων μέσω της ελαφρύνσεως των δαπανών εξυπηρετήσεως του δημοσίου χρέους αποτελεί sine qua non συνθήκη.
Η επιτυχία των τραπεζών στα stress tests ενισχύει την εμπιστοσύνη στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, το οποίο επανέρχεται σταδιακά στον θεμελιώδη του ρόλο: τη διοχέτευση των εθνικών αποταμιευτικών πόρων προς τα πιο αποδοτικά και βιώσιμα επενδυτικά σχέδια.
Η ενίσχυση αυτού του ρόλου αναμένεται να στηριχθεί στην τόνωση των συνθηκών ρευστότητος, ως αποτέλεσμα των εξής παραγόντων:
Πρώτον, η υποχώρηση της αβεβαιότητας βοηθά στην επιστροφή των καταθέσεων και στον επαναπατρισμό αυτών που έχουν διοχετευθεί στο εξωτερικό.
Δεύτερον, η μεγέθυνση της οικονομικής δραστηριότητος, κυρίως της τουριστικής κινήσεως και των εξαγωγικών επιδόσεων της μεταποιήσεως, ενισχύει την προοπτική αυξήσεως της εθνικής αποταμιεύσεως τα επόμενα έτη.
Τρίτον, η βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος δύναται να ενδυναμώσει τις προσπάθειες των τραπεζών να περιορίσουν τον όγκο των μη εξυπηρετουμένων ανοιγμάτων.
O κ. Παναγιώτης Θ. Καπόπουλος είναι διευθυντής Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ