Σε σχέση με την κριτική που ο κ. Μαρίνος έκανε («Το Βήμα», 17.5.98) στο άρθρο μου για τον διαχωρισμό Εκκλησίας και κράτους («Το Βήμα», 10.5.98), θα ήθελα να κάνω τις εξής παρατηρήσεις.


Ο κ. Μαρίνος δεν έκανε τον κόπο να διαβάσει προσεκτικά το άρθρο μου. Το βασικό μου επιχείρημα δεν ήταν, όπως νομίζει, ότι «ο χωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος επιβάλλεται για να κατοχυρωθεί πληρέστερη θρησκευτική ελευθερία στην Ελλάδα». Απεναντίας υποστήριξα ότι το πρόβλημα της ενίσχυσης της θρησκευτικής ελευθερίας είναι μεν υπαρκτό αλλά δεν είναι το βασικό θέμα. (Πάνω σε αυτό το σημείο ακριβώς διαφωνώ με τον υπουργό Πολιτισμού Ευ. Βενιζέλο που ισχυρίζεται ότι η κατάργηση ή η μετατροπή των σχετικών μεταξικών νόμων χωρίς τον παραπέρα διαχωρισμό Εκκλησίας και κράτους είναι αρκετή για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση της Εκκλησίας). Για μένα το βασικό πρόβλημα είναι να απαγκιστρωθεί η Εκκλησία από τον θανάσιμο εναγκαλισμό του κράτους. Κατά τη γνώμη μου, αυτός ο εναγκαλισμός λειτουργεί εις βάρος όχι βεβαίως του κρατικοεκκλησιαστικού κατεστημένου αλλά εις βάρος της Εκκλησίας στο σύνολό της.


Οντως υποστηρίζω ότι το ελληνικό κράτος είναι διοικητικά ανίκανο και βαθιά διεφθαρμένο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κρατικοί λειτουργοί σε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας που να είναι και ικανοί και έντιμοι. Η κριτική μου δεν έχει να κάνει με συγκεκριμένα πρόσωπα, με «κακούς» και «καλούς» Ελληνες για να χρησιμοποιήσω την κάπως αφελή ορολογία του κ. Μαρίνου· έχει να κάνει με το θεσμικό, δομικό σύστημα μέσα στο οποίο είναι υποχρεωμένοι να ενταχθούν και οι καλοί και οι κακοί. Αυτό είναι τόσο προφανές που απορώ πώς ο κ. Μαρίνος νομίζει ότι το να μιλούμε για μια διεφθαρμένη κρατική μηχανή «θίγει όλους τους κρατικούς λειτουργούς, άρα και τον υπογράφοντα το παρόν, που κατέχει ανώτατη θέση στην ιεραρχία του δικαστικού σώματος». Δεν γνωρίζω ούτε τον κ. Μαρίνο ούτε το έργο του αλλά η παρατήρησή μου σίγουρα δεν τον θίγει προσωπικά. Πάντως, αν ο κ. Μαρίνος δεν νομίζει ότι το ελληνικό κράτος είναι πελατειακά δομημένο και βαθιά διεφθαρμένο, τότε πρέπει σίγουρα να ζει σε έναν δικό του κόσμο που πολύ μικρή σχέση έχει με την ελληνική πραγματικότητα. Κανένας σοβαρός μελετητής του ελληνικού κράτους, από τον ακαδημαϊκό ή και τον πολιτικό χώρο, δεν έχει αμφισβητήσει τον ρουσφετολογικό, επιμεριστικό και άκρως ατελέσφορο χαρακτήρα του κρατικοπολιτικού συστήματός μας.


Ο κ. Μαρίνος ισχυρίζεται ότι «μπήκε στον κόπο» να αντικρούσει τις λανθασμένες απόψεις μου διότι, όπως λέει, «με ενοχλεί, μια και έχω ειδίκευση στα θέματα αυτά που μελετάω τριάντα τόσο χρόνια, να διατυπώνονται απόψεις που οδηγούν στην παραπληροφόρηση του λαού μας σε ένα τόσο ζωτικό ζήτημα».


Νομίζω ότι η ειδίκευση τριάντα τόσο ετών δεν δίνει στον «ειδικό» το δικαίωμα της μονοπώλησης της γνώμης, της μονοπώλησης δηλαδή του δημόσιου χώρου. Ο Θεός να μας φυλάει από τους διάφορους ειδικούς (νομικούς, θεολόγους, ιστορικούς, οικονομολόγους, κοινωνιολόγους κλπ.) που νομίζουν ότι μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα να εκφέρουν γνώμη πάνω σε «ζωτικά για τον λαό» θέματα. Η αυταρχική νοοτροπία του «ειδικού» οδηγεί κατευθείαν στη μισαλλοδοξία και στη μυωπική προσέγγιση των κοινωνικών προβλημάτων.


Πιο συγκεκριμένα, και εγώ για περίπου σαράντα χρόνια ασχολούμαι με τη δομή, την αναπαραγωγή και τον μετασχηματισμό του ελληνικού κράτους. Εχω επίσης ασχοληθεί σε βάθος με θέματα που έχουν να κάνουν με τον εθνικισμό, την κοινωνία πολιτών και τον εκσυγχρονισμό των σύγχρονων κοινωνιών γενικά και της νεοελληνικής κοινωνίας ειδικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο κ. Μαρίνος δεν μπορεί να εκφέρει γνώμη σε όλα αυτά τα προβλήματα. Μάλιστα είναι κρίμα που δεν το έκανε γιατί τότε θα μπορούσε να ασχοληθεί κατά πιο σοβαρό τρόπο με τη βασική επιχειρηματολογία μου.


Γιατί, για να το επαναλάβω, τα επιχειρήματα που ανέπτυξα στο άρθρο μου για τον διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας έχουν λιγότερο να κάνουν με τη θρησκευτική ελευθερία και περισσότερο με τον εκσυγχρονισμό της Εκκλησίας, την κοινωνική διαφοροποίηση και την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών. Για όποιον διάβασε το άρθρο μου προσεκτικά είναι προφανές ότι υποστήριξα πως η Εκκλησία πρέπει να κινείται σε ένα χώρο που δεν διέπεται ούτε από την κομματικοκρατική λογική του πολιτικού μας συστήματος ούτε από τη λογική της αγοράς· και πως για να γίνει κάτι τέτοιο, μια αναγκαία αλλά όχι και ικανή προϋπόθεση είναι ο ριζικός διαχωρισμός Εκκλησίας και κράτους. Υποστήριξα επίσης ότι ο διαχωρισμός του κρατικού και του εκκλησιαστικού χώρου καθόλου δεν οδηγεί, όπως συχνά υποστηρίζεται, στον διαχωρισμό ελληνικότητας και Ορθοδοξίας στο επίπεδο του έθνους και της πολιτισμικής ταυτότητάς μας.