«Δεν φαντάζεσαι τι µπορεί να πάθει ο άνθρωπος μέσα σε ένα λεπτό» μου είπε δείχνοντάς μου τον νάρθηκα στο χέρι του και τον νάρθηκα στο πόδι του. «Μπορώ, αλλά συνέχισε» τον προέτρεψα. Γνώριζα την ιστορία του, μου την είχαν μεταφέρει οι καλοθελητές, αλλά ήθελα να την ακούσω από τον ίδιο, καθώς πάντα με διασκεδάζουν οι τούμπες (των άλλων) –και πείτε με κακό. «Πήγα στην εκκλησία να κάνω έναν σταυρό και εκεί που κατέβαινα τη σκάλα δίπλωσε το ένα πόδι, παρέσυρε το άλλο, κατρακύλησα όλα τα σκαλιά και προσγειώθηκα μέσα σε ένα παρτέρι με αγριόχορτα». Το αποτέλεσμα ήταν μια μπλαβιά μύτη, σκισμένα χείλη, ένα κάταγμα στο χέρι, ένα πιο σοβαρό κάταγμα στο πόδι και αλλεργικοί ερεθισμοί στο δέρμα. «Φαίνεται έπεσα σε τσουκνίδες, όμως δόξα τω Θεώ, δεν έπαθα χειρότερα!». «Εξακολουθείς δηλαδή να πιστεύεις στον Θεό;» τον πείραξα. «Γιατί να μην πιστεύω;». Η πολιτική ορθότητα επιτάσσει να δηλώνεις σέβας στην πίστη του άλλου, οπότε προτίμησα να μη συνεχίσω. Εκανα ωστόσο μία σκέψη που μπορείτε να τη χαρακτηρίσετε και διαβολική: Αν υπάρχει Θεός, δεν πρέπει να χωνεύει ιδιαίτερα τον φίλο μου. Γίνομαι βλάσφημος;
Θυµήθηκα και άλλη φίλη που έζησε παρόμοια περιπέτεια: Πήγε στην Παναγία της Τήνου, προσκύνησε, ήπιε αγιασμό από το ισόγειο και μόλις βγήκε, τη στιγμή που ένιωθε εσωτερική γαλήνη και ευλογία, την τσίμπησε μια μέλισσα στο μάτι. Η ευλογημένηέπαθε αλλεργικό σοκ, κόντεψε να πεθάνει και όταν τη σκαπούλαρε μου έλεγε: «Η Παναγία με έσωσε!». Και οι γιατροί που έτρεχαν με τους ορούς και τις αλοιφές; Τρεις είχαν πέσει πάνω της για να τη συνεφέρουν. Είναι πώς το βλέπει ο καθένας. Εγώ πάντως θα ήθελα κυρίως να εκφράσω τη λύπη μου για τη μέλισσα, που μετά το τσίμπημα πέθανε –είναι αμαρτία από τον Θεό αυτό που συμβαίνει με τις μέλισσες! Τέλος παρένθεσης, επιστροφή στο σήμερα.
Η πτώση του φίλου έγινε το ανέκδοτο της εβδομάδας στη μικρή παρέα μας, ένα ανέκδοτο που πυροδότησε διάφορες συζητήσεις περί θρησκείας.Τέτοια λέγαμε μαζεμένοι στο σπίτι μου, λίγες ημέρες μετά το συμβάν, βλέποντας χαλαρά ένα σίριαλ όπου η πανέμορφη ηρωίδα αρρωσταίνει και εξομολογείταιστον επίσης πανέμορφο άνδρα της: «Εχω κάνει κακά πράγματα που δεν τα ξέρεις, μπορεί τώρα ο Θεός να με υποχρεώνει να πληρώσω». «Είναι δυνατόν ο Θεός να είναι έτσι εκδικητικός;» ρώτησα. «Δεν ξέρω, είμαι μπερδεμένος» απάντησε ο Γιώργος. «Κι εγώ, εκ γενετής». «Τελικά… πιστεύουμε;». Πρώτο μου ήρθε το «όχι». Μπορώ και να το εξηγήσω, να το αναλύσω, να το συζητήσω, να παραπέμψω σε διάφορα βιβλία, να επικαλεστώ σπουδαίες προσωπικότητες (και την τούμπα του φίλου μου) και να νιώσω και πολύ σίγουρος για τις θεωρίες μου και για τη στάση μου απέναντι στη ζωή. Oμως δεν μπορώ να μην το παραδεχτώ, μου συμβαίνει κάτι παράξενο: Κάθε φορά που βρίσκομαι στο αεροπλάνο και αρχίζει το κούνια-μπέλα, χωρίς να το θέλω, λέω από μέσα μου: «Χριστέ μου!». Αν συνεχιστούν οι αναταράξεις περνώ και στο «Παναγιά μου!», στο «Θεέ μου!»… Με το που προσγειωνόμαστε, ξαναβρίσκω τον άθεο εαυτό μου. Εκτός αν έχω ανταπόκριση και πρέπει να μπω σε άλλο αεροπλάνο, οπότε παραμένω για μερικές ακόμη ώρες σε κλίμα κατάνυξης.
Το γνωρίζω, αυτό δεν λέγεται πίστη, λέγεται φόβος. Είναι η σχεδόν αυτόματη επανάληψη εκφράσεων που έχουμε ακούσει να λένε οι δικοί μας τότε που ήμασταν παιδιά. Υπάρχει, αλήθεια, κανένας άθεος που να μη λέει ποτέ «Θεέ μου» όταν φοβάται; «Να σου πω, αυτό που κάνουμε δεν είναι σοβαρή συζήτηση, είναι το «Ενας προφήτης, μα τι προφήτης» των Μόντι Πάιθον, σταμάτα να δούμε τη σειρά!». Με «γείωσαν», άφησα τις αμπελοφιλοσοφίες και συνεχίσαμε να παρακολουθούμε την αμαρτωλή να πεθαίνει επιμένοντας πως όλο αυτό ήταν επουράνια τιμωρία για τα αίσχη που είχε κάνει (είχε κάνει και αυτή πολλά!). Τότε κατέφθασε έτερος φίλος, καθυστερημένος επειδή ήταν επιτηρητής σε εξετάσεις. Εβραζε. «Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι συνέβη! Ανάμεσα στους εξεταζόμενους ήταν και ένας παπάς, κανονικός παπάς, με ράσο και γενειάδα, που τον τσάκωσα να αντιγράφει!». «Τι έκανες;». «Τι να έκανα; Του πήρα την κόλλα και του είπα με αυστηρό ύφος: «Πάτερ, δεν έχετε τον Θεό σας!»». Εδώ που τα λέμε, δεν είναι ο μόνος.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 3 Ιουνίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ