ΟΙ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΟΙ είναι μια πάρα πολύ μικρή ομάδα. Κάθε φορά που χάνεται ένας έχεις την εντύπωση ότι έχει επέλθει μια καταστροφή, μια απώλεια αναντικατάστατη! Και το χειρότερο είναι ότι πράγματι αυτό συμβαίνει!


Εχουν περάσει χρόνια. Είδαμε κανένα νέο Φώκο Δημητριάδη; Είδαμε κανένα νέο Μποστ; Είναι απολύτως βέβαιον ότι δεν πρόκειται να δούμε ποτέ κανέναν άλλον Αρχέλαο.


Αυτός ο ψηλός με τα χρυσά γυαλιά και το ανοικτό μέτωπο και το παχύ μουστάκι που ήλθε, μοίρασε χαμόγελα και έφυγε ήταν ένας!


Ενας στον τρόπο του. Στον τρόπο τον μοναδικό που είχε να χαρίζει το γέλιο σε αυτόν τον ρημαγμένο από τη θλίψη και την απόγνωση λαό που βγαίνει από τον Πόλεμο, την Κατοχή και την Πείνα για να πέσει στον Εμφύλιο και στη συνέχεια στη Δικτατορία.


Κανένας λαός σε καμία χώρα, σε καμία εποχή, δεν χρειάστηκε με τόση δίψα αυτή τη δροσιά της ιλαρότητας.


Το ότι αυτός ο άνθρωπος που έφυγε μπόρεσε να τη δώσει για τόσα χρόνια τόσο πολλές φορές και σε τόσα έντυπα είναι κάτι το πρωτοφανές, το μαγικό.


ΟΙ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΟΙ δεν πεθαίνουν εύκολα. Εχουν μια δυσκολία στην αποχώρηση. Ισως γιατί ψάχνοντας διαρκώς την εύθυμη, τη χαρούμενη πλευρά της ζωής καταλήγουν να την αγαπήσουν.


Και μεταδίδοντας καθημερινά αυτό το μήνυμα με τη δουλειά τους που εμπεριέχει το κέφι, άρα την κατάφαση και την αισιοδοξία, υφαίνουν έναν ακατάλυτο δεσμό με το κοινό.


Οσες φορές κυκλοφορούσες με τον Αρχέλαο το διαπίστωνες.


Ανθρωποι κάθε ηλικίας και προέλευσης τον χαιρετούσαν γελαστά.


­ Τι κάνετε, κύριε Αρχέλαε;


Γκαρσόνια, ταξιτζήδες, επαγγελματίες, υπουργοί, μανάβηδες, γυναίκες, φοιτητές, βουλευτές.


ΤΟ ΣΚΙΤΣΟ είναι είδος ευρείας κατανάλωσης. Απευθύνεται στις μεγάλες λαϊκές μάζες. Λαϊκές με την αριστοκρατική έννοια. Γιατί όσοι έχουν ένα χαμόγελο για τον διπλανό τους αποτελούν τη μόνη αριστοκρατία για την οποία δικαιούται να καυχιέται το ανθρώπινο είδος. Ολα τα άλλα είναι μίσος και αφανισμός.


ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ σήμερα για μελέτη ή περιέργεια την περίοδο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας είναι αδύνατον να μη συναπαντηθείς με τον Αριστοφάνη. Θα σου δώσει την ανθρώπινη πλευρά της, που είναι ίσως και η μόνη που έχει σημασία.


Οποιος αργότερα ενδιαφερθεί για τις μαύρες μέρες μας από το ’40 ως χθες ακόμη, ο Αρχέλαος και τα σκίτσα του θα του χρειασθούν. Για να καταλάβει ποιος ήταν ο κόσμος μας, τι έκανε και τι έζησε. Ο κόσμος της γειτονιάς, της ταβέρνας, του παλατιού και της Βουλής.


Αυτή την εποχή αφθονούν τα πολιτικά μνημόσυνα και οι τιμητικές για συμπολίτες άξιους και χρήσιμους που χάθηκαν.


Η σκέψη μας και το δάκρυ για έναν άνθρωπο του χιούμορ κάνουν τη διαφορά.


Μόνη παρηγοριά μας πως ο φίλος έφυγε πλήρης ημερών. Και σκίτσων!